Χωρίς τελείες


Άγαρμπο ξύπνημα

2015-11-26 00:56

Η συνειδητοποίηση ότι οι μουσικές των μιούζικαλ μπορούσαν να ξεφεύγουν από την οθόνη και να γίνουν ένα ωστικό όπλο, ήρθε από μικρή ηλικία. Όπως στην περίπτωση του Σουίτερς, του ήρωα του Τομ Ρόμπινς, μαζί με τη συνειδητοποίηση ήρθε και η μάχη για να ξεπεραστεί η ντροπή. Ήταν πολύ λογικό. Δεν μπορείς να τραγουδάς μιούζικαλ στο δρόμο. Εκτός όταν μπορείς.

Το ποδόσφαιρο και η μουσική ήταν πάντα αλληλένδετα. Το ποδόσφαιρο σε παραπέμπει σε έναν παραμυθένιο κόσμο: η λάιβ εικόνα δεν αποτελεί το ιδανικό. Η αφήγηση ήταν πολύ πιο σημαντική. Αυτή ήταν που έκανε το παιχνίδι «θρύλο». Ολόκληρη η τραγωδία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Μόναχο βασίστηκε στην αφήγηση, για να μετατραπεί ολόκληρο το κλαμπ σε θρύλο. Η αφήγηση ήταν που έδωσε μυθική υπόσταση στον οργανισμό. Μία αφήγηση που δεν είχε η Τορίνο, το 1949 στη Σουπέργκα. Δεν είναι τυχαίο: ο Διαφωτισμός του ποδοσφαίρου γεννήθηκε στη Γαλλία και η τραγωδία της Γιουνάιτεντ συνέβη μόλις τρία χρόνια μετά την έναρξη του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ομάδων Ευρώπης. Πριν τη διοργάνωση, το ποδόσφαιρο ήταν κυρίως… μπάλα. Η ανάγκη για δομή στο παιχνίδι έφερε τα πρώτα διεθνή φιλικά, τα οποία οι Γάλλοι, με εμπνευστή το δημοσιογράφο Γκαμπριέλ Ανό της Equipe, ανέλαβαν να βάλουν σε τάξη. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν η πρώτη ομάδα στην ιστορία που θα γινόταν πρωταθλήτρια Ευρώπης, αν ο θάνατος δεν έπαιρνε μακριά τα παιδιά της, το πιο χαρισματικό εξ αυτών, δηλαδή ο Τζόναθαν Έντουαρντς, απέκτησε τις διαστάσεις πραγματικού μύθου. Αλλά ήταν; Προφανώς όχι. Ωστόσο, όταν μία ομάδα έχει ήδη το παρατσούκλι «Μπέμπηδες», μπορείς να συγχωρέσεις ότι η τελευταία εμφάνισή της, στις 5 Φλεβάρη του 1958, ήταν ένα 3-3 με τον Ερυθρό Αστέρα, σε ένα ματς στο οποίο η Γιουνάιτεντ προηγήθηκε 0-3 και δέχθηκε 3 γκολ σε 13 λεπτά. Μπορείς να μιλάς για έναν ήλιο ανείδωτο ως εκείνη τη στιγμή, ο οποίος ποτέ δεν ανέτειλε για να απειλήσει την κυρίαρχη Ρεάλ Μαδρίτης, την οποία αντιμετώπισε στους ημιτελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών.

Όταν συμβαίνει μία τραγωδία, η Ιστορία φροντίζει, λόγω του συναισθηματικού όγκου της, να τη στολίζει με διάφορες γαρνιτούρες, οι οποίες στέκουν ελαφρώς αμφιλεγόμενες μπροστά της. Υπάρχει μία ιστορία την οποία δέχεσαι αυταπόδεικτα: ότι ο Ματ Μπάσμπι είπε, στο κρεβάτι του νοσοκομείου, πως «σε 10 χρόνια θα πάρουμε το Κύπελλο Πρωταθλητριών». Όπως και έγινε. Δεν μπορείς να αμφισβητήσεις, στη μηχανική της αθλητικής γραφής, την τάση της γιγάντωσης μίας ιστορίας που είναι γεμάτη από οιωνούς και προφητείες, στοιχεία που είναι απαραίτητα σε μία κοινωνία η οποία θα ήταν πολύ κυνικό να πει κάποιος ότι παράγει ανθρώπους σε κίνηση.

Σε εκείνη την ομάδα, ο Μπόμπι Τσάρλτον, επιζών του ’58, ήταν το μυαλό και ο Τζορτζ Μπεστ ήταν ο απίθανος αρτίστας, ο σκιέρ. Με την αγάπη του για τις πολύ όμορφες γυναίκες και το αλκοόλ, που πέθανε στις 25 Νοεμβρίου 2005, νέος, στα 59 του. Με κατεστραμμένο συκώτι και εγκεφαλικά κύτταρα. Και αυτή η ημερομηνία θα ήταν η παραγγελία του «Belfast Boy», που ήταν και «Belfast Joy», σύμφωνα με τους υπέροχους στίχους του Ντον Φάρντον, αν δεν υπήρχε ένα από τα μεγαλύτερα ματς στην ιστορία του σύμπαντος: το 3-6 της Ουγγαρίας στο Γουέμπλεϊ το 1953. Την πρώτη ήττα της Αγγλίας στο συγκεκριμένο στάδιο από ομάδα χώρας η οποία δεν ήταν από το Νησί, η οποία ήρθε με τον πλέον μαγευτικό τρόπο και με κάποιον που δεν χρειαζόταν τα θρυλικά σκιρτήματα της αναπνοής και της έλλειψής της για να αναγορευτεί σε μύθο: ο Φέρεντς Πούσκας και το απίστευτο αριστερό πόδι του, που μάζεψε με την πατούσα την μπάλα αφήνοντας τον Μπίλι Ράιτ να μπει σε μία διαδικασία ατίμωσης όπως ποτέ πριν, για να τη στείλει στα δίχτυα με κεραυνό. Οι Ούγγροι, μία αθλητική υπερδύναμη τη δεκαετία του ’50 σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που τώρα «καταδυναστεύει» τα σπορ η Ισπανία, δεν είχε μεγαλύτερο καμάρι από την ποδοσφαιρική εθνική ομάδα, τη «χρυσή» ολυμπιονίκη του Ελσίνκι το 1952 (όταν το ποδόσφαιρο στους Ολυμπιακούς Αγώνες σήμαινε κάτι παραπάνω από ό,τι σημαίνει από το 1996 και έπειτα), η οποία δεν πήγε στη Μελβούρνη τέσσερα χρόνια μετά, αφού οι παίκτες της πρόλαβαν να ζητήσουν άσυλο στο Μπιλμπάο και έτσι έχασε την ευκαιρία να πάρει το δεύτερο συνεχόμενο χρυσό, όπως έπρεπε ως «Αραντσιπάτ», δηλαδή «Χρυσή Ομάδα». Ένα συγκρότημα γεμάτο φυγάδες, το οποίο ήταν αήττητο από το 1950 έως το 1954 και είχε γνωρίσει αυτήν την ήττα με σκορ 3-2 από τη Δυτική Γερμανία στον παρά φύση τελικό της Βέρνης το 1954, που πέρα από την περίφημη γερμανική αντοχή άφησε τον Πούσκας να λικνίζεται στην αρά της ειμαρμένης, καθώς ήταν τραυματίας πριν τον τελικό, αποφάσισε να παίξει, «Καλπάζων Ταγματάρχης» γαρ, σε ένα παιχνίδι χωρίς αλλαγές και από πολύ νωρίς βρέθηκε να περπατάει στο ματς.

Και η Ουγγαρία θα μπορούσε να έχει πάει αήττητη έως το Μουντιάλ του 1958 και, λίγο πιο γηραιή, να έλυνε τις διαφορές της με τη Βραζιλία των Πελέ και Γκαρίντσα, σε ένα ματς που μπορεί να μη λείπει από το ποδόσφαιρο, διότι το παιχνίδι είναι αυτό που είναι και τα πράγματα αναμφισβήτητα προέκυψαν από τη ροή τους, αλλά είναι η Ωδή της Υπόθεσης, η Ερωμένη του Αν.

Εκείνο το παιχνίδι του 1953 ήταν ιστορικό: η Αγγλία είχε χάσει τρία χρόνια πριν από τις ΗΠΑ στο Μουντιάλ της Βραζιλίας, αλλά η ενημέρωση από εκείνο το παιχνίδι ήταν από ελλιπής ως μηδαμινή και, άλλωστε, τα «λιοντάρια» έπαιζαν με τα δεύτερα. Για τη συντριβή από την Ουγγαρία του Σζέμπες, στις 25 Νοεμβρίου του 1953, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ξεκάθαρα: και αν αυτό το ματς, για τον πιο αισιόδοξο, ήταν απλώς ένδειξη, το 7-1 της 23ης Μαΐου του 1954 στη Βουδαπέστη η αμφισβήτηση έμοιαζε με απίστευτη βλακεία. Και ενώ οι Ούγγροι αναγκάστηκαν να αλλάξουν, οι Άγγλοι έπρεπε να το κάνουν.

—————

Πίσω