Χωρίς τελείες


Η απρόσιτη ελίτ και το Κολωνάκι

2015-09-15 17:18

Όταν ο Νόβακ Τζόκοβιτς είδε την επιστροφή του Ρότζερ Φέντερερ με το forehand να βγαίνει έξω, είχε επικυρώσει, ουσιαστικά, τη δεύτερη κορυφαία σεζόν στην καριέρα του, έως τώρα, και μία από τις καλύτερες στην ιστορία του τένις. Μία μέρα πριν, η Ρομπέρτα Βίντσι έπαιζε στον τελικό του US Open με τη Φλάβια Πενέτα. Το ματς ήταν από εκείνα που ήδη έχει μπει στη διαδικασία εκείνος που το παρακολούθησε, να το ξεχάσει. Το γεγονός ότι η Βίντσι απέκλεισε την Πενέτα- όπως ότι ο Κράιτσεκ απέκλεισε τον Πιτ Σάμπρας το 1996, πηγαίνοντας για το πέμπτο διαδοχικό Γουίμπλεντόν του- ουδείς πρόκειται να το ξεχάσει. Η Πενέτα έκανε ξεχωριστό έναν αδιάφορο τελικό δίπλα στη φιλενάδα της, με την οποία έπαιζαν τένις όταν ήταν πιτσιρίκες στο χωριό της στο Μπρίντισι.

Η Ρομπέρτα Βίντσι* έπεσε από τον ουρανό στον ημιτελικό με τη Σερένα Γουίλιαμς. Η Σερένα πήγαινε να γράψει ιστορία. Η Βίντσι έφθασε στον ημιτελικό ως εξής: απέκλεισε το νούμερο 414 στον κόσμο, την Αμερικανίδα Βάνια Κινγκ, το νούμερο 77 στον κόσμο, την Τσέχα Ντενίσα Αλέρτοβα, στα τρία σετ, το νούμερο 96 στον κόσμο, την Κολομβιανή Μαριάνα Ντουκουέ-Μαρίνο, στα τρία σετ, πέρασε τη Γαλλίδα Γιουτζίν Μπουσάρ στον τέταρτο γύρο, εκεί που υποθετικά θα τελείωνε ο δρόμος, επειδή η Γαλλίδα γλίστρησε στα αποδυτήρια και έπαθε διάσειση, και στον προημιτελικό απέκλεισε το νούμερο 40 στον κόσμο, τη Γαλλίδα Κριστίνα Μλαντένοβιτς. Φυσικά, επειδή έπρεπε στην ιστορία να υπάρχει μία συγκεκριμένη λεπτομέρεια που να κάνει ακόμα πιο σημαντική τη σπουδαιότητα του συμβάντος, δεν αρκούσαν τα ουρλιαχτά και όλο το δίπρακτο στο «Άρθουρ Ας». Αρκούσε να ειπωθεί ότι η Βίντσι είχε κλείσει εισιτήρια για να επιστρέψει στην Ιταλία την επόμενη μέρα του ημιτελικού. Και, εν τέλει, αρκούσε να μας πει η Φλάβια Πενέτα ότι σταματάει το τένις με ένα τέλειο τέλος.

*Σύμφωνα με την εκπληκτική ιστοσελίδα fivethirtyeight.com, η νίκη της Βίντσι επί της Σερένα είναι, και στατιστικά, η μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών στην ιστορία του τένις Γυναικών. Τις δύο χώριζαν, σύμφωνα με την έγκυρη στατιστική υπηρεσία Elo, 652 πόντοι στην παγκόσμια κατάταξη, κάτι που έδινε 3% πιθανότητες στην Ιταλίδα να νικήσει το παιχνίδι. Η αμέσως προηγούμενη μεγαλύτερη διαφορά ήταν της Έλενας Σούκοβα με τη Μαρτίνα Ναβρατίλοβα στον ημιτελικό του Αυστραλιανού Όπεν το 1984. Αυτή η έκπληξη καλύπτει τις ακόμα μεγαλύτερες διαφορές, διότι επετεύχθη στα ημιτελικά του θεσμού. Δηλαδή, από τα προημιτελικά του μονού Γυναικών και μετά είναι η μεγαλύτερη όλων των εποχών, διότι όταν μειώνεται ο αριθμός, μειώνεται και η απόσταση. Στους Άνδρες η μεγαλύτερη διαφορά σε βαθμούς από προημιτελικό και έπειτα που συνοδεύτηκε από έκπληξη, ήρθε στα προημιτελικά του Ρολάν Γκαρός όταν ο Κρίστοφερ Ροζέρ Βασελέν απέκλεισε τον Τζίμι Κόνορς, από τον οποίο τον χώριζαν 580 πόντοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο μία φορά στις 8 πρώτες περιπτώσεις έχει καταφέρει τενίστρια να κατακτήσει το τρόπαιο ενώ έχει αποκλείσει το φαβορί στα προημιτελικά ή στα ημιτελικά: η Μπάρμπαρα Τζόρνταν κατάφερε να πάρει το Αυστραλιανό Όπεν του 1979, ενώ στον προημιτελικό είχε επικρατήσει της Χάνα Μαντλίκοβα, από την οποία τη χώριζαν 513 πόντοι.

Όταν, λοιπόν, ο Νόβακ Τζόκοβιτς είδε το forehand return του Φέντερερ να βγαίνει εκτός, επικύρωσε το δέκατο Major της καριέρας του. Ανέβηκε στο box των ανθρώπων του και τους αγκάλιασε. Σε κάποια φάση, επειδή ουδέν κρυπτόν μένει από τις κάμερες, φώναξε μαζί με έναν φίλο του, «This is Sparta». Είναι η κλασική ατάκα από τους «300». Έπειτα, στη φυσούνα, η οποία στη Νέα Υόρκη αποτελεί παρέλαση διασημοτήτων, πέτυχε τον Τζέραλντ Μπάτλερ, που βρέθηκε να παίζει τον Λεωνίδα σε εκείνη την ταινία. Το ίδιο έκαναν στην κάμερα, μάλλον κάποιου υπερσύγχρονου κινητού και έτσι αυτό το βίντεο έχει ήδη γίνει youtube sensation.

Για να σημειώσω κάτι για αυτό μισό λεπτό, μια σκέψη που είναι δανεισμένη, αλλά που ταιριάζει γάντι στο συγκεκριμένο ζήτημα. Η Σπάρτη ήταν η πρώτη μορφή της Αρίας Φυλής. Ο ναζιστικός χαιρετισμός ήταν στην πραγματικότητα σπαρτιάτικος. Αν κάποιος παρατηρήσει τη φιλοσοφία, τις τέχνες, πώς δημιουργήθηκε η κριτική σκέψη, τη δημοκρατία, τις επιστήμες, μπορεί να μην το παρατηρήσει, πάντως ισχύει, ότι δεν υπάρχει ούτε ένας Σπαρτιάτης. Ήταν τέτοια η τάση τους για το άριο, που σκότωναν τα ανάπηρα παιδιά. Τα ανάπηρα παιδιά είναι μία μεταφορά: εκείνα που δεν μπορούσαν να γίνουν πολεμιστές, επειδή κατά βάθος δεν ήθελαν. Και ο καλλιτέχνης, ο φιλόσοφος, εκείνος που πρόκειται να κάνει τη σπουδαία εφεύρεση, εκείνος που η ανησυχία στο μυαλό του δεν αφήνει το σώμα να κουνηθεί, διότι τρέμει να «παίξει» με τις πιθανότητες να χαθούν οι σπίθες που δημιουργούν οι συναντήσεις των νοητικών καλωδίων του, πρέπει να θεωρείται ανάπηρο παιδί.

Ο Τζόκοβιτς είναι Σέρβος. Γεννήθηκε λίγο πριν η ενωμένη Γιουγκοσλαβία διαλυθεί και χωριστεί εις τα εξ ων συνετέθησαν. Οριακά θυμάται τι έγινε. Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1987, μόλις 23 μέρες πριν η Ελλάδα κατακτήσει το Ευρωμπάσκετ. Λογικά δεν θυμάται, στα 4 του, την επικρατούσα κατάσταση. Αλλά πιθανότατα θυμάται λίγο καλύτερα τις βόμβες με αφορμή την πολιτική Μιλόσεβιτς, το 1999. Πιθανότατα εκείνη τη μέρα είχε προπόνηση στο τένις.

Ο Τζόκοβιτς θα ήθελε, τώρα, να είναι λίγο πιο αγαπητός. Ο πιο αγαπητός τενίστας στην ιστορία του σπορ είναι μακράν ο Φέντερερ. Ο Ελβετός δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα για αυτό. Τον αγάπησαν ενώ είχε αλογοουρά στο Γουίμπλεντον. Τον λάτρεψαν στην Αυστραλία. Συνδέθηκε με μία σχέση που μόνο ως πάθους μπορεί να οριστεί, στο Παρίσι. Στη Νέα Υόρκη εκπλήρωσε όλες τις στυλιστικές και αισθητικές ανησυχίες του κοινού, που το οδηγούσε στην έξοδο σε όλα τα μοντέρνα μέρη του «Μεγάλου Μήλου». Ο Τζόκοβιτς μπήκε στο τουρ το 2005. Τον Ιανουάριο του 2007 έφθασε στον τέταρτο γύρο του Αυστραλιανού Όπεν και έχασε από τον Φέντερερ. Τον Ιούνιο του 2007 έφθασε στον ημιτελικό του Ρολάν Γκαρός και έχασε από τον Ναδάλ. Στο Γουίμπλεντον του 2007 έφθασε στον ημιτελικό του Γουίμπλεντον και αποσύρθηκε στο 1-4 του τρίτου σετ με τον Ναδάλ, αν και είχε πάρει το πρώτο και είχε χάσει το δεύτερο. Στο US Open του 2007 έφθασε στον τελικό και έχασε 3-0 σετ από τον Ρότζερ Φέντερερ, αλλά, επειδή ήταν εξαιρετικό ταλέντο στις μιμήσεις, είχε ήδη φτιάξει το προφίλ του διασκεδαστή. Μόλις 4 μήνες μετά, στο Αυστραλιανό Όπεν του 2008, κατάφερε να πάρει τον πρώτο τίτλο του, όταν απέκλεισε 3-0 σετ τον Φέντερερ στον ημιτελικό και νίκησε 3-1 σετ τον Τζο Βιλφρίντ Τσονγκά στον τελικό.

Ο Φέντερερ είναι Ελβετός και ο Τζόκοβιτς Σέρβος. Αυτό λέει απευθείας κάτι. Ο Φέντερερ μιλάει άψογα αγγλικά, γαλλικά, αλλά και γερμανικά: έχει φιλανθρωπικό ίδρυμα. Η μητέρα του είναι από τη Νότιο Αφρική. Παντρεύτηκε την κοπέλα που ερωτεύθηκε από τους Ολυμπιακούς του Σίδνεϊ, το 2000 και έχουν τέσσερα παιδιά. Είναι από εκείνους τους τύπους που, ιδέα να μην έχεις από το τένις, μπαίνει στο κορτ και ξέρεις ότι συμβαίνει κάτι. Ότι αυτός είναι κάποιος. Όταν, δε, αρχίζει να ξεδιπλώνει το βελούδινο παιχνίδι του, βρίσκεσαι σε κατάσταση ύπνωσης. Ο ένας πόντος είναι καλύτερος από τον προηγούμενο. Μπορεί να πανηγυρίσει, να φωνάξει, ακόμα και να σπάσει ρακέτα, αλλά τον συγχωρείς, όλα φανερώνουν την αρμονία στις κινήσεις τους. Η Ελβετία έχει τον Φέντερερ, τις τράπεζες, τα ρολόγια και τα σοκολατάκια. Οι Ελβετοί έχουν έναν έντιμο πατριωτισμό, που δεν υπερβαίνει τη μετριοπάθεια για να μετατραπεί σε ψύχωση. Ο Φέντερερ βγαίνει στο κορτ και αν υπάρχουν 3.000.000 νοματαίοι μπροστά σε υπολογιστή που θα το πάρουν χαμπάρι εκείνη την ώρα, 3.000.000 στριμ θα ανάψουν την ίδια στιγμή.

Ο Τζόκοβιτς προέρχεται από μία χώρα που έχει βομβαρδιστεί. Που ο πατριωτισμός είναι σε υψίπεδα τα οποία θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει  ανόητα. Που η θρησκεία, υπό προϋποθέσεις, είναι εμμονή, ψύχωση και λόγος για δολοφονία. Έχει κάτι άγριο, το οποίο δεν είναι ακριβώς κρυφό. Μπορεί να διασκεδάζει και να το παίζει κουλ, αλλά αλίμονο σε όποιον βρίσκεται μπροστά του όταν παθαίνει τα περίφημα tantrums. Ο Φέντερερ επιδίδεται σε μία μπαλετίστικη χορογραφία. Ο Τζόκοβιτς έχει την αίσθηση του χορού, αλλά είναι εκείνος που το κάνει σε μία συγκέντρωση, όντας μεθυσμένος. Θαυμάζεις τον αυτοσχεδιασμό.

Ο Τζόκοβιτς έχει θαυμαστές για τις ικανότητές του. Είναι Βαλκάνιος. Μπορεί να εκραγεί ανά πάσα στιγμή. Στο US Open του 2008 επιδόθηκε σε καυγά με τον Ρόντικ, στρέφοντας όλη τη Νέα Υόρκη εις βάρος του. Έχει, βεβαίως, τις λαμπρές στιγμές του. Στον ένα match point που έσωσε με τον Φέντερερ στον ημιτελικό του 2011, με ένα απίθανο forehand, το κοινό εξερράγη. Τα ξημερώματα της Δευτέρας, σώζοντας έναν set point στο 5-4 του δεύτερου σετ, έδειξε τη γροθιά του στον κόσμο. Ο Φέντερερ κάνει drop shot και ακούς Τσαϊκόφσκι. Ο Τζόκοβιτς κάνει drop shot και βλέπεις έναν τύπο που προσπαθεί να σώσει το τηγανιτό αυγό με το δάχτυλο, για να μην πέσει στο πάτωμα. Ο Φέντερερ είναι ανώτερο ον. Ο Τζόκοβιτς είναι νικητής: μπαίνει στο κεφάλι του αντίπαλου και του κάνει άβολα σχεδόν όλα τα χτυπήματα. Πριν εκείνος επικρατήσει, τον αποσυνδέει. Μπορεί να μοιάζει οικείος, αλλά είναι Βαλκάνιος. Δεν ανήκει στην enfant gate του τένις και κάποιος από τους παλιούς Λονδρέζους αριστοκράτες θα προβληματιστεί βλέποντάς τον να μπαίνει στο All England Club. It is what it is, but…

Το βλέπω από τον εαυτό μου. Δεν μπορώ να συμπαθήσω καν τον Τζόκοβιτς. Μπορώ να συμπαθήσω, στο τένις, έναν τύπο σαν τον Γκασκέ, που είναι λίγο εσωστρεφής και αισθητικά άρτιος, αλλά είναι Γάλλος. Σε ό,τι αφορά τους μεγάλους τενίστες, δεν υπάρχει χώρος για άλλον πλην του Φέντερερ. Τον παρακολουθώ με θρησκευτική προσήλωση, απαλλαγμένος από οποιονδήποτε κυνισμό. Είναι ο λαγέτης για έναν αθλητικό (εκτός των άλλων) μικροαστό, που βλέπει ένα όνειρο για το πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή. Μετά από χρόνια, συνεχίζω να νιώθω ότι δεν είναι κάτι που η ζωή μού χρωστούσε, αλλά που είμαι πολύ τυχερός που μου το έδωσε.

Ο Τζόκοβιτς είναι Βαλκάνιος. Θα ήθελε να έχει αποδοχή. Απλώς δεν μπορεί να συμβεί. Οι δικές του παρουσίες στα Major είναι εκπληκτικές. Απλώς στο Γουίμπλεντον του 2014 και σε εκείνο του 2015, αλλά και στο US Open, τα ΜΜΕ μοσχομύριζαν φεντερερίλα. Ο δημοσιογράφος έκανε ερωτήσεις στον Φέντερερ για το πώς νιώθει, αν είναι καλά. Ουσιαστικά ο Ελβετός έπρεπε να φτιάξει την απάντηση για να δώσει συγχαρητήρια στον Τζόκοβιτς. Από την άλλη, ο Νόβακ έφτιαχνε τις απαντήσεις του για να έχουν το όνομα «Ρότζερ» μέσα.

Για αυτόν τον λόγο είναι και ο κορυφαίος αθλητής όλων των εποχών στον σέρβικο αθλητισμό. Είναι ξεβολεμένος, σε ένα σπορ που αν μη τι άλλο έχει κρατήσει την ελιτίστικη ρίζα του. Είναι εκνευρισμένος που το δικό του «εγώ», που ο ίδιος εκτιμάει, δεν γίνεται να συνεκτιμηθεί από τη συντριπτική πλειοψηφία του κοινού, η οποία πανηγύριζε ακόμα και όταν έριχνε στον φιλέ το πρώτο σερβίς του.

Αγαπάω το Κολωνάκι. Μερικές φορές πηγαίνω. Αλλά ξέρω ότι δεν πρόκειται να με σώσει ένα κολαριστό πουκάμισο και ένα άψογο παντελόνι ή κάποια σχετική οικονομική (εντελώς προσωρινή, για μία νύχτα) ευμάρεια. Και το ξέρω διότι πριν από πολλά πολλά χρόνια πήγα με έναν φίλο μου στο Da Capo και παρήγγειλα φραπέ, για να με κοιτάξει επιτιμητικά η πωλήτρια και να μου πει ότι δεν φτιάχνει φραπέ. Αλλά επειδή δεν είχα και στο χωριό μου freddo cappuccino, θα επιμείνω στον φραπέ. Και όχι στο Κολωνάκι. Ο «Νόλε» είναι ήδη ένας σπουδαίος πρωταθλητής, μόνο που δεν ανήκει στην ελίτ. Αλλά ζει πιο ανθρώπινα. Βρίζεται με τη γυναίκα του. Και ενώ τον Φέντερερ λατρεύουν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, αποκλείεται ποτέ στη ζωή του να έχει δει μαζεμένους 500.000 να τον περιμένουν στο δημαρχείο του Βελιγραδίου για να τραγουδήσουν και να μεθύσουν μαζί του, μετά από μία περιφανή νίκη, που ανήκει στον ίδιο και στο έθνος.

—————

Πίσω