Χωρίς τελείες


Για το '87

2015-06-14 15:26

 

Όταν πηγαίναμε στην Φραγκόκκλησα για να δούμε τους συγγενείς μας, περνούσαμε από το ΟΑΚΑ. Πήγαμε εκεί το Πάσχα, δύο μήνες πριν, και θυμήθηκα την πρώτη φορά που βρέθηκα εκεί: ήταν τον Ιούνιο του 1991. Μας είχε πάει ο πατέρας μου, αλλά δεν θυμάμαι τίποτα από εκείνη την επίσκεψη. Αυτό που μου έχει μείνει είναι να περνάμε μπροστά από το Ολυμπιακό Στάδιο και να σφυρίζω το «Final Countdown». Το γεγονός ότι το Ευρωμπάσκετ του 1987 έγινε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας ήταν από ήσσονος έως μηδαμινής σημασίας για ένα αγόρι 10 χρονών, που το μόνο που το ένοιαζε τότε ήταν τα σπορ και η έλξη προς τα κορίτσια.

(Είναι εκπληκτικό πώς, 24 χρόνια μετά, δεν έχει αλλάξει κάτι δραματικά. Φυσικά υπάρχουν προβλήματα βιωσιμότητας και ανησυχία για το μέλλον, αφού με εντυπωσιακό τρόπο όλα βρίσκονται στο μηδέν, αλλά η βάση είναι τα σπορ και τα κορίτσια. Οποιοδήποτε κι αν είναι το status quo).

Όλοι περνάμε τις καψούρες μας.

Γεννήθηκα και ο Νίκος Γκάλης έπαιζε στον Άρη. Μάλιστα, τη χρονιά που γεννήθηκα, ο Άρης είχε πάρει για προπονητή τον Ντούσαν Ίβκοβιτς. Η αυτοκρατορία του δεν είχε αρχίσει ακόμα. Ο Αντρέας ήταν προφανώς εκείνος ο τύπος που θα άλλαζε την Ελλάδα (και την άλλαξε, έστω κι αν δεν έγινε με τον τρόπο που κάποιος φανταζόταν). Το 1987, στην έκτη χρονιά διακυβέρνησής του, ο Αντρέας είδε τον Γκάλη να του παίρνει την πρωτοκαθεδρία στη δημοφιλία. Ήταν ο πιο διάσημος Έλληνας εκείνου του έτους. Και η Ελλάδα ήταν στην κορυφή της Ευρώπης.

Ο Γκάλης ήταν Μάγος. Δεν υπήρχε τίποτα που να μην μπορεί να κάνει. Ήταν βγαλμένος από τη συνομοταξία του Χάρι Πότερ, λες και η Τζέι Κέι Ρόουλινγκ ήξερε τον Γκάλη αλλά προτίμησε για ήρωά της τον Χάρι, διότι το ζητούμενο ήταν να υποφέρει αυτός από τον Βόλντεμορτ και όχι να γίνει το ανάποδο. Ο Γκάλης δούλευε πολύ, δούλευε εξωγήινα πολύ, δούλευε όπως δεν είχε δουλέψει ξανά μπασκετμπολίστας στην ιστορία. Κατά τη γνώμη μου, το χρυσό μετάλλιο της Εθνικής στο Ευρωμπάσκετ του 1987 είναι τρίτο μέσα στις 10 κορυφαίες στιγμές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού*.

-Το Euro 2004 (σόρι, αλλά μακράν).

-Το ασημένιο στο Μουντομπάσκετ του 2006 (είναι στη δεύτερη θέση λόγω της νίκης επί των Αμερικάνων).

-Το Ευρωμπάσκετ του 1987.

-Τα τέσσερα μετάλλια του Πύρρου.

-Το triplete του Κεντέρη σε Σίδνεϊ, Έντμοντον και Μόναχο από το 2000 έως το 2002.

-Η συμμετοχή του Παναθηναϊκού στα προημιτελικά του Champions League του 2002 (καλύτερο από το 1996, διότι έπρεπε να προκριθεί από 2 ομίλους για να φθάσει εκεί και τρόμαξε την Μπαρτσελόνα στο «Καμπ Νου» με τρόπο πραγματικά αξιομνημόνευτο).

-Τα διαδοχικά μετάλλια της Χρυσοπηγής Δεβετζή στους Ολυμπιακούς του 2004 και του 2008, αλλά και το χάλκινο στο Παγκόσμιο του 2007.

-Τα διαδοχικά χρυσά του Γιαννιώτη στα 10 χλμ. Παγκόσμιου ανοικτής θάλασσας, το 2011 και το 2013 με τη «σφήνα» της τέταρτης θέσης στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου του 2012 και την κατάκτηση της πρώτης θέσης στο Παγκόσμιο Κύπελλο της FINA εκείνη τη χρονιά.

-Το χρυσό της Πατουλίδου στα 110μ. με εμπόδια στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης το 1992, το πρώτο γυναικείο χρυσό μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες.

-Η τριετία της εθνικής πόλο Γυναικών από το 2009 έως το 2011 και εκείνη της εθνικής πόλο Ανδρών από το 2003 έως το 2005 (μισή μονάδα το καθένα· θα έπρεπε να τα χωρίσω, αλλά δεν θα χωρούσαν και τα δύο στη δεκάδα, οπότε η δολιοφθορά το επιτάσσει).

*Εδώ πρέπει να γίνει αναφορά και στις κατακτημένες Ευρωλίγκες του 2002 από τον Παναθηναϊκό και του 2012 από τον Ολυμπιακό. Ένα ποδοσφαιρικό κατόρθωμα σαν αυτό που πέτυχαν οι «πράσινοι» του 2002 δεν μου φαίνεται ανώτερο, αλλά είναι 12 παιχνίδια σε ομίλους με ομάδες όπως η Άρσεναλ και η Ρεάλ Μαδρίτης και νίκη επί της Μπαρτσελονά στη Λεωφόρο στον πρώτο προημιτελικό.

Για μένα, ο Γκάλης είναι στους 10 κορυφαίους αθλητές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Τον έχω πρώτο στη λίστα μου.

-Νίκος Γκάλης.

-Πύρρος Δήμας.

-Κώστας Κεντέρης.

-Πηγή Δεβετζή.

-Σπύρος Γιαννιώτης.

-Γιώργος Καραγκούνης.

-Παναγιώτης Γιαννάκης.

-Κωνσταντίνος Τσικλητήρας.

-Νίκος Κακλαμανάκης.

-Γιώργος Αφρουδάκης.

Τα κριτήρια, ασφαλώς, είναι υποκειμενικά και οι λίστες αφήνουν μία μεγάλη περίοδο του ελληνικού αθλητισμού απ’ έξω. Θα μπορούσαν να χωρέσουν ιστιοπλόοι, κωπηλάτες και γυμναστές, αληθινοί αθλητές που δεν παίρνουν ούτε μέρα ρεπό. Εκείνοι οι τύποι που ξυπνούν στις 6 το πρωί και ντύνονται για να μπουν στην οκτάκωπο στην Καστοριά την 1η Γενάρη, με τη θερμοκρασία του νερού κάτω του μηδέν. Θα μπορούσα να έχω τον Ιωάννη Μελισσανίδη ή τον Δημοσθένη Ταμπάκο, τον Βασίλη Πολύμερο ή τη Σοφία Μπεκατώρου, τον Τάσο Μπουντούρη ή τον Στέλιο Μιγιάκη. Ακόμα και τον Ακάκιο Καχιασβίλι. Ίσως να έπρεπε να το σκεφτώ ξανά για τον Μίμη Δομάζο, τη Βούλα Πατουλίδου, τον Ανδρέα Μουράτη, τον Φαίδωνα Ματθαίου και τον Γιώργο Κούδα ή τον Παναγιώτη Γκιώνη. Τι να πω: είμαι ρηχός. Το πρώτιστο κριτήριο είναι η διάρκεια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Οι υπερβάσεις του αθλητή σε κακομαθαίνουν και ο ελληνικός αθλητισμός μπορεί να βρίσκεται σε άσχημο φεγγάρι, αλλά πλέον ξέρουμε καλύτερα από κάθε άλλη εποχή τι κάνουν αυτά τα παιδιά για να μπορούν να διακρίνονται. Κυρίως, τι κάνουν οι άλλοι μεγάλοι αθλητές από άλλες χώρες που τους ανταγωνίζονται. Ίσως αβαντάρω την εποχή μου, αλλά από την πλευρά της ενημέρωσης είναι η πληρέστερη. Αν ζούσα τη δεκαετία του ’50, μπορεί να είχα πρώτο κάποιον παίκτη του Πανελλήνιου. Είναι πού σε βρίσκει η πετριά, αν και νομίζω ότι η επιλογή του Γκάλη πρέπει να βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους ανθρώπους. Μαζί με τον Γιαννάκη έβαλαν τη γυμναστική στο μπάσκετ: ήταν πιονέροι από αυτήν την άποψη και παρά το γεγονός ότι το έκαναν μόνοι τους, έφεραν την εξέλιξη που αυτήν τη φορά ήταν και πρόοδος.   

Έχουν περάσει 28 χρόνια από την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του ’87. Από την ψυχραιμία του Ανδρίτσου, από τις βολές του Καμπούρη, από τα ανοσιουργήματα του Γκάλη, που θα έκαναν έξαλλους τους Ιταλούς μαστροπούς ιεροεξεταστές του 15ου αιώνα μετά Χριστόν. Αθλητικούς θριάμβους θα ζήσουμε ξανά: ήδη, στις 25 Απρίλη του 2015 πρωτόγνωρα συναισθήματα με κατέκλυσαν και για πάνω από ένα τριήμερο ο κόσμος ήταν διαφορετικός, ζούσα μέσα σε ένα μιλφέιγ παρέα με την Τίνκερμπελ. Και υπό αυτήν την έννοια, το 1987 ήταν κάτι άλλο. Θυμάμαι πράγματα από αυτό, να βγαίνω στο μπαλκόνι για να δω τον κόσμο και ο πατέρας μου να με μαζεύει έξαλλος, να πηγαίνουμε σε ξενοδοχείο για να κοιμηθούμε αφού οι γονείς μου δεν ήξεραν πώς να λειτουργήσουν τον κλιματισμό και να νομίζω ότι είναι το Χίλτον μέχρι που προσφάτως έμαθα (χωρίς να το θέλω διότι ήξερα ότι δεν πρέπει να το μάθω) ότι ήταν ένα φτηνό στην πλατεία Αμερικής. Το λόμπι που κάθισα με τον μπαμπά μου για να δούμε το χαμένο ματς με την Ισπανία, ωστόσο, μου φαινόταν τεράστιο και για αυτό θα επιμείνω σε ό,τι αφορά το Χίλτον.

Όσοι μπορούν να θυμηθούν κάτι από εκείνη την εποχή έχουν αντίστοιχη εμπειρία. Η πρώτη σπουδαία σύναξη μετά τη μεταπολίτευση ήρθε τον Ιούνιο του ’87. Ονόματα όπως Γιουγκοσλαβία και Σοβιετική Ένωση έμοιαζαν με ιστορίες του Ουμπέρτο Έκο. Το υπόβαθρο ήταν θρησκευτικό. Και αν και αυτό όντως ήταν αμφιλεγόμενο, η μετάδοση του σπουδαίου Φίλιππου Συρίγου στην ΕΡΤ ήταν ο πρώτος οδηγός αισιοδοξίας που είχα για αυτό που πραγματικά ήθελα να κάνω.    

—————

Πίσω