![](https://c145df924d.cbaul-cdnwnd.com/b40cbcbe6103d25b8cb3bbd5bdcb2f6a/200000001-5284954782/50000000.jpg?ph=c145df924d)
Χωρίς τελείες
Εμείς έχουμε τελειώσει
2015-09-19 02:33Η προηγούμενη ζωή ήταν μια χαρά. Δεν υπήρχε ελπίδα. Η πρώτιστη φράση είναι αναγκαίο να διαβαστεί όπως γράφτηκε. Όχι με την αγωνία και τη θλίψη που προσφέρει, διότι σε αυτήν την περίπτωση όντως δεν ενέχει κάποια θλίψη. Πράγματι, δεν υπήρχε ελπίδα. Δηλαδή ήταν εξαφανισμένη εκείνη η κατάσταση που σε έκανε να αγωνιάς για το δύσκολο αποτέλεσμα. Κάθε μέρα ήταν χειρότερη από την προηγούμενη, σε πρακτικό στάδιο. Δεν άλλαζε η ποιότητα ζωής (η οποία επελέγη κατ’ αυτόν τον τρόπο ώστε η φούσκα να παραμείνει φούσκα και να μην αποκτήσει βάση), ωστόσο φθάνοντας σε ένα σημείο να συναντάς είδη ανθρώπων που αθροιστικά έφτιαχναν έναν εξαμβλωτικό λαό- να είσαι, να είσαι ένα από αυτά τα είδη- χωρις απαραιτήτως, ωστόσο, να το κάθε ένα ξεχωριστά να μην ενέχει όντως προοπτικές για πρόοδο και βελτίωση, προτιμούσες να απέχεις. Το ζήτημα, σε ό,τι αφορούσε εμένα και τη διακυβέρνηση του κράτους, ήταν η έλλειψη έμπνευσης. Δεν υπήρχε ούτε ένα πρόσωπο που να έχει το χάρισμα. Βεβαίως, η πολιτική έχει ως εξής: πες μια κακή κουβέντα για κάποιο πολιτικό πρόσωπο και μάλλον θα πέσεις μέσα οσονούπω ή εν ευθέτω χρόνω. Όπως στα σπορ, υπάρχει κάτι νομοτελειακό στην αποτυχία όταν πρέπει να κάνεις διαχείριση. Όπως ο αθλητής καλείται να περαιώσει αθλους, αφού είναι η ρίζα της διάστασής του, έτσι και ο πολιτικός πρέπει να βρει τρόπο να διαπρέψει στην πολιτεία. Ένα σεβαστό σύνολο ανθρώπων πρέπει να μένει ικανοποιημένο για πολύ καιρό. Ο αθλητής και ο πολιτικός είναι λογικό ότι έχουν τη στάμπα του λούζερ, άλλωστε για αυτό οι σπουδαίες νίκες εορτάζονται εν εξάλλω καταστάσει. Είναι επιθυμητές, αλλά μόνο στην πορεία γίνονται προσδοκώμενες.
Πριν από 4 χρόνια με είχε πιάσει μια τάση να ερωτευθώ. Δεν την είχα πάντα: την πρώτη φορά που έγινε ήμουν ανυποψίαστος. Όταν ξανάγινε, ήταν σαν δώρο. Διαχώρισα τον εαυτό μου από την επιθυμία μου και νομίζω ότι, όσο μπορώ να είμαι σίγουρος, ότι απλώς αποδόθηκε σε ένα συμβατό τάιμινγκ. Αυτή η φλόγα δεν τελείωσε πριν φθάσει η ίδια η σχέση στο τέλμα, παρ’ όλα αυτά έκανε ένα σεβαστό ταξίδι, μεγαλύτερο από αυτό που στο μυαλό μου δικαιούμουν να κάνει.
Στην πολιτική, υπήρξα θύμα. Το έπαθα προγονικά. Ο πατέρας μου ήταν αφοσιωμένος σε έναν συγκεκριμένο πολιτικό και έμεινε ως το τέλος. Να υποστηρίζεις είναι ένα. Να αφοσιώνεσαι είναι δόγμα. Η κρίση γίνεται ένα ενδοοικογενειακό ζήτημα, το οποίο δεν ενσκήπτει στο εν δήμω. Είσαι έτοιμος να παλέψεις σε κάθε βαθμίδα για την προσβολή που κάνουν στον άνθρωπό σου. Ο δογματισμός έγκειται στη νίκη της αποδοχής επί των γεγονότων. Αυτού, δηλαδή, που δεν βλέπεις να συμβαίνει απλώς το ασπάζεσαι λόγω μίας συνολικής πεποίθησης, απέναντι σε εκείνο που δεν μπορείς να δεις. Η πίστη είναι ο χειρότερος δυνατός σύμβουλος.
Η έμπνευση από τον τρίτο έχει μία παντοδυναμία, η οποία ξεκινάει ως ευχή και τελειώνει ως κατάρα. Ή, για να μην υπάρχει κάποια απόλυτη τάση εδώ, περνάει από τη σκιά του καταραμένου. Να βασίζεσαι πάνω σε κάποιον, ελάχιστα άλλοθι είναι πιο χυδαία από αυτό. Περιμένεις να είναι ο εαυτός που θα ήθελες να είσαι και γίνεται, ξαφνικά, ο πιο ατελής εαυτός σου. Η διαδρομή που ακολουθείται είναι πρόστυχη και άθλια: υποστηρίζεις κάποιον που σε εκφράζει, βρίσκεσαι σε μία δίνη επιχειρημάτων που συγκροτούν την πεποίθησή σου, νιώθεις να δικαιώνεσαι από τον σχηματισμός, ο οποίος για κάποιο χρονικό διάστημα σου μοιάζει αρμονικός και αυτή η δικαίωση σε γιγαντώνει, σε κάνει να βλέπεις στον ήρωά σου τον σούπερ εαυτό σου. Και μόλις ο χρόνος αποφασίσει να αποσυναρμολογήσει το δικό σου συναίσθημα, κάνοντας το πρότυπο που δημιούργησες δίκην ειδωλολάτρη, τότε συμβαίνει η πτώση. Ο δογματισμός, ωστόσο, είναι η διατήρηση της πεποίθησης λόγω κάποιου προσωπικού εγωιστικού φετίχ, το οποίο δεν είναι ολότελα προσωπικό, ανήκει σε όλο τον κόσμο: την εγωιστική ατολμία να παραδεχθείς ότι έκανες λάθος.
Φυσικά, η περίπτωση που περιγράφεται δεν έχει να κάνει με αυτού του είδους την εμμονή. Το ζωτικό πεδίο δεν μου επιτρέπει μία τέτοια διαδρομή που να μην αφορά στο αποκλειστικά αθλητικό κομμάτι και στην οποία, ως μικροαστός που είναι αιχμάλωτος στο παραμύθι του μικροαστού που στο τέλος τα καταφέρνει ή παίρνει πρόσκαιρες ικανοποιήσεις από το καθεστωτικό «πιστεύω», έχω γίνει ολότελα φανατικός. Έντρομος προσπαθώ να αποτινάξω το χνούδι του από το πέτο μου, αλλά αυτό πολλαπλασιάζεται. Το άδικό μου, η βαθιά γνώση ότι κάνω λάθος, γίνεται ακριβώς το όχημά μου για να μην απεκδύομαι την παρωπίδα. Είμαι έρμαιο των εξωγενών παραγόντων και φροντίζω να μετατρέπω σε επιθετικότητά το σάστισμά μου.
Είναι πραγματικό κρίμα, για έναν άνθρωπο με πολιτικό μηδενισμό εξαιτίας της έλλειψης χαρισματικών προσωπικοτήτων όλα τα προηγούμενα χρόνια, να έχει μία βαθιά ελπίδα ότι θα ήταν ικανό να μπορέσει ένα έθνος να διαχειριστεί κάτι που θα έμοιαζε με απόλυτη ελευθερία μακριά από δυνάστες. Το κρίμα έχει να κάνει, όχι με το γεγονός ότι δεν έγινε αλλά, με το γεγονός ότι δεν γίνεται. Δεν λειτουργεί το σύστημα της απολυταρχίας, ούτως ή άλλως. Η δημοκρατία μοιάζει με τον κομουνισμό. Απλώς δεν γίνεται να συμβαίνει.
Δεν αναφέρομαι, φυσικά, στους σύγχρονους καιρούς, αλλά σε όλη τη διαδρομή της. Όταν εκλέγεις λίγους ανθρώπους για να σε κυβερνήσουν, αυτό είναι μία δημοκρατική διαδικασία που δεν καταλήγει σε δημοκρατία. Φυσικά, η διεκδίκηση της ελευθερίας είναι η απόλυτη στενωπός, αλλά είναι, νομίζω, δίκαιο να πει κάποιος ότι αυτή η μορφή διακυβέρνησης, εφόσον είναι ανεκτή, εξαρχής δεν επιτρέπει τον ίδιο τον αγώνα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βγήκε στις 25 Γενάρη. Πριν το καλοκαίρι φθάσει στα μέσα του, ΜΑΤατζήδες κουβαλήθηκαν στο Σύνταγμα. Μετά το δημοψήφισμα, όλα έγιναν εντελώς μαντάρα. Οι υποψιασμένοι έπαιζαν μπιζ στις πλάτες των ανυποψίαστων. Και πριν, καλά καλά, μπει το φθινόπωρο, που λέει ο λόγος, πριν οι γιαρμάδες και τα νεκταρίνια κηρυχτούν εκτός χρονικού πλαισίου, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε σε φωτογραφία με έναν πολίτη να του φιλάει το χέρι. Μετά τη φωτογραφία, μίλησε με γρίφους στο twitter. Αλλά το χέρι ήταν μαλακό, ακουμπισμένο ευγενικά στα χέρια του ψοφοδεή πολίτη, ο οποίος το φίλησε με ευλάβεια.
Έχει γίνει με τον Βενιζέλο- στην απόλυτη γελοιότητα, με την προέκταση του χεριού- έχει γίνει με τον Σαμαρά, έγινε και με τον Τσίπρα.
Εμείς, φυσικά, τελειώσαμε. Η σχέση με την κομματική και τη διακυβερνητική ζωή του τόπου. Ήταν μια ζαριά που κάπου έπρεπε να παιχθεί. Παίχθηκε μία φορά και με στωικότητα κοίταζα τα ζάρια να στροβιλίζονται, μέσα σε ένα θολό τοπίο. Τα ζάρια στροβιλίστηκαν τόσο πολύ, που δεν κατάφερα καν να τα διακρίνω. Ήταν μία τόσο έντονη και διαρκής ζαριά, που δεν επιτρέπει ένα επόμενο ρίξιμο, διότι φυσικά το αποτέλεσμά του θα αποτελέσει μία φάρσα.
Εδώ, σε αυτό το μπλογκ, η σύγκριση δεν γίνεται να αθωώσει τον τέως (και επίδοξο) πρωθυπουργό της χώρας: πώς είναι δυνατόν να προέβη σε μία τόσο λαϊκίστικα ιερατική αντίδραση; Είναι εξαρχής ανεπίτρεπτο. Η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα. Οι αγώνες των πρώτων μηνών έχουν αποκτήσει, ξαφνικά, σημειώσεις με την πένα του Τσιφόρου και του Σουρή. Τα ενδύματά τους είναι κουρέλια και τα ανελέητα παζάρια, οι αϋπνίες, ακόμα και εκείνος ο έρπης, μοιάζουν εντελώς προσχεδιασμένα. Φθάσαμε εδώ. Στο καταραμένο χειροφίλημα, που μαζί με μία λαϊκή αποδοχή που δεν είναι ακριβώς τέτοια, αναδεικνύει την πολιτική ακαμψία. Δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι όντως ισχύει, πάντως δεν μπορώ να αφήσω κανέναν να απλώνει το χέρι του σαν πασάς, για να του το φιλήσουν (οι αληθινοί Μεσσίες δεν θα το επέτρεπαν) χωρίς να διαγραφεί οποιαδήποτε προτέρα ιδέα, άλλοτε διθυραμβική και άλλοτε επιεικής, από τη συνείδησή μου. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά την οντότητα που μεταφέρει την αφελή, σύμφωνοι, ελπίδα, αλλά σε όλο το οικοσύστημα. Όχι, μόνο, για μία λανθασμένη εκτίμηση, αλλά επειδή οι πιθανότητες να μη διαβρωθεί κάποιος από την εξουσία, όταν την αναλάβει, είναι από ελάχιστες έως μηδαμινές. Το να γίνει, δε, στην εποχή που ζω, ανάγεται σε κυνήγι χίμαιρας.
—————