Χωρίς τελείες


Η διαφορά του «έχω» από το «είμαι».

2015-07-03 03:15

Τις προάλλες έφθασε η συζήτηση στον Φιντέλ. Του είπα ότι κάθε μέρα τον σκέφτομαι και ότι όταν πεθάνει η Κούβα θα γίνει πολιτεία των ΗΠΑ. Μου είπε ότι τα έχουν πουλήσει όλα. Μου είπε ότι απλώς περιμένουν να πεθάνει και ότι πια δεν κάνουν απόπειρες δολοφονίας, διότι έχει μεγαλώσει. Του είπα ότι θα ήθελα να είμαι στην Κούβα τη μέρα που θα πεθάνει ο Φιντέλ, απλώς εύχομαι να κρατηθεί στη ζωή όσο γίνεται περισσότερο. Συμφώνησε.

Οι Αμερικάνοι φοβόντουσαν τόσο πολύ τον Φιντέλ που όταν το Γκράνμα μετέφερε τους χουντικούς Κουβανούς στις ΗΠΑ, θεωρούσαν ότι μέσα σε αυτούς υπάρχουν Καστρικοί που θα ενημέρωναν τον νέο Κουβανό ηγέτη τι συνέβαινε στη χώρα. Οι Αμερικάνοι έτρεμαν τον Κάστρο. Το λάθος του, βεβαίως, ήταν η Κρίση των Πυραύλων, όταν πείστηκε από τον Χρουστσόφ- ο οποίος μαζί με τον Μπρέζνιεφ κατέστρεψαν τη Σοβιετική Ένωση- ότι έπρεπε να βάλουν πυρηνικά στην Κούβα. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε αρχίσει από το 1947 και κράτησε 42 χρόνια. Ισοϋψώς με τον Παγκόσμιο Πόλεμο, άλλαξε τη μορφή του κόσμου.

Ο Φιντέλ έκανε λάθη. Το ίδιο και ο Γκεβάρα. Φεύγοντας για τη Βολιβία,  οι δύο άντρες τσακώθηκαν. Ο Κάστρο θεωρούσε ότι δεν είναι σωστό το τάιμινγκ και ο Ερνέστο πίστευε στον Μάο: «Όταν θέλεις, μπορείς». Το 1967 ο Γκεβάρα έπεσε νεκρός και 30 χρόνια μετά ανακαλύφθηκε ο μυστικός τάφος του.

Τα λάθη ως έννοια είναι υπερτιμημένα. Ήταν, τουλάχιστον, πριν αυτό το εξάμηνο.

Τον τελευταίο καιρό ακούω πολλά περίεργα. Φερ’ ειπείν, λέγεται κατά κόρον ότι οι μεγάλοι άνθρωποι, αυτούς που εντελώς ρατσιστικά το ίδιο το σύστημα αποκαλεί Τρίτη Ηλικία, προβληματίζονται, και «αφού προβληματίζονται τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Κάτι μου διαφεύγει. Ποιοι ήταν εκείνοι που έλεγαν, «κλείστε τους γέρους μέσα στο σπίτι να μην ψηφίσουν», σε προηγούμενες εκλογικές περιπτώσεις; Πώς το να προβληματίζονται οι ίδιοι άνθρωποι που οι περισσότεροι αστειεύονταν με την ικανότητα της ψήφου τους έχει αναχθεί σε μείζον ζήτημα;

Το απόγευμα της Πέμπτης ήμουν σε ένα σπίτι και δύο μεσήλικες συζητούσαν για τα τραγικά λάθη που έχει κάνει μέχρι τώρα ο Τσίπρας. «Ποτάμι;», ήθελα να τους ρωτήσω. Ο άντρας έλεγε ότι είπε ψέματα προεκλογικά και έπρεπε να πει την αλήθεια. Η επιλεγμένη ευαισθησία αφορά μόνο σε αυτήν την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ξαφνικά οι προηγούμενες προεκλογικές αναμετρήσεις έχουν ξεπεραστεί, σαν μόνο σε αυτήν την προεκλογική διαδικασία να ειπώθηκαν ψέματα (θα το δεχτώ, αν και υπάρχει μία τρανταχτή διαφορά: αυτά τα «ψέματα» προσπάθησαν να τα κάνουν να συμβούν). Ξαφνικά οι 5 μήνες, που ακαριαία έγιναν 6, είναι ένα τεράστιο χρονικό διάστημα και μέσα σε αυτό η υπομονή των ανθρώπων έχει εξαντληθεί. Δεν μπορώ στ’ αλήθεια να καταλάβω, όχι την εξαντλημένη υπομονή αλλά, την εξαντλημένη υπομονή σε σχέση με τις μη εξαντλημένες υπομονές της προηγούμενης εικοσαετίας. Τι διάολο, πώς άλλαξαν έτσι οι άνθρωποι και τώρα μετράνε τις υπομονές τους διαφορετικά;

Κατά την ταπεινή γνώμη μου το «ναι» και το «όχι», αυτές οι δύο λέξεις που ήδη έχουν ξεφτιλιστεί με τον ειδεχθέστερο τρόπο, μόλις πέντε μέρες μετά την απόφαση του πρωθυπουργού για δημοψήφισμα, δεν είναι το θέμα. Είναι ένα πολύ ειδικό εγχείρημα που αφορά σε ένα γενικό πλαίσιο. Το πρόβλημα δεν είναι ποιος θα πει «ναι» και ποιος θα πει «όχι». Δεν καθορίζεται από αυτήν την απόφαση το μέλλον της Ελλάδας και σοβαρολογώ απολύτως.

Το μέλλον του κάθε ανθρώπου καθορίζεται από τη σημασία που δίνει στα δύο πιο απλά ρήματα που υπάρχουν: στο «έχω» και στο «είμαι». Προσπαθώντας να μάθω αυτοδίδακτα ιταλικά το «έχω» και το «είμαι» ήταν τα δύο πρώτα ρήματα που έκλινα. Είναι τα πρώτα ρήματα που μαθαίνεις στην ελληνική γλώσσα. Και η διαφορά μεταξύ τους είναι χαώδεις.

Τα κεκτημένα είναι δύσκολο να αποχωριστείς. Με τη μεσαία τάξη να έχει εξαφανιστεί από καιρό, εκείνοι που έχουν λίγα πράγματα σκέφτονται πώς θα τα χάσουν. Ειλικρινά, δεν μπορώ να διαφωνήσω με αυτό. Αλλά κάποιο λάθος πρέπει να υπάρχει, διότι αν ο μισθωτός των 500 ευρώ το οκτάωρο τίθεται στο πλευρό του εφοπλιστή στα 30 του, τότε υπάρχει μία ανορθογραφία, μία τερατική γέννηση. Το χειρότερο, ωστόσο, είναι ότι αυτά που παίρνει έχουν αντικαταστήσει αυτό που είναι. Κάποιοι από εμάς, από τότε που καταλάβαμε τον εαυτό μας, θέλαμε να βγάλουμε λεφτά. Κάποιοι, όμως, δεν είχαμε καν τα χρήματα σαν δεδομένο στα όνειρά μας. Θα έπρεπε να υπάρχουν, αλλά στο όνειρό σου βλέπεις πως είσαι κάπου και δεν βλέπεις τι έχεις. Ο στόχος της ύπαρξής σου είναι να φθάσεις κάπου που έχεις φανταστεί. Να υπερασπιστείς αυτά που σκέφτεσαι. Να γίνεις ανθρωπιστής και να προσπαθήσεις να συμβιώσεις αρμονικά με τους συνανθρώπους σου. Για μένα ήταν ένα γήπεδο του εξωτερικού γεμάτο από κόσμο και ένας τελικός, για κάποιον άλλο είναι η Σκάλα του Μιλάνου και για έναν τρίτο είναι τα μακρινά ταξίδια, οι εικόνες από το υπερπέραν και οι σέλφι με τα γιάμα. Για έναν τέταρτο είναι τα έδρανα της βουλής, μια σπουδαία ομιλία. Για όλους είναι εκείνο το συναίσθημα της αιωνιότητας που νιώθουμε με τους φίλους μας και τα κορίτσια μας, ο έρωτας, το σούρουπο και το δείλι. Ένα τραγούδι του Ζαμπέτα ή των Cure, μία συνέντευξη του θεϊκού Κιθ Ρίτσαρντς, ο Μπαρίσνικοφ να χορεύει κάτω από τον Πύργο του Άιφελ, το Τάδε Έφη Ζαρατούστρα του Νίτσε, οι καύλες του Χένρι Μίλερ για την Αναΐς Νιν, η τρομακτική επιβλητικότητα του Φιόντορ Ντοστογέφσκι, τα πνιγμένα στο αλκοόλ ταξίδια του Τζακ Κέρουακ, ο Φέντερερ στο Γουίμπλεντον, η Όντρεϊ Χέμπορν στο «Ωραία μου Κυρία» και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στο «I have a dream».

Και το «είναι» μας, το μέρος που βρισκόμαστε ή που θέλουμε να πάμε, με τόση ευκολία αντικαθίσταται από το «έχω», το οποίο σε κάθε περίπτωση είναι αβέβαιο. Υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά σε όλο αυτό το παλίμψηστο: δεν λέω να είμαστε μαλάκες και να προσβάλλεται με το παραμικρό η ηθική μας. Λέω απλώς ότι το ξεπούλημα των βιβλίων που έχουμε διαβάσει και της μουσικής που έχουμε ακούσει, σε περίπτωση που ισχύει, δεν είναι κομψό. Αυτό το δημοψήφισμα, σε ένα φιλολογικό πλαίσιο, είναι η μάχη απέναντι στον εαυτό μας. Στην ανατροφή και στους γονείς που μας έδωσαν τα εφόδιά μας, στους δασκάλους και στους φίλους που θέλουμε να είμαστε βράχοι και όχι να αλλάζουμε γνώμη καθ’ εκάστη, απέναντι στην ίδια τη ζωή που μια κερδίζουμε και μια χάνουμε και κυρίως απέναντι στη σατράπισσα νύχτα, που ξύπνιοι μέσα σε αυτήν καθορίστηκαν τα όνειρά μας.

Δε νομίζω ότι θα κάνει κάποια μεγάλη διαφορά το τι θα βγει στο δημοψήφισμα. Αλλά δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι ο Φιντέλ για το Κίνημα της 26ης Ιουλίου άφησε το δικηγορικό γραφείο του, ο Γκεβάρα για τη Σάντα Κλάρα και τις ΗΠΛΑ (τις Ηνωμένες Πολιτείες Λατινικής Αμερικής) άφησε το ιατρείο του, ο Καρλ Μάρξ πέθανε στην ψάθα αφού έγραψε το «Κομουνιστικό Μανιφέστο» και ο Μαχάτμα Γκάντι άφησε τις δικηγορικές δουλειές του για την «Πορεία του Αλατιού». Δεν μπορώ να μη θυμηθώ εκείνη την ιστορία που διάβασα για το δακρύβρεχτο ξέσπασμα του Λούι Άρμστρονγκ για τα δικαιώματα των μαύρων στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου- ενός ιδιοφυούς μουσικού που δεν φαινόταν να επαναστατεί σε μία πολύ δύσκολη εποχή- και για την άρνηση του Λιού Αλτσίντορ, που μετονομάστηκε σε Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ.

Δεν μπορώ να αφήσω έναν Γερμανό να μου λέει τι να κάνω στην πατρίδα μου, τη στιγμή που ο Χίτλερ κατέκτησε την Ελλάδα σε 219 μέρες το 1941 ενώ για τη Γαλλία χρειάστηκε 177 λιγότερες. Τέλος, ως Λευτέρης, δεν μπορώ να έχω την ίδια γνώμη με κάποιον που αποκαλεί γυναίκες «πουτάνες» και «παραδουλεύτρες» και με τη γυναίκα του, που ξεδιάντροπα ρωτάει τις γυναίκες αν τις «έτσουξε» η τοποθέτηση του συζύγου τους. Έστω και αν πρέπει να έχω την ίδια με άλλα ανθρωποειδή. Είναι αναγκαίο κακό. Κι ας μην ξέρω ακριβώς τι συμβαίνει. 

Απλώς δεν γίνεται. Προτιμώ να κάνω ένα λάθος από μόνος μου, παρά να ταχθώ στη φάμπρικα των μαυραγοριτών και των εκδοτών που απολύουν κόσμο. Υπάρχουν ακόμα πολλά χρόνια ζωής. Και δεν θέλω να μετανιώνω για μια ψήφο η οποία κρίνει κάτι πολύ σημαντικότερο από τη ζωή του καθενός: τον χαρακτήρα του. 

—————

Πίσω