Χωρίς τελείες


Η μελαγχολία του πυγμάχου

2015-03-09 05:32

Η μύηση στον μύθο του Μοχάμεντ Αλί έγινε με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο. Τον Ιανουάριο του 2000, ως σπουδαστές του ΚΑΡ, είχαμε αναλάβει να ξεψαχνίσουμε μερικές σπουδαίες ιστορίες. Μία εξ αυτών ήταν πώς μία χορεύτρια και ένας αστυνόμος έγιναν ζευγάρι στο καλλιτεχνικό πατινάζ, για να φέρουν το πρώτο εξάρι (άριστα 6.0) στην ιστορία των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων το 1984 στο Σεράγεβο. Τα ονόματά τους είναι Τζέιν Τόρβιλ και Κρίστοφερ Ντιν. Μία άλλη εμπεριείχε τα θαύματα της Νάντια Κομανέτσι στο Μόντρεαλ. Μία τρίτη, το χατ τρικ του Τζεφ Χαρστ στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1966. Και ακόμα μία, που είχε να κάνει με τον αγώνα για τον παγκόσμιο τίτλο βαρέων βαρών στην πυγμαχία το 1974 και που αφορούσε στον ιστορικό αγώνα του Αλί με τον Τζορτζ Φόρμαν στην Κινσάσα του Ζαΐρ στις 30 Οκτωβρίου. 
 
Μία αλληλουχία γεγονότων οδήγησαν στη σχέση του Αλί με τον υπογράφοντα, η οποία προφανώς κινείται μόνο στο πεδίο που ο δεύτερος αναγνωρίζει. Το ξέρω ότι είναι περιττό, αλλά κάποτε μία ιστοσελίδα στην οποία εργαζόμουν είχε γράψει ότι οι οπαδοί μίας ομάδας είχαν βγει στους δρόμους για να γιορτάσουν μία νίκη της με έναν χαμηλού επιπέδου αντίπαλο και ένα μεγάλο ποσοστό αναγνωστών πίστεψαν την είδηση, έστω κι αν είχε διανθιστεί με υπερβολικά προφανή στοιχεία ειρωνείας. 
 
Εκείνη τη μέρα που μας ανατέθηκαν οι συγκεκριμένες ιστορίες, Παρασκευή, τσακώθηκα με φίλο μου σε σημείο ξύλου. Αν και δεν εκτιμώ το χιούμορ του Σεφερλή, ένα αστείο που είχε κάνει είναι ιδανικό για να απεικονίσει τον συγκεκριμένο καυγά: «Μου έριξε μερικές, αλλά έφαγα κιόλας». Αποτέλεσμα ήταν να τρέχουμε το ίδιο βράδυ στον Ερυθρό Σταυρό, επειδή έσπασε η μύτη μου. Και αν δεν κάκισα τον συγκεκριμένο τύπο για το σπάσιμο της μύτης, τη συγκεκριμένη πράξη, απλώς δεν έβρισκα κάποιο νόημα στο να μιλήσουμε ξανά. Μία από τις επόμενες φορές, που βρεθήκαμε σε γήπεδο μπάσκετ, κάποιος φίλος του μου επιτέθηκε απειλώντας να μου κάνει το ίδιο, που σήμαινε ότι περιαυτολόγησε για τον καυγά. Τη Δευτέρα βρέθηκα στη σχολή με τα μάτια να στολίζονται από σάπιο αίμα και ο δημοσιογράφος που είχε το μάθημα, αφού ρώτησε τι συνέβη (και από τα 19 μου, ήδη, γνώριζα ότι απεχθανόμουν τους ανθρώπους που θα έβρισκαν να πουν ψέματα για να μην αφήσουν μία οποιαδήποτε αδυναμία να εμφανιστεί. Αφού του είπα, χωρίς λεπτομέρειες, μου πάσαρε το θέμα του Αλί. Ήταν το μόνο για το οποίο ήμουν αληθινά προετοιμασμένος. Ελάχιστες μέρες πριν είχαμε δει, με τον φίλο μου τον Αντώνη να με κοροϊδεύει για κάποια χρόνια, μέχρι να καταλάβει περί τίνος επρόκειτο και πόσες πτυχές είχε η ιστορία του, το «Κάποτε Ήμαστε Βασιλιάδες», εκείνο το εκπληκτικό ντοκιμαντέρ που δείχνει την αληθινή ιστορία του αγώνα με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους αθλητές. Η αποστήθιση των πληροφοριών ήταν αρκετά εύκολη, όπως όχι και τόσο αναπάντεχα συμβαίνει με ό,τι σου αρέσει πραγματικά. Μιλούσα ασταμάτητα. 
 
Σχεδόν πέντε χρόνια μετά, στην πρώτη εφημερίδα, βρήκα κάποιον που είχε πολύ πιο ειδική σχέση με την πυγμαχία. Είχε ασχοληθεί με μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ήταν πιο πολύ της γενιάς του η δεκαετία του '80, όταν είχε κάπως ξεθυμάνει το ενδιαφέρον. Αν ήξερα τον Αλί και διάφορες ιστορίες για εκείνον, ο Κώστας μου διεμήνυσε να δω τον πρώτο γύρο του αγώνα για τον τίτλο των μεσαίων βαρών μεταξύ του Μάρβιν Χάγκλερ και του Τόμας Χερνς. Το 2005 δεν υπήρχε ακόμα το youtube ή απλώς δεν το ήξερα, καθώς γίνονταν τα πρώτα διστακτικά βήματά μου στον κόσμο του MSN. Αλλά έπεσα πάνω σε θησαυρό και ομολογώ ότι δεν θυμάμαι πού τον βρήκα. Είναι μία κασετίνα με dvd με τις σπουδαίες στιγμές της πυγμαχίας από το ESPN. Ενδεχομένως έπεσα πάνω της σε μία βόλτα στο «Μετρόπολις», αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος. 
 
Κάποτε θα πάρω τη θήκη από το δωμάτιό μου, θα την ξεσκονίσω και θα βάλω το dvd για να δω ξανά τις ανεπανάληπτες στιγμές της πυγμαχίας. Έως και σήμερα δεν γνωρίζω καν ποιος νίκησε, αλλά εκείνος ο πρώτος γύρος ήταν από τις εντονότερες αθλητικές εικόνες που είχα δει, ίσως η εντονότερη. Κράτησε τρία πολύτιμα λεπτά εκείνο το μονόπρακτο από τη μάχη της 15ης Απριλίου στο Ceasar's Palace της Νεβάδα, δηλαδή ουσιαστικά στο Λας Βέγκας, το οποίο ήταν ένας καλός προορισμός σπουδαίων αγώνων. Μέχρι και σήμερα, δεν γνωρίζω ποιος ήταν ο νικητής εκείνης της αναμέτρησης. Και δεν θέλω να μάθω, ίσως γιατί ο Χερνς, με την αφάνα του και τα σχετικά, μου ήταν πιο συμπαθής από τον Marvelous Marvin*. 
 
 
Η ιστορία δεν είναι τυχαία. Το Σάββατο ο Κιθ Θέρμαν νίκησε στα σημεία τον Ρόμπερτ Γκερέρο για τον τίτλο των Ελαφρών Βαρών και η τηλεοπτική συγκυρία για την πυγμαχία ήταν υπέροχη, αφού επέστρεψε στο NBC 30 χρόνια μετά. Αυτό ήταν μόνο το πρελούδιο, αφού ο Φλόιντ Μέιγουεδερ θα αντιμετωπίσει τον Μάνι Πακιάο στις 2 Μαΐου στο MGM Grand, εκεί δηλαδή που ο Φρανκ Σινάτρα και η υπόλοιπη Rat Pack έδιναν τις παραστάσεις τους κάθε νύχτα (και που διεκδικούν ένα μεγάλο μέρος της πατρότητας της σπουδαιότητας του Βέγκας). Μάλιστα, επειδή πριν από λίγο καιρό πέθανε ο κόουτς του κολεγίου της Νεβάδα, UNLV, ο θρυλικός Τζέρι Ταρκάνιαν, έσβησαν τα φώτα στο Στριπ, που έμεναν πάντα ανοικτά τη νύχτα. Και αυτή ήταν η όγδοη φορά που συνέβη. Η αμέσως προηγούμενη ήταν στις 5 Ιουνίου του 2004, όταν πέθανε ο Ρόναλντ Ρίγκαν και πριν από εκείνη στις 14 Μαΐου του 1998, όταν απεβίωσε ο Φρανκ Σινάτρα. Ο Γκερέρο δεν έχει βγει ποτέ νοκ άουτ και ο Θέρμαν είχε πει ότι θα τον βγάλει. Το παρατσούκλι του Θέρμαν είναι «One Time» και του Γκερέρο είναι «The Ghost», επειδή ορισμένες φορές νιώθεις ότι εξαφανίζεται κατά τη διάρκεια του αγώνα. Το δεύτερο μεταφράζεται στα ελληνικά ως φάντασμα, αλλά το πρώτο, που σημαίνει «Μία Φορά», είναι πολύ πιο ενδιαφέρον. Διότι, όπως λέει και ο ίδιος, απαντάει στην ερώτηση, «πόσες φορές πρέπει να χτυπήσει κάποιον ο Κιθ Θέρμαν μέχρι να πέσει κάτω». 
 
*Βεβαίως, η ηλιθιότητα πήρε τη θέση της σταθερότητας. Όταν είσαι λυπημένος, να γίνεις χαζός μοιάζει η φυσική συνέχεια. Όχι να είσαι χαζός. Να γίνεις, δηλαδή να καταλαβαίνεις ότι είσαι χαζός. Ψάχνοντας φωτογραφία του αγώνα του Χερνς με τον Χάγκλερ, για να βάλω στο κείμενο, έπεσα σε μισή ντουζίνα που έδειχναν τον Χάγκλερ να πανηγυρίζει. 
 

Παρά το γεγονός ότι εξελίχθηκε στο κύριο θέμα, η αρχική προσέγγιση είχε να κάνει με εκείνο τον πρώτο γύρο. Τις προάλλες ο Χερνς καθόταν μαζί με τον Σούγκαρ Ρέι Λέοναρντ και ο δεύτερος αναρωτιόταν για ποιο λόγο οι πυγμάχοι κάνουν αυτό που κάνουν. Κάποτε σκεφτόμουν ότι θα ήταν ωραία να έχω ένα σάκο και να τον χτυπάω έως ότου ξεθυμάνει το μυαλό μου, αλλά το αληθινό πρόβλημα είναι ότι δεν λύνει ο σάκος το θέμα της βίας. Έχω πάρει τους πυγμάχους από κακό μάτι, νιώθωντας ότι χτυπάνε τις συζύγους τους το ίδιο εύκολα με το να τις παρακαλούν, ενώ φεύγουν με μαυρισμένο μάτι, να επιστρέψουν στο σπίτι και να μην τους αφήσουν μόνους, με το ίδιο πάθος που φώναζε ο Στάνλεϊ Κοβάλσκι (ως Μάρλον Μπράντο) στη Στέλλα στο «Λεωφορείον ο Πόθος». Ο αρχικός στόχος ήταν να αναφερθεί μία παράδοξη λίστα στην οποία θα μνημονεύονται αθλητικές καταστάσεις που επικράτησε φρενίτιδα, ακριβώς όπως έγινε στον πρώτο γύρο του Χερνς με τον Θέρμαν, αλλά η οποία δεν είναι ούτε χρονικά μακρύτερη, αλλά ούτε βραχύτερη. Ωστόσο, πλέον είναι υποχρεωτική η αναβολή. 
 
«Βλέπω την πυγμαχία ως εξής», είπε ο Λέοναρντ. «Ο 12ος γύρος έρχεται και κάθεσαι στη γωνία σου και δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψεις πώς αισθάνεσαι. Δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψεις πόσο κουρασμένος είσαι και σε τι πόνο βρίσκεσαι. Τότε είναι που ρωτάς τον εαυτό σου. Ποιος είμαι; Τι σημαίνω; Τι έχω μέσα μου;». Ο Χερνς, που ένευε σιωπηλά κοιτάζοντας τον παλιό αντίπαλό του, πρόσθεσε: «Παλεύεις. Πρέπει να παλέψεις». 

—————

Πίσω