Χωρίς τελείες


Η αγωνιώδης αίσθηση του γλυκόπικρου

2015-05-10 03:57

Οπότε, τα μέτρα και σταθμά του ελληνικού πόλο σε επίπεδο συλλόγων αυτήν τη στιγμή είναι τα εξής: ο Ολυμπιακός νίκησε με 19 γκολ συνολική διαφορά τους ΠΑΟΚ και Παναθηναϊκό, σπάζοντας το +18 που είχε στην Άρτα το 2006, όταν οι τρεις υπόλοιπες ομάδες (Πανιώνιος, ΝΟ Χίου, Εθνικός) δεν έπαιζαν με τους βασικούς παίκτες τους. Νίκησε 8 γκολ διαφορά στον τελικό, που ήταν η μεγαλύτερη από το 1954 και έβαλε 18 γκολ στο παιχνίδι που έκρινε το τρόπαιο. Και έμεινε η σκέψη ότι σε κάποια φάση αυτό το κύπελλο ήρθε δύσκολα. Έγινε, μάλιστα, μάλλον πάνω στην άψη της στιγμής, σχετική ερώτηση στον Θοδωρή Βλάχο, αν αυτό είναι το πιο δύσκολο Κύπελλο που έχει πάρει ως πρώτος προπονητής. Ο Βλάχος ήταν κόουτς του Ολυμπιακού στο 6-5 επί της Βουλιαγμένης στη Λαμία, εκεί που δεν υπήρχε ηλεκτρονικό χρονόμετρο και από τη γραμματεία φώναζαν πόσα δευτερόλεπτα απομένουν, ενώ από τη Βουλιαγμένη διαμαρτυρήθηκαν φευγαλέα για την τελευταία προσπάθεια του Αρτίν Ελμισιάν και στο περυσινό 11-10 επί του ΝΟΒ στον Άλιμο, που επίσης κρίθηκε στο τελευταίο λεπτό. Σε αυτό το παιχνίδι, στο Καρπενήσι, υπήρχε μόνο η ψευδαίσθηση του ανταγωνισμού. Δεν ετίθετο καν θέμα, ήταν ένα από τα πιο άνετα τρόπαια που έχει κατακτήσει ο Ολυμπιακός στην ιστορία του.

Τώρα, να προσπαθήσεις να πείσεις ότι όντως υπάρχει ανταγωνισμός, δεν είναι αθέμιτο. Το εμπόριο έχει γεννηθεί πριν από εκατοντάδες χιλιάδες έτη. Ο κόσμος πρέπει να συνεχίσει να κινείται και υπό την έννοια του θεάματος. Για να συμβαίνει αυτό, πρέπει να προσαρμόζεις τα ζητούμενα πάνω στην αλήθεια. Σε ό,τι αφορά την τηλεόραση και γενικώς τα μίντια, πρέπει να πλασάρουν μία διοργάνωση στην οποία έγιναν τρία σχεδόν βαρετά ματς, με τον τελικό να καταφέρνει να είναι βαρετός αν και σημειώθηκαν 28 γκολ, κάτι που αποτελεί ρεκόρ. Υπό την έννοια ότι η Σαμπαντέλ νίκησε πέρυσι στον τελικό της Ευρωλίγκας τη Βουλιαγμένη με σκορ 19-10, μπορεί κάποιος να πει ότι το Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός ήταν πιο συναρπαστικό. Μπορεί επίσης να αποτελεί την αρχή μίας κόντρας σε μεγάλα ματς, κάτι που δεν θα είναι ωραίο. Το πόλο είναι ένα σπορ που δεν έχει μεγάλο κοινό, είναι ακαταλαβίστικο και δύσκολο να το συμπαθήσεις: αν αρχίσουν τα Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, θα είναι ένα σπορ που δεν έχει μεγάλο κοινό, θα είναι ακαταλαβίστικο και δύσκολο να το συμπαθήσεις, αλλά με βία. Ο Παναθηναϊκός δεν κάνει κακή προσπάθεια: έχει συμπαθητικές ομάδες στην ακαδημία, στην ανδρική ομάδα υπάρχει μία διοίκηση που τηρεί τον λόγο που έχει δώσει, παρά το γεγονός ότι τα χρήματα είναι λίγα. Λίγα χρήματα σημαίνουν μία προπόνηση καθημερινά. Οι πολίστες του Ολυμπιακού, τώρα, δεν έχουν συμφωνήσει με ποσά που έπαιρναν οι παίκτες της ίδιας ομάδας- αλλά και του Εθνικού, της Βουλιαγμένης- πριν από 10 χρόνια, παρ’ όλα αυτά είναι πάρα πολλά περισσότερα από εκείνα που παίρνουν οι ομόλογοί τους. Όταν έχεις στις 09:00 γυμναστήριο και στις 10:30 προπόνηση μέχρι τις 12:00 για πέντε μέρες την εβδομάδα και οι αθλητές του ανταγωνιστή σου εκείνη την ώρα είναι στη δουλειά, για να είναι πιο άνετοι στη ζωή τους, ένα αποτέλεσμα 18-10 είναι εξαιρετικά λογικό και θα μπορούσε, πράγματι, να το πει κάποιος τιμητικό.

Φυσικά, σε αυτό εδώ το στάδιο που βρίσκεται ο ελληνικός ερασιτεχνικός αθλητισμός, δεν μπορεί να πει κάποιος ότι ο Παναθηναϊκός θα βρει τρόπο να ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια: αυτό ξεκινά από το ποδόσφαιρο. Μόνο ο Εθνικός, αυτήν τη στιγμή, θα μπορούσε να βρει κάποιον χορηγό που να τον καταστήσει απειλητικό, διότι για τους «κυανόλευκους» του Πειραιά το πόλο είναι ισοϋψές με το ποδόσφαιρο. Είναι ο μόνος σύλλογος στην Ελλάδα που μπορεί να περηφανεύεται (και είναι όντως λόγος περηφάνιας, ρωτήστε οποιονδήποτε κάτοικο της Βουδαπέστης αν θέλετε) για αυτό.

Αυτός ο τελικός ήταν παιχνίδι που μετρούσε, περισσότερο από όλους τους άλλους, για τον Νικόλα Δεληγιάννη. Φθάνοντας τα 12 Κύπελλα, ξεπέρασε τους Θοδωρή Χατζηθεοδώρου και Τάσο Σχίζα σε κατακτήσεις.

Τώρα, δεν είναι ένα ιστορικό γεγονός ότι ξεπέρασε αυτούς τους δύο πολίστες, οι οποίοι έχουν αποχωρήσει. Θα μπορούσε να είναι αν, ας πούμε, είχε ξεπεράσει τον Ανδρέα Γαρύφαλλο ή τον Σαράντο Σαράντο. Δηλαδή δύο παίκτες άλλων γενεών. Παρ’ όλα αυτά είναι μία σπουδαία προσωπική επιτυχία. Ο Δεληγιάννης με τον Χατζηθεοδώρου, τον Αντώνη Βλοντάκη και τον Γιώργο Αφρουδάκη, συναντήθηκαν το καλοκαίρι του 1992 στην εθνική Παίδων*. Ο Τάσος Σχίζας αντάμωσε μαζί τους το 1995, όταν η εθνική Εφήβων κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Δουνκέρκης, στέλνοντας τα πρώτα ελπιδοφόρα μηνύματα για το τι μπορούσαν να κάνουν. Ως προσωπική ιστορία, ό,τι κατάφερε είναι αξεπέραστο: είναι στην κορυφή μίας λίστας που από κάτω βρίσκονται δύο τύποι που ήταν συμπαίκτης τους για τουλάχιστον 20 χρόνια. Με τον πρώτο ήταν μαζί στον Ολυμπιακό από το 2001 έως το 2010. Με τον δεύτερο, από το 2002 έως το 2014. Όταν ο Δεληγιάννης έφθασε στον Ολυμπιακό, ο Χατζηθεοδώρου είχε ψηφιστεί ως κορυφαίος παίκτης στην Ευρώπη: διάολε, ήταν ο MVP του Final 4 του 2001 στο Champions League που είχε χάσει η ομάδα του! Ο Σχίζας είχε πάρει το Κύπελλο του 2000, όταν εκείνος ακόμα δεν είχε πάρει τίτλο. Τώρα, αν ο Δεληγιάννης πάρει και το πρωτάθλημα, φθάνει επίσης στα 12 , όσα έχει ο Χατζηθεοδώρου και ο Σάκης Πλατανίτης. Το σημαντικό είναι ότι οι αριθμοί δεν φέρνουν στο φως μόνο τη διάρκεια της καριέρας του τερματοφύλακα με τους 4 Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά και το πώς η δική του- η πιο σπουδαία- γενιά καθόρισε το ελληνικό πόλο. Αυτός ο τίτλος- ο οποίος είναι ο πρώτος που κατακτά ως αρχηγός στην ομάδα του- και η μοναξιά στην κορυφή αποτελεί μία ευκαιρία για τον ίδιο να θυμηθεί τι έκανε με αυτούς τους συμπαίκτες και όχι ξεχωριστά. Με το πρωτάθλημα φθάνει τους 26 τίτλους συνολικά και περνάει με τη σειρά του τον Φραγκίσκο Αλβέρτη, όπως ο Χατζηθεοδώρου έκανε το 2010, όταν έφθασε τους 27: το ξέρω, διότι πήρε όλους τους δημοσιογράφους που κάλυπταν το ρεπορτάζ του Ολυμπιακού για να τους ενημερώσει να μετρήσουν και το Σούπερ Καπ του 1997, που δεν ήταν βέβαιο ότι έπιανε για επίσημο τίτλο.

*Το 1992, που έγινε αυτή η θαυμάσια συνάθροιση στην εθνική Παίδων, ο Θοδωρής Βλάχος έπαιρνε τον πρώτο τίτλο του στον Ολυμπιακό, ο οποίος ήταν ο πρώτος σε μία απόσταση 21 ετών: αυτό το 9-8 επί του ΝΟ Πατρών στο ΟΑΚΑ ήταν λύτρωση και τα νάματα της αυτοκρατορίας εξ απαλών ονύχων. Το πρώτο Κύπελλο από τα 17 συνολικά σε 24 περιπτώσεις. Σταλινικό ποσοστό. Έχουν περάσει 23 χρόνια και ο Βλάχος (στην κάτωθι φωτογραφία αγόρι, που λέει ο λόγος, με την υπόλοιπη ομάδα, φωτογραφία σκαναρισμένη από το «Φως των Σπορ») πήρε τον πέμπτο τίτλο του ως τεχνικού του Ολυμπιακού και πρώτο με αρχηγό τον Δεληγιάννη, ο οποίος ήταν 15 χρόνων εκείνο το δίσεκτο έτος. 

Ελπίδα είναι, σε μία πενταετία από τώρα, η επόμενη γενιά να έχει κάτι να περηφανεύεται. Ο Γιώργος Ντόσκας, φερ’ ειπείν, που πήρε το 10ο Κύπελλό του ή ο Βαγγέλης Δελακάς που έφθασε τα 9. Ο Μανώλης Μυλωνάκης, που ήταν ο πρώτος παίκτης που πήρε το πρωτάθλημα και το Κύπελλο με τρεις διαφορετικές ομάδες την ίδια χρονιά, δηλαδή το 2012. Ο Μυλωνάκης ήταν εξαιρετικός στον τελικό, για αυτό πήρε το βραβείο του MVP, αλλά θα ψήφιζα Δελακά, όπως έκανα το 2011 στην Κάλυμνο, όταν ο Γιάννης Φουντούλης πήρε το πρώτο από τα δύο βραβεία του Πολυτιμότερου Παίκτη. Ο τελευταίος είναι μέλος της αμέσως επόμενης φουρνιάς, με Χριστόδουλο Κολόμβο και Κώστα Μουρίκη, ενώ λίγο πιο πίσω είναι ο Κυριάκος Ποντικέας, που το Σάββατο έκλεισε τα 24 χρόνια του, ο Άγγελος Βλαχόπουλος και ο Αλέξανδρος Γούνας με τον Κώστα Γαλανίδη. Πιο πίσω είναι ο Γιώργος Δερβίσης, ο οποίος είναι από τους πιο βελτιωμένους πολίστες στην Ελλάδα. Δεν μπορεί κάποιος να μιλήσει για γενιές, αλλά σίγουρα υπάρχουν διαφορετικές λεπτές αποχρώσεις σε κάθε ηλικιακό στρώμα.

 Φυσικά, ηλικιακής αρχής γενομένης από τους Ντόσκα, Δελακά και Μυλωνάκη, τα έργα των πολιστών του Ολυμπιακού θα κριθούν από πόσα Final 6 στο Champions League θα φθάσουν και τι θα κάνουν (πλην του Χιώτη, ο οποίος διαρρηγνύει τα ιμάτιά του ότι δεν θα παίξει ξανά στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα) με την εθνική ομάδα στις μεγάλες διοργανώσεις. Πρέπει να είναι σημαντική για τους ίδιους η πορεία που διανύουν και πρώτος στόχος- όπως ήταν πάντα ο πρώτιστος στόχος για την Εθνική και για αυτό μπορεί να φουσκώνει σαν το παγώνι από περηφάνια- είναι να πάνε ξανά στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πέραν κάθε διακρίσεως, το να συμμετέχει η Εθνική σε 10η διαδοχική τέτοια διοργάνωση είναι πραγματικά σημαντικό.   

Για να επιστραφεί η κουβέντα στον Δεληγιάννη, η ρεπόρτερ της συνδρομητικής τηλεόρασης- η οποία κάλυψε το event σαν να ήταν πράγματι ένα από τα πιο σημαντικά της χρονιάς, με προσήλωση και χωρίς να νιώθεις ότι οι περιγραφές γίνονται στου Κασσίδη το κεφάλι, έστω κι αν στην Κολυμβητική Ομοσπονδία κατόρθωσαν και έκαναν συνέντευξη Τύπου χωρίς εκπροσώπους των ομάδων και έπειτα είχαν ημιεπίσημη θέση ότι «αυτό δεν είναι ευθύνη της ΚΟΕ»*- τον ρώτησε αν αυτό που πήρε είναι το τελευταίο Κύπελλο Ελλάδος του.

*Πραγματικά- και χωρίς ειρωνεία- θα ήθελα να ξέρω τι στο καλό είναι ευθύνη της ΚΟΕ: αν δεν μπορεί μία ομοσπονδία σε Final 4 Κυπέλλου να διοργανώσει μία συνέντευξη με τους αληθινούς πρωταγωνιστές του παιχνιδιού (όχι, οι αληθινοί πρωταγωνιστές ΔΕΝ ήταν στη συνέντευξη Τύπου) και έπειτα κρίνει για υπαίτιες τις ομάδες, δεν ξέρω για τι πραγματικά φταίει.

Ο Δεληγιάννης απάντησε ότι δεν θέλει να τα σκέφτεται αυτά. Στις 3 Σεπτεμβρίου κλείνει τα 39 χρόνια του και ασφαλώς δεν μπορεί να παίζει πάντα στο υψηλότερο επίπεδο. Μου θυμίζει κάπως την ιστορία που παίζει με τον Τιμ Ντάνκαν: ο σέντερ των Σπερς πέτυχε 27 πόντους και πήρε 11 ριμπάουντ στο έβδομο ματς με τους Λος Άντζελες Κλίπερς στο Staples. Πέτυχε δύο σούπερ βολές με 8 δευτερόλεπτα να απομένουν για τη λήξη του παιχνιδιού, αλλά δεν μπόρεσε (για 5 εκατοστά) να κόψει το σουτ του Κρις Πολ με 1’’ να απομένει. Οι πιο βιαστικοί άρχισαν να υφαίνουν τις αγιογραφίες για τον εξωγήινο Τίμοθι Άλμπερτ, παρ’ όλα αυτά δεν είπε ότι σταματάει. Πώς στο καλό ένας παίκτης που σημείωσε 27 πόντους και πήρε 11 ριμπάουντ στο τελευταίο ματς που έπαιξε θα σταματήσει; Είναι από τις καταστάσεις που θα αισθανθείς όμορφα και άσχημα ό,τι και να κάνει: η θέση του στο status quo του αθλήματος είναι εξασφαλισμένη, δεν θέλεις να είναι μία ή δύο ταχύτητες κάτω και να χάσει την αίγλη του, αλλά από την άλλη μεριά είναι ένας θρύλος. Θα παίζει όσο θέλει και για αυτό θα του αποδώσει σεβασμό το ίδιο το παιχνίδι και η ομάδα του. Φαντάζομαι ότι όπως αποφασίζει ο Ντάνκαν για το αν θα συνεχίσει στους Σπερς- και όχι ο οργανισμός- έτσι θα αποφασίσει και ο Δεληγιάννης αν θα συνεχίσει στον Ολυμπιακό. Σε ό,τι αφορά τον θεατή, δημιουργείται η αγωνιώδης αίσθηση του γλυκόπικρου. Να νιώθεις όμορφα και άσχημα την ίδια στιγμή, όποια και να είναι η συνέχεια.

Το ένστικτό τσιγκλάει προς την κατεύθυνση ότι ο τερματοφύλακας του Ολυμπιακού θέλει να συμπληρώσει 15ετία: να παίξει και τον επόμενο χρόνο. Δεν γνωρίζω αν ενδόμυχα σκέφτεται να εξαντλήσει τις πιθανότητές του για να μπει στην εθνική ομάδα και να διεκδικήσει τους πέμπτους Ολυμπιακούς Αγώνες της καριέρας του, πάντως δεν φαίνεται αυτήν τη στιγμή διατεθειμένος να σταματήσει. Είναι πολύ λογικό να ψάξει σπουδαία ματς στους τελικούς του πρωταθλήματος που θα γείρουν τη ζυγαριά στην επιχειρηματολογία του.

Ούτως ή άλλως το ηλικιακό υπόβαθρο στο οποίο κινούνται οι τερματοφύλακες σε κάθε σπορ είναι διαφορετικό. Την τελευταία τετραετία (δηλαδή από τον τέταρτο τελικό του 2011 και έπειτα), το αν θα σταματήσει ή αν θα συνεχίσει μοιάζει με το μάδημα της μαργαρίτας. Κάθε φορά μία λιτή ανακοίνωση ανανέωσης λύνει την απορία. Αν δεν πει ο ίδιος ότι φεύγει- παρά το γεγονός ότι έχει βρει την εργασιακή φόρμουλα ώστε να δουλεύει και στη δική του και της συζύγου του, Αγγελικής Καραπατάκη, ακαδημία κολύμβησης, δηλαδή τους Αστέριες, στην οποία επίσης εργάζεται η Βάσω Μαυρέλου, πάει να πει λεφτά σε ελβετική τράπεζα για τους γονείς- ίδιο θα είναι και το καλοκαίρι αυτό. Σαν το «Καλοκαίρι» του Σαββόπουλου, που το ονειρώδες απαντάται με το εφιαλτικό.

—————

Πίσω