Χωρίς τελείες


Η ιλαροτραγική τιμωρία της ζωής

2015-07-06 17:42

Αυτές τις μέρες, ταυτοχρόνως με την απόφαση του Τσίπρα για το δημοψήφισμα και την αγωνία μέχρι τις κάλπες, γινόταν το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων στην Κρήτη. Μπάσκετ. Φυσικά, ο αθλητισμός έχει θέση παντού. Για αυτό και όταν ασχολείσαι σοβαρά με το συγκεκριμένο ρεπορτάζ και με τα σπορ συνολικά, έχεις το προνόμιο να μπορείς να μεταφέρεις ιστορίες που συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Πριν μερικές μέρες, σε ένα πολιτικό κείμενο για τον Τσίπρα, η παρομοίωση για τον Βαρουφάκη ήταν η εξής: μου θύμιζε έναν «λαγό» σε μία κούρσα 10.000μ. Έναν Κενυάτη δρομέα μεγάλων αποστάσεων που μπαίνει μπροστά στην κούρσα ώστε να βοηθήσει τον συμπατριώτη του, ο οποίος είναι το φαβορί και χρειάζεται τη νίκη, να βρει έναν γρήγορο ρυθμό ώστε να κάνει μια σπουδαία επίδοση που μπορεί να είναι παγκόσμιο ρεκόρ. Εννιά μέρες μετά, η θητεία του Βαρουφάκη ως υπουργού Οικονομικών στη χώρα έφθασε στο τέλος της. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν πράγματι «λαγός» σε κούρσα και μπορεί η συγκεκριμένη μεταφορά να ήταν εντελώς λάθος, ωστόσο υπήρχε. Μπορούσε να αποδοθεί ως παράδειγμα για να φανεί η γενική εικόνα, η οποία εξαρτάται από τη κρίση και τη γνώση του αρθρογράφου αν είναι σωστή. Δεν μπορείς, ασφαλώς, να το γνωρίζεις.

Μου αρέσουν οι οιωνοί και ειδικά στα σπορ υπάρχουν πολλοί. Η καλύτερη φάση με αυτούς είναι ότι όταν δεν ευοδώνονται στην πράξη, μπορείς να πεις, «έλα μωρέ, μαλακίες», και να πας παρακάτω μη δίνοντας πραγματικά σημασία. Είναι σαν χρησμούς, μόνο που δεν τους προσέχεις όταν δεν καταφέρνεις να τους λύσεις. Το μεσημέρι, στο κορτ 2 του Γουίμπλεντον, ο Νικ Κύργιος αντιμετώπιζε τον Ρισάρ Γκασκέ. Ο Γάλλος είναι από τους τενίστες που θα πλήρωνες άνετα εισιτήριο για να τους δεις (περισσότερο από τον Τζόκοβιτς, για μένα), αλλά που πρέπει να εύχεσαι ότι θα είναι στη μέρα τους. Ο Κύργιος μπορεί να βρίσκεται εκεί σε λίγα χρόνια, αν και δεν έχει το δαντελένιο παιχνίδι του Γκασκέ, ο οποίος είναι Γάλλος με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σταθερότητά του. Τo backhand του, πάντως, συνεχίζει να είναι το πιο ποιητικό backhand στον κόσμο, πάνω από εκείνο του Φέντερερ και αυτό του Βαβρίνκα.

Ο Γκασκέ «καθάριζε» τον Κύργιο σαν το αυγό: τον είχε 7-5 στο πρώτο, 6-1 στο δεύτερο και στο τάι μπρέικ προηγήθηκε 6-4, θέλοντας έναν πόντο για να πάρει το ματς. Ο σχολιαστής είπε, «το φρόνημα του Κύργιου και των Αυστραλών που είναι στην κερκίδα είναι τόσο ψηλό όσο η ελληνική οικονομία». Κι ενώ υποστηρίζω τον Γκασκέ με κάθε αντίπαλο, ξαφνικά βρέθηκα να θέλω να πάρει ο Κύργιος το σετ. Για δύο λόγους: ο πρώτος ήταν ο θυμός για το γεγονός ότι ο Άγγλος σχολιαστής θυμήθηκε την Ελλάδα για να κάνει την παρομοίωση για έναν «μελλοθάνατο» και ο δεύτερος ότι σε περίπτωση που ο Κύργιος έπαιρνε το σετ, θα ήταν μια μικρογραφική προφητεία. Ο Ελληνοαυστραλός (δεν μου αρέσει να δίνω το ελληνικό στοιχείο σε ανθρώπους που δεν γαλουχήθηκαν αθλητικά στη χώρα, διότι αν το έκαναν δεν θα έφθαναν σε αυτό το σημείο, ωστόσο είναι ένθερμος στην αναφορά του στην Ελλάδα) έσωσε δύο match points, προηγήθηκε 7-6, ο Γκασκέ ισοφάρισε 7-7 και ο Κύργιος πήρε τους δύο επόμενους πόντους για να το κάνει 9-7. Από ένα μαγνητικό πεδίο που δημιούργησε εμμέσως μια αισχρή (αλλά και αρκετά επιτυχημένη, πρέπει να ομολογήσουμε) παρομοίωση, ο Κύργιος πήρε το σετ. Ναι αμέ, ναι. Μπορεί και όχι, αλλά μαντέψτε τι νομίζω.

Ο αθλητισμός είναι ένα από τα ελάχιστα πεδία που η τιμωρία φαίνεται. Όταν συμβεί κάτι σε έναν άνθρωπο, μπορείς να τον ακούσεις να ρωτάει, «γιατί Θεέ μου; Τι σου έχω κάνει;». Στον αθλητισμό ελάχιστες είναι οι φορές που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Υπάρχει μία ιστορία που ο Άντι Ρόντικ ρωτάει τον προπονητή του τι πρέπει να κάνει για να νικήσει τον Ρότζερ Φέντερερ. Πάρα πολλές ερωτήσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. «Και αν δεν δουλέψει το slice volley στα δεξιά;», «και αν δεν μπορέσω να καλύψω καλά την αριστερή μου πλευρά όταν ανεβαίνω στον φιλέ;». Στο τέλος, ο προπονητής τού απάντησε, «γιατί έτσι είναι». Όταν τα κάνεις όλα σωστά και χάσεις, σημαίνει ότι ο αντίπαλος είναι καλύτερος και στην περίπτωση του Φέντερερ αυτό συνέβαινε με το 99,9% των τενιστών στον κόσμο τα καλά χρόνια, χωρίς το ποσοστό τώρα να έχει πέσει δραματικά. Κάνε εσύ ό,τι μπορείς και άσε τον αντίπαλο να σε νικήσει.

Ό,τι κάνεις, λοιπόν, παίρνεις. Η επιπρόσθετη προπόνηση δίνει αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου. Μόνο που μερικές φορές πέφτεις στην παγίδα. Αν στα 28 σου βρεθείς με ένα σύμπλεγμα, μπορεί να φαντάζεσαι από πού έχει προέλθει αλλά δεν είσαι σίγουρος για αυτό. Μπορεί να συνέβη από ένα άθροισμα άγαρμπων συμπεριφορών των άλλων ή δικών σου, ωστόσο δεν το υπολογίζεις, όμως, τότε. Δέκα χρόνια μετά είναι δίκαιο να αναρωτηθείς για ποιο λόγο σου συμβαίνει κάτι, ωστόσο πάντα κάποιος υπάρχει. Στον αθλητισμό, όμως, η τιμωρία έρχεται κατευθείαν. Και μερικές φορές είναι άδικη. Η νύχτα με βρήκε να αναρωτιέμαι αν η ζωή δεν είχε περιθώριο για μία μικρή απόδραση. Για ποιο λόγο δεν μπορούσε να κάνει τα στραβά μάτια.

Αναρωτιέμαι, εν ολίγοις, τι να κάνει τώρα ο Λούκα Μπόζιτς.

Ακούστε τι έγινε: οι Κροάτες έπαιξαν σαν Σέρβοι στον τελικό με τους Αμερικάνους στα Δύο Αοράκια του Ηρακλείου και έχασαν σαν Κροάτες. Ήταν εντυπωσιακοί σε όλο το ματς: κατάφεραν και τους τύλιξαν σε μία κόλλα χαρτί τακτικής. Ο Σλάβιτσα έμοιαζε με έναν πολύ αγαπημένο μου παίκτη- που ανήκει στην πρώτη γενιά Κροατών που ήταν Κροάτες και όχι Γιουγκοσλάβοι, δηλαδή τον Σλάβεν Ρίματς. Ο σέντερ, ο Ζούμπατς, ήταν ένα μείγμα Πέκοβιτς και Σάβιτς. Και ο Μπόζιτς ήθελε το χρυσό μετάλλιο και το τρόπαιο περισσότερο από όλους. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού επεδίωξε να κάνει trash talking στους Αμερικανούς, οι οποίοι αντιδρούσαν άψογα. Ο Τζάκσον με ένα ελαφρύ μειδίαμα, ο Φέργκιουσον με μία μορφή αδιαφορίας, αφού πρωτίστως αντέδρασε μαλακά. Και ενώ ο Σλάβιτσα οδηγούσε τους Κροάτες ο Μπόζιτς ήθελε την μπάλα. Το τρίποντό του που έκανε το σκορ 65-64 ήταν σουτ για χρυσό μετάλλιο. Οι Αμερικάνοι έφθασαν στο 67-66 και ήταν ο Κροάτης σμολ φόργουορντ εκείνος που επωμίστηκε την ευθύνη της τελευταίας φάσης. Ο Τζάκσον πήγε να βάλει το χέρι του πάνω στην μπάλα και βρήκε τα χέρια του. Φάουλ, με 4,3’’ να απομένουν για τη λήξη της αναμέτρησης.

Σε διοργανώσεις κάτω των 18 ετών αυτό το δράμα είναι σύνηθες. Το πιο εντυπωσιακό σε αυτές τις ηλικίες είναι τα λάθη, τα οποία είναι τραγικά. Σου δίνουν την αίσθηση ότι είναι μεγαλύτερα από ό,τι πραγματικά είναι. Θυμάμαι ένα αδιάφορο παιχνίδι της ομάδας πόλο Γυναικών του Ολυμπιακού στη Γλυφάδα, στο οποίο νικούσε με πολλά γκολ διαφορά. Σε μία επίθεση παραπάνω του ΑΝΟΓ το κορίτσι που είχε αποβληθεί μπήκε πριν εκπνεύσει ο χρόνος της αποβολής της. Με τη διαφορά στα 10 γκολ στο τέταρτο οκτάλεπτο αυτή η κίνηση έδωσε την ευκαιρία στον ΑΝΟΓ να σκοράρει με πέναλτι, αλλά το αποτέλεσμα στην τελική μορφή του δεν επρόκειτο να αλλάξει. Ωστόσο η μικρή πολίστρια του Ολυμπιακού έκλαψε γοερά για το λάθος της και για ένα δευτερόλεπτο σε έκανε να πιστέψεις ότι ήταν πραγματικά σημαντικό.

Ήταν δίκαιο να πάει ο Μπόζιτς στη γραμμή των βολών. Και ήταν φανταστικό. Ο παίκτης που φρόντισε να προκαλέσει περισσότερο από όλους μέσα στο ματς είχε την ευκαιρία να πάρει το χρυσό μετάλλιο για λογαριασμό της Κροατίας.

Πρώτη βολή, αλφάδι: 67-67. Πριν τη δεύτερη, βλέπω τον τίτλο του κειμένου: ο μεγάλος μάγκας Λούκα Μπόζιτς. Ωστόσο η δεύτερη πάει στο σίδερο. Το τρίποντο του Μπράνσον από τα 9 μέτρα βρίσκει σίδερο και το παιχνίδι πάει στην παράταση. Οι Κροάτες καταρρέουν και οι ΗΠΑ παίρνουν άνετα το χρυσό μετάλλιο.

Από αυτό το σενάριο που έγινε θα προτιμούσα να βάλει ο Μπόζιτς τη δεύτερη και μετά το τάιμ άουτ να βρουν οι Αμερικάνοι τον τρόπο να βάλουν καλάθι και να πάρουν το χρυσό. Έτσι, δεν θα ήταν μοιραίος ο Κροάτης διεθνής.

Στη συνολική εικόνα, το βάρος για τη νίκη έπεσε σε εκείνον που ήταν το πρώτο όνομα στη μαρκίζα του τελικού, λόγω της συμπεριφοράς του. Για αυτήν ακριβώς τη συμπεριφορά μέσα στο παιχνίδι, έπρεπε να είναι εκείνος που θα πάρει την ευθύνη. Έμοιαζε με κάτι προσχεδιασμένο: ένα είδος πρόκλησης και τιμωρίας, μέσα από την εικόνα που όταν πρωτοπιάνεις την μπάλα θέλεις να ζήσεις, αδιαφορώντας για την πίεση που υπάρχει. Και αυτό το προσχεδιασμένο τελείωσε ακριβώς στις βολές.

Και, τελικά, επειδή δεν γινόταν να ξεκολλήσει το μυαλό μου από αυτήν τη δεύτερη χαμένη βολή (ένα σουτ το οποίο ο μικρός θα παίζει στο μυαλό του για χρόνια, όπως ο Σισκάουσκας έπαιζε τις δύο χαμένες βολές στον ημιτελικό των Ολυμπιακών του Σίδνεϊ με τις ΗΠΑ το 2000 έως ότου τις χάσει ξανά 12 χρόνια μετά, στην Κωνσταντινούπολη) αναρωτήθηκα με παράπονο γιατί δεν μπορούσε το ίδιο το μεταφυσικό πεδίο- στο οποίο είναι απαραίτητο να πιστεύω αφού ασχολούμαι με τα σπορ, έστω και υπό το σκηνοθετικό πρίσμα- να σπρώξει τη βολή στο καλάθι ή να απομακρύνει τον μικρό από αυτήν την ευθύνη.

Είναι, υποθέτω, ίδια η απάντηση για κάθε τέτοια στιγμή: ο αθλητισμός είναι συγκλονιστικός. Το ίδιο όταν η Σβετλάνα Χόρχινα πέφτει από τη δοκό ισορροπίας και όταν ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος κάνει φάουλ σε νεκρό χρόνο στον Ρενάλντας Σέιμπουιτς, στον τελικό του Παγκόσμιου Εφήβων το 2005, το ίδιο όταν ο Διαμαντίδης βάζει το τρίποντο με τη Γαλλία και ο Σπανούλης χάνει εκείνο με την Αργεντινή, όταν η Μανωλιουδάκη στήνεται στο δοκάρι για να πάρει την μπάλα από τη Σάουθερν στο ματς με τη Σαμπαντέλ και όταν οι Ολλανδοί χάνουν όλους τους τελικούς βόλεϊ που παίζουν με τους Ιταλούς, πλην εκείνο (τον πελώριο) των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ατλάντα.

Οι άνθρωποι ζουν με ανοικτές πληγές: συνέβη κάτι μοιραίο για να ανοίξουν. Η ανοικτή πληγή του Μπόζιτς θα του θυμίζει για πάντα τη χαμένη βολή. Από εδώ και μπρος ανοίγει ένα κεφάλαιο νέο: το ξεπλήρωμα. Το δράμα θα τον φέρει ξανά σε παρόμοιες περιστάσεις. Επιζήτησε να είναι ο Έκτορας στη μάχη με τον Αχιλλέα (στη δική του αναλογία), ελπίζοντας ότι με κάποιο λογοτεχνικά γενετικό λάθος θα καταλήξει να είναι ο Αχιλλέας ή, εν πάση περιπτώσει, θα είναι εκείνος που τον σκοτώνει. Ότι η μυθολογική πραγματικότητα δεν θα επαναληφθεί. Μόνο που πάντα επαναλαμβάνεται.

—————

Πίσω