
Χωρίς τελείες
«Φυλάξτε κάτι και για την κηδεία μου»
2015-06-02 16:43
Όσο περνάει ο χρόνος και βρίσκεσαι σε μία κατάσταση (μαζί με κάποιον ή μέσα σε κάτι), τόσο δύσκολο φαίνεται το να απεξαρτηθείς. Υποθέτω ότι υπάρχουν οι ευκαιρίες, αλλά είσαι βολεμένος σε μία κατάσταση και αυτό δεν αποτελεί μειονέκτημα, αλλά είναι μία πραγματικότητα την οποία δημιούργησες. Δεν είναι μόνο οι αναμνήσεις της, αλλά και η περηφάνια. Είναι όπως η πείνα, την οποία σε ένα μεγάλο ποσοστό της ζωής σου νομίζεις ότι έχεις. Ειδικά όταν μπορείς, δεν τρως για την αυτάρκεια, αλλά επειδή το φαγητό είναι νόστιμο. Τρως ενώ έχεις χορτάσει, ενώ δεν πεινάς, ενώ νομίζεις ότι δεν έχεις χορτάσει. Δεν έχει να κάνει με το βάρος τούτο το παράδειγμα, παρά με το γεγονός ότι κάθε τάση για αλλαγή μπορεί να αποτελέσει μία ψευδαίσθηση. Όπως έγραψε και ο Νικ Χόρνμπι στο «About a Boy», κάθε άνθρωπος είναι ένα νησί. Και ένα νησί κινδυνεύει να το παρασύρει και να το εξαφανίσει η θάλασσα, ή μάλλον να το στείλει στον βυθό της, αλλά στατιστικά οι πιθανότητες είναι ελάχιστες.
Τους τελευταίους τρεις μήνες υπήρξαν δύο κορίτσια που, σε κουβέντα, μου παρουσίασαν μία κατάσταση ίδια- και δεν ξέρω πολύ κόσμο, πόσω μάλλον πολλά κορίτσια. Η πρώτη είχε χωρίσει με έναν τύπο με τον οποίο είχε σχέση 11 χρόνια και το αγόρι άφησε την επόμενη κοπέλα που βρήκε έγκυο και την παντρεύτηκε. Η δεύτερη είχε 13 χρόνια σχέση και το οριστικό ρήγμα ήρθε όταν ζήτησε από τον φίλο της να συζήσουν: το αγόρι αρνήθηκε και συζεί, πια, με την αμέσως επόμενη που βρήκε.
Όπως συμβαίνει σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση, η οποία νομίζουμε ότι δεν έχει ταίρι, η ευθύνη βαραίνει εμάς τους ίδιους. Ωστόσο η αιτιολόγηση είναι ίδια. Ο άντρας θέλει να αποδεσμευτεί από τη γυναίκα ενώ έχει περάσει τόσος καιρός, όμως ο φόβος του είναι πάρα πολύ πιο ισχυρός από αυτόν. Η προηγούμενη του θυμίζει τα χρόνια που έχουν περάσει και αυτό δεν είναι επουσιώδες στη ζωή: ωστόσο, όταν μένει μόνος, αυτό που πραγματικά σκέφτεται είναι τα χρόνια που έρχονται. Και οι άνθρωποι δεν συνεχίζουν να κάνουν παρέα μετά τους χωρισμούς. Φαντάσου να έχεις περάσει πάνω από μία δεκαετία με κάποιον και να μην του μιλήσεις ξανά ποτέ ή, στην καλύτερη περίπτωση, αν τον συναντήσεις στον δρόμο να του πεις καλημέρα ή καλησπέρα. Αυτό ισχύει πάνω στη διετία ή στην τριετία, αλλά οι άνθρωποι πραγματικά ποντάρουν τη ζωή τους στον άλλο: όχι το παρόν τους, αλλά το μέλλον τους. Ουσιαστικά, δηλαδή, εθελοτυφλούν, καθώς ήδη το ποντάρισμα είναι αβέβαιο και η μόνη σίγουρη κατάσταση στο μέλλον είναι ο θάνατος.
Η «δουλειά» μου- εκείνη που ασκούσα, εν πάση περιπτώσει, για το ζην μέχρι και πριν 8 μήνες και για το ευ ζην έως τώρα, καλύτερα για χόμπι- προϋποθέτει να ενημερώνομαι για πράγματα. Να διαβάζω. Σαφώς υπάρχει έλλειψη γνώσεων- και μάλιστα σοβαρών. Πληροφοριών, όχι τόσο πολύ. Η πληροφόρηση, άλλωστε, σκοτώνει τη γνώση με τον ίδιο τρόπο που η γνώση σκοτώνει τη σοφία.
Φροντίζω, λοιπόν, να ενημερώνομαι για πράγματα άχρηστα, που ενδεχομένως να μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω στα κείμενά μου χωρίς ουδείς να καταλάβει τη διαφορά. Αμερικάνικα σόου με ψυχαγωγούς που τα φιλοξενούν. Στις 20 Μαΐου ο Ντέιβιντ Λέτερμαν έκανε το τελευταίο Late Night Show και αποχώρησε από την τηλεόραση 33 χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του και 22 μετά το Late Night. Στα 68 χρόνια του, ο Λέτερμαν αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί και ήταν ουσιαστικά δική του απόφαση, διότι όπως συμβαίνει με εκείνους τους ανθρώπους που γίνονται τοτέμ σε ένα χώρο, είναι αυτοί που αποφασίσουν πότε θα φύγουν. Όποιος έχει αποφασίσει για λογαριασμό τους, νομίζοντας ότι είναι αρκετά σημαντικός για να το κάνει, το φάντασμά τους επιστρέφει και τον κυνηγά. Ο Λέτερμαν δεν είναι δημοσιογράφος: ήταν κωμικός, ηθοποιός, έγραφε και έγινε ο πιο σημαντικός παρουσιαστής στις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα στις βραβεύσεις του να δίνει το «παρών» ακόμα και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα. Το πιο σημαντικό στην όλη διαδικασία είναι ότι το στυλ του δεν ήταν ευχάριστο για κανέναν. Τα αστεία που τον αφορούν έχουν να κάνουν με τον φόβο που αποπνέει στους καλεσμένους του. Από το Late Night Show, στη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όποιος μπορείς να φανταστείς. Σπανίως, όποιο κι αν ήταν το όνομα, έμοιαζε ανώτερο από τον ίδιο τον Λέτερμαν στην καρέκλα του καλεσμένου. Και αν αυτό γινόταν, ήταν μία από τις εξαιρέσεις, από εκείνες τις καταστάσεις που όντως συμβαίνουν μία φορά τα 10 χρόνια.
Το Youtube, βεβαίως, είναι τεράστια ανακάλυψη. Αν ρωτήσει κάποιος την αδελφή μου, την Κατερίνα, θα του πει ότι μεγάλη ανακάλυψη είναι και το Philadelphia, το τυρί που μπορείς να αλείψεις οπουδήποτε (εχμ), αλλά δεν είναι σαν το Youtube, το οποίο, με τη σειρά του, δεν είναι σαν το Google. Εδώ θέλω να πω ότι τα ποσά είναι υπερβολικά σε εκείνους που καταφέρνουν κάτι, όπως ας πούμε συμβαίνει στην εναλλακτική ζωγραφική- δεν ξέρω αν υπάρχει αυτός ο όρος, αλλά ένας τύπος που ζωγραφίζει ένα παντζάρι που χορεύει μπαλέτο στην κοιλιά ενός γυπαετού και ο πίνακας πωλείται 5.000 ευρώ πρέπει να αποκαλείται έτσι. (Η κάμερα με δείχνει να ανοίγω το στόμα ορθάνοιχτα: αυτός ο πίνακας γίνεται να πωλείται τόσο). Ας αλλάξουμε την εικόνα: ο πίνακας ενός τύπου όρθιου να απλώνει το χέρι του σε μία γλώσσα και πωλείωται 5.000 ευρώ. Θέλω να πω ότι υπάρχουν ποσά που είναι υπερβολικά και σε αυτό βοηθάει το πόσο μεγάλη είναι η αγορά, αλλά οι δύο σπασίκλες που έφτιαξαν το google (μαζί με όλους τους σπασίκλες των τεχνολογικών επιτευγμάτων) αξίζουν μέχρι τελευταίου λεπτού τα χρήματα που παίρνουν. Το ίδιο ο Λιονέλ Μέσι (συγγνώμη Κριστιάνο, αλλά η υπεραξία πρέπει να αφορά σε καταστάσεις που δεν έχουμε ξαναδεί και σε γεμίζουν με έκσταση και όχι σε εντυπωσιακές ικανότητες που δεν μπορείς να καταλάβεις αν δεν είσαι αθλητής), ο Ρότζερ Φέντερερ, ο Βαλεντίνο Ρόσι, η Ντανίκα Πάτρικ, οι δεινοί σκακιστές, η Μέριλ Στριπ και η Τζούλια Ρόμπερτς (ΟΧΙ ο Πάουλο Κοέλιο, ΟΧΙ ο Νταν Μπράουν, ακόμα δεν έχω αποφασίσει για την Τζ Κ Ρόουλινγκ).
Μια και ο λόγος για την Τζούλια Ρόμπερτς, υπήρχε η συνήθεια να δίνει ένα φιλί στο στόμα στον Λέτερμαν κάθε φορά που βρισκόταν στο σόου του. Τη δεύτερη φορά που έγινε, σήκωσε τα χέρια της στον αέρα ψηλά, σαν να νίκησε: και έμοιαζε πράγματι έτσι. Η Pretty Woman, το χαμόγελο που θα μπορούσε να εξαφανίσει τον πάγο από την Ανταρκτική για μισό αιώνα και να το κάνει ζεστή σοκολάτα, έδειξε με έναν απλό τρόπο ότι στο Late Night Show ο Λέτερμαν ήταν ο απόλυτος οικοδεσπότης.
Επειδή δεν ήταν ευχάριστος και δεν είχε διάθεση να γίνει. Επειδή ρώτησε την Πάρις Χίλτον για το πώς πέρασε στη φυλακή, και μετά εκείνη τον απείλησε με μηνύσεις. Επειδή φιλοξένησε τη νεαρά Μαντόνα σε μία εκπομπή που είπε «fuck» 14 φορές. Επειδή έμοιαζε με Αμερικάνο της επαρχίας, που μεγάλωσε σε φάρμα και που σου έδινε την αίσθηση ότι θα πήγαινε να πάρει το τουφέκι του για να πυροβολήσει τον γείτονα, ο οποίος θα του έκλεβε πορτοκάλια. Για το πόσο αγαπούσε, παρ’ όλα αυτά, τη Νέα Υόρκη και για το γεγονός ότι ήταν ο πρώτος που βγήκε, δύο μέρες μετά την τραγωδία των Δίδυμων Πύργων και σε έναν μονόλογο που ακόμα μνημονεύεται παρότρυνε τους Νεοϋορκέζους να σταθούν στα πόδια τους. Επειδή τον τελευταίο μήνα όλοι πήγαιναν στο σόου του αποθεώνοντάς τον και ο ίδιος ειλικρινώς δεν γύρευε τίποτα τέτοιο. Για τον μουσικό Πολ Σέιφερ και επειδή ο Κόναν και ο Κίμελ παρότρυναν τους θεατές το ίδιο πράγμα: στις 20 Μαΐου να μη δουν την εκπομπή τους και να παρακολουθήσουν τον Λέτερμαν.
Και πάλι, δεν καταλαβαίνω ακριβώς γιατί. Δεν μπορώ να συλλάβω τις λεπτές αποχρώσεις ενός ανθρώπου ο οποίος παρουσιάζει αυθόρμητα, πάνω στην κινησιολογία, τον πολιτισμό μίας χώρας από τότε που υπήρχαν οι σερίφηδες. Αλλά μπορώ να ξέρω τι εννοεί όταν λέει ότι «ως οικοδεσπότης δεν είμαι τόσο καλός, αλλά ως φιλοξενούμενος είμαι άθλιος», ενώ έχει κλείσει τα 68 χρόνια ζωής του. Όπως επίσης και το, «φυλάξτε κάτι για την κηδεία μου», όταν έβλεπε τον κόσμο να... θρηνεί για την αποχώρησή του λες και βρισκόταν στον Αχέροντα. Δεν ήταν ευχάριστος σε κανέναν, αλλά δεν είχε τουπέ. Απλώς συνέβαινε. Και όταν απλώς συμβαίνει, η αποχώρησή σου είναι κάτι για το οποίο κάποιος πρέπει να γράψει.
—————