
Χωρίς τελείες
Η υπεροχή στην έλλειψη έμπνευσης
2015-05-12 00:20Στον δεύτερο γύρο των πλέι οφ του ΝΒΑ για το 2013 οι Σικάγο Μπουλς αντιμετώπιζαν τους Μαϊάμι Χιτ. Ο Ντέρικ Ρόουζ ήταν τραυματισμένος, στον πάγκο με πολιτικά. Εκείνες τις μέρες γινόταν και το Final 4 του Champions League στο πόλο Ανδρών στο Βελιγράδι με την προηγούμενη μορφή του. Δηλαδή με φάση των «16», προημιτελικούς και τελικώς Final 4. Αυτή η μορφή έμοιαζε με αποτυχημένη πλαστική και έτσι σύντομα άλλαξε. Στη LEN ήθελαν να αυξήσουν τα παιχνίδια των ομάδων και έτσι βρήκαν τον τρόπο. Η Ραντνίτσκι Κραγκούγεβατς πέρυσι, παραδείγματος χάρη, έδωσε 16 παιχνίδια στο Champions League, την ώρα που στην ίδια ποδοσφαιρική διοργάνωση μία ομάδα που περνάει από τον β’ προκριματικό γύρο και φθάνει ως τους προημιτελικούς (για να χρησιμοποιηθεί ένα αναλογικό μέτρο που θα μπορούσε να είναι ικανοποιητικό) δίνει 14.
Λίγες μέρες πριν ξεκινήσει το Final 4, οι Μπουλς κατάφεραν και νίκησαν στο Μπρούκλιν τους Νετς στα 7 ματς και έσπασαν την έδρα των Χιτ στο πρώτο παιχνίδι. Έπειτα, δεν μπόρεσαν να διεκδικήσουν το δεύτερο- και το παράτησαν από κάποιο σημείο και μετά- και διεξήχθη το τρίτο στο United Center. Οι Μπουλς έχασαν.
Αλλά...
Σε μία απόσταση 5 ημερών, η Παρτίζαν αντιμετώπισε τη Γιουγκ Ντουμπρόβνικ στον ημιτελικό του Βελιγραδίου. Και έχασε.
Αλλά...
Αν είσαι προπονητής και έχεις μία ομάδα σε οποιοδήποτε σπορ η οποία χρειάζεται έμπνευση για να παίξει (όποιο κι αν είναι αυτό το πρωτάθλημα, η διοργάνωση), μπορείς να ψάξεις να βρεις αυτά τα δύο DVD και να τα δείξεις στους παίκτες σου. Όχι για να αναδείξεις τη νικήτρια ομάδα, αλλά για να δείξεις στους αθλητές που ψάχνουν τον τρόπο για να καταλάβουν ό,τι δεν έχουν μπορέσει ακόμα, κυρίως διότι είναι σπουδαίο να επιστρέφεις στο σπίτι γνωρίζοντας ότι έχεις κάνει ένα βήμα προς τα μπρος, δείχνοντας την προσπάθεια που έκαναν οι ηττημένοι.
Μερικοί αγαπημένοι ηττημένοι είναι οι εξής:
-Ο Τζο Φρέιζερ με τα έξι νοκ ντάουν στον αγώνα με τον Τζορτζ Φόρμαν το 1973.
-Ο Νικολά Μαού στον δεύτερο γύρο του Γουίμπλεντον του 2010 με τον Τζον Ίσνερ (70-68 το πέμπτο σετ).
-Η Κροατία στη φάση των «16» του Μουντομπάσκετ στο ματς με τη Σερβία.
-Η ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον τελικό του 2012 και στον ημιτελικό του 2014.
-Το Καμερούν στον προημιτελικό του Μουντιάλ του 1990 με την Αγγλία.
-Η ποδοσφαιρική εθνική Ιταλίας σε δύο εκδόσεις: στον τελικό του Euro του 2000 με τη Γαλλία και στη φάση των «16» του 2002 με τη Νότια Κορέα.
-Η εθνική Αγγλίας (στα πέναλτι).
Κάποια στιγμή θα γραφτούν τα επίπεδα της ήττας, αλλά για να γίνει αυτό χρειάζεται μία εβδομάδα ενεργής ενασχόλησης, χωρίς να υπάρχει κάτι άλλο. Ενώ η Παρτίζαν έβγαλε την πίστη στη Γιουγκ μέχρι να υποχωρήσει- και την έστειλε έτοιμη στον Ερυθρό Αστέρα- εκείνο το τρίτο ματς των Μπουλς με τους Χιτ στο Σικάγο ήταν ο λόγος που συμπάθησα τον Νέιτ Ρόμπινσον. Από την αρχή νόμισα ότι ήταν μία μασκότ, αλλά η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για έναν αρκετά έντιμο αθλητή. Να τον βλέπεις να πηγαίνει στα τάιμ άουτ του Θιμποντό στο τέταρτο δωδεκάλεπτο έτοιμος να καταρρεύσει, ήταν η απόλυτη εικόνα. Ευλογημένοι στα σπορ δεν είναι μόνο εκείνοι που νικάνε: είναι και εκείνοι που χάνουν γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο για να το αποσοβήσουν. Για να συνέλθεις από μία υπερπροσπάθεια τύπου Νέιτ Ρόμπινσον, πρέπει να κάνεις αποκατάσταση για μία εβδομάδα. Οι παίκτες των Μπουλς δεν είχαν το χρονικό περιθώριο και το Σικάγο πολύ λογικά έχασε τη σειρά 4-1 από τους Χιτ του ΛεΜπρόν Τζέιμς.
Ο φίλος μου ο Στέλιος (ο οποίος έχει εξαφανιστεί αυτό το χρονικό διάστημα και δεν μπορούμε να μιλήσουμε ακριβώς τη στιγμή που ο δικός του Πολ Πιρς έβαλε τρελό μπάζερ στο τρίτο ματς των Γουίζαρντς με τους Χοκς) θεωρεί τον ΛεΜπρόν Τζέιμς καλύτερο του Τζόρνταν. Κάτι που, βεβαίως, δεν ισχύει. Ο Τζόρνταν δεν έχασε σε τελικούς ΝΒΑ, όταν τελικώς έφθασε εκεί, δεν σταμάτησε να φθάνει σε τελικούς ΝΒΑ (αν και οι πέντε του ΛεΜπρόν δεν είναι άσχημο στατιστικό) και ασφαλώς οι κανόνες ευνοούν τον επιτιθέμενο σε σημείο που τον κάνουν μαλθακό: όποιος είδε το τέταρτο παιχνίδι των Καβαλίερς με τους Μπουλς θα πρόσεξε τη φάση που ο Τζέιμς γύρισε το αριστερό πόδι του και πριν καν προλάβει να πονέσει το έπιασε και άρχισε να σφαδάζει. Είναι προφανές ότι παρά το αψεγάδιαστο κορμί και την πρωτοφανή δύναμη, ο Τζέιμς νιώθει εύθραυστος στις επαφές. Έχει ξαναγίνει και είναι δύσκολο να συγχωρεθεί από εκείνη τη μεριά του μυαλού που σου τονίζει ότι το παιχνίδι παίζεται από ανθεκτικούς άρρενες, οι οποίοι δεν ανέχονται να πονάνε σαν σπουδαστές του Χάρβαρντ που παίζουν για πρώτη φορά μπάσκετ στο υπόστεγο.
Δεν αποτέλεσα εξαίρεση ως γκρίζο σύννεφο σε όλο το κύμα κακοκαιρίας που αντιμετώπισε ο ΛεΜπρόν στην καριέρα του, αλλά, από την άλλη μεριά, μου πήρε χρόνια να συμπαθήσω την πιο υπέροχη κινηματογραφική ηθοποιό όλων των εποχών (λυπάμαι, αλλά δεν είναι καν κοντά), δηλαδή τη Μέριλ Στριπ. Πλασαρίστηκε ως παιδί-θαύμα που δεν πήγε στο κολέγιο- αυτή η κακογραφία πρωτίστως με έφερε απέναντί του όπως και στους Κόμπε και Γκαρνέτ, αν και ο δεύτερος είναι κινητική ζωντανή λογοτεχνία σε ό,τι αφορά την απαλότητα με την οποία κάνει οτιδήποτε, ενώ όλος ο θαυμασμός για το σπουδαίο ταλέντο του και οι συγκρίσεις από νωρίς με τον Τζόρνταν δεν γινόταν παρά να δημιουργήσουν θυμηδία: ενώ δεν έφταιγε ο Τζέιμς για αυτό, έγινε η Λυδία Λίθος σε ό,τι αφορά τον τρόπο που εξαρχής τα media πλάσαραν τις ικανότητές του (αλλά και σε εκείνον που, τελικώς, του δημιούργησε αφόρητη πίεση*) και από νωρίς έφερε εχθρούς. Αν ήθελες να δεις έναν καλό αθλητή να παίζει αμερικάνικο ποδόσφαιρο, θα παρακολουθούσες αμερικάνικο ποδόσφαιρο. Ο Τζέιμς ήταν τρένο στον αιφνιδιασμό, δεν μπορούσες, ερχόμενος πάνω σου, να τον σταματήσεις, παρ’ όλα αυτά δεν ήταν κάτι το οποίο θα γινόταν χωρίς να λιώσει στο γυμναστήριο. Και ενώ ήταν πράγματι εξαιρετικός σε ορισμένα παιχνίδια (όπως εκείνο το ιστορικό των Καβς με τους Πίστονς, όταν πέτυχε 25 διαδοχικούς πόντους στο τέταρτο δωδεκάλεπτο ή η δική μου προτίμηση, ο έκτος τελικός της Ανατολής το 2012, όταν έβαλε 30 πόντους στο πρώτο ημίχρονο και 45 συνολικά με τους Σέλτικς), δεν μπορούσες παρά να σκέφτεσαι ότι δημιουργούσε δεδικασμένο μηχανικής κίνησης. Οι κοινωνίες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, το παθαίνουν επειδή οι χαζοί άνθρωποι είναι πιο πολλοί από τους έξυπνους. Αν οι επόμενοι αθλητές φτιάχνονταν στο στυλ του ΛεΜπρόν, θα είχαν τη δύναμή του αλλά όχι και τις ικανότητές του: σε ό,τι αφορά την ποιότητα, θα αποτελούσε πλήγμα.
*Πίεση που, άλλωστε, δημιούργησε και ο ίδιος στον εαυτό του, όταν στο πάρτι των Μαϊάμι Χιτ είπε, «not one, not two, not three, not four» εννοώντας τα δαχτυλίδια του πρωταθλήματος και αναφερόμενος στους Ντουέιν Γουέιντ και Κρις Μπος, αλλά και πριν, όταν για την «Απόφαση» δήλωσε ότι «θα πάρω τα ταλέντα μου και θα πάω στη South Beach».
Ο ΛεΜπρόν δεν θα μπορούσε να είναι σαν τον Τζόρνταν. Το «άλλες εποχές» αποκτά νέο νόημα. Μία από τις πρώτες φορές που ξενύχτησα στη ζωή μου ήταν το καλοκαίρι του 1991, για να παρακολουθήσω λίγο από τον πρώτο τελικό των Μπουλς με τους Λέικερς στο Chicago Stadium. Το 1992, παίζοντας μπάσκετ στο σχολείο, άκουγα τους μεγαλύτερους να λένε ότι «ο Μιχαλάκης θα καθαρίσει τους Μπλέιζερς», όπως και έγινε. Μετά τον έκτο τελικό του 1993, με τους Φοίνιξ Σανς, είχαμε πάει σε ένα απογευματινό πάρτι στο οποίο χόρεψα μπλουζ με τη Μαρία, η οποία με έπαιζε ένα ολόκληρο καλοκαίρι και τον Σεπτέμβρη. Ξέρετε για ποιον λόγο έγινε μεσημέρι εκείνος ο τελικός; Δεν έγινε μεσημέρι. Τον έδειχνε το MEGA μεσημέρι. Και δεν υπήρχε τρόπος να μάθεις αν ο Τζόρνταν πήρε το πρωτάθλημα. Μπορούσα να τον δω σε ελεύθερο κανάλι, μεσημέρι Παρασκευής, με τα σχολεία να έχουν τελειώσει την ίδια μέρα και μετά να πάω στο πάρτι και να πιω την πορτοκαλάδα μου και να γνωρίσω μία πρώιμη ερωτική απογοήτευσή μου. Σε δύο ώρες ξεκινά το τέταρτο ματς των Γουίζαρντς με τους Χοκς και, αν όλα πάνε καλά, θα μπορέσω να το δω στο ίντερνετ, ενώ εκείνα τα παιδιά, ακόμα και στην ηλικία μου τότε, που δεν θα μπορέσουν, θα ξέρουν το σκορ την επόμενη μέρα, κάποιος θα ψάξει στο ίντερνετ το πρωί, και δεν θα περιμένουν την εφημερίδα της μεθεπόμενης για να το μάθουν, αν και εφόσον ενδιαφέρονται. Δεν υπάρχει σύγκριση, ουσιαστική. Ο καλύτερος είναι εκείνος που έκανε κάτι ώστε να είσαι εσύ ευτυχισμένος και ο Τζόρνταν έκανε τα πάντα, τη στιγμή που δεν ξέραμε ότι είχε πρόβλημα με τον τζόγο, ότι λίγες μέρες μετά οι τζογαδόροι θα σκότωναν τον πατέρα του για δικά του χρέη θα σκοτωνόταν ο πατέρας του, για να γίνουμε τέτοιοι. Και αυτό σηματοδοτούνταν από το δέος που ένιωθαν εκείνοι που τον αντιπαθούσαν: η πρώτη επίσημη κόντρα με τον φίλο μου τον Αντώνη ήταν σε εκείνους τους τελικούς, επειδή υποστήριζε τον Τσαρλς Μπάρκλεϊ. Ο «Τσακ» είναι ένα τρισεκατομμύριο φορές πιο κουλ από τον Τζόρνταν και τον έχουμε στην πρώτη δεκάδα των ανθρώπων του αθλητισμού που θα θέλαμε για παρέα (μαζί με τον Βλάντε Ντάντε, τον Γιούργκεν Κλοπ και τον Αντόνιο Κασάνο) σε μία ταβέρνα- διότι, ναι, κάνουμε τέτοιες συζητήσεις μετά το φαί και όχι για τα μπούτια της Μαρίας- αλλά το 1993; Πφφφ, δεν υπήρχε καν σύγκριση.
Στο τέταρτο ματς με τους Μπουλς ο ΛεΜπρόν έκανε δύο επιθετικά φάουλ στο τελευταίο λεπτό του ματς. Το πρώτο στον Ζοακίμ Νοά που, για να του το δώσω, είναι για τον Τζέιμς ό,τι ο Σταρκς για τον Τζόρνταν, και το δεύτερο- και πιο ανόητο- στον Μάικ Ντανλίβι τζούνιορ. Οι Μπουλς ισοφάρισαν και μετά πήγε να πάρει το φάουλ από τον Νοά. Λίγο πριν ο Ντέιβιντ Μπλατ είχε προσπαθήσει να καλέσει τάιμ άουτ, ενώ οι Καβαλίερς δεν είχαν. Οι διαιτητές έκαναν την πάπια δεν το είδαν ώστε να τον χρεώσουν με τεχνική ποινή. Στο instant replay για τον χρόνο που απέμενε για τη λήξη της κανονικής διάρκειας του παιχνιδιού και το σκορ στο 89-89, οι Καβαλίερς είχαν δικαίωμα να σχεδιάσουν ένα σύστημα. Ο Μπλατ άρχισε να ζωγραφίζει στο μπλοκάκι και ο ΛεΜπρόν του πήρε τον μαρκαδόρο, μουντζούρωσε το σύστημα και είπε, «θα ελευθερωθώ, δώστε μου την μπάλα και θα νικήσω το παιχνίδι για εμάς, αλλιώς θα πάει παράταση». Όπως και έγινε.
Μου αρέσει αυτό, κατά βάση: μέσα σε ένα λεπτό ο Τζέιμς έκανε δύο ανοησίες και πέτυχε το νικητήριο σουτ. Τηρουμένων των αναλογιών, είχα αισθανθεί με τον ίδιο τρόπο όταν η Άλκηστη Αβραμίδου έκανε κάτι παρόμοιο στο τελευταίο δίλεπτο του τρίτου τελικού της Α1 πόλο Γυναικών του 2013 με τον ΝΟ Βουλιαγμένης: είχε χάσει πέναλτι, ισοφάρισε, ο ΝΟΒ σκόραρε ένα γκολ που έμοιαζε νικητήριο και η Αβραμίδου ισοφάρισε ξανά, ενώ έκανε και ένα σουτ από την άμυνα του Ολυμπιακού με το οποίο σκόραρε, μόνο που το γκολ ήταν εκπρόθεσμο. Η Βουλιαγμένη έκανε το 3-0 στις νίκες, στα πέναλτι εκείνου του ματς, σε ένα από τα 5 κορυφαία ματς που έχουν γίνει σε επίπεδο ελληνικού πόλο Γυναικών, εμπιστευθείτε με.
Μου αρέσει πώς οι αθλητικές ήρωες μπορούν να στριφογυρίζουν από το άχραντο στο ευάλωτο σε λίγα δευτερόλεπτα. Οι ήρωες της εφηβείας δεν έχαναν σουτ. Παρακολουθούσα πριν από χρόνια τον ημιτελικό του Ευρωμπάσκετ του 1987 με τη Γιουγκοσλαβία, για να συνειδητοποιήσω σοκαρισμένος ότι ο Γκάλης είχε χάσει τρία σουτ στη σειρά πριν συνδεθεί με το καλάθι. Αναρωτιόμουν αν όντως συνέβη αυτό: όταν μεγαλώνεις και έχεις φάει τις χυλόπιτές σου, το αφεντικό σου καθυστερεί τις πληρωμές ενώ περνάς από το δύσβατο μονοπάτι της αυτοεκτίμησης, όταν πια τα σπορ είναι ό,τι σπουδαιότερο συμβαίνει αλλά δεν είναι ο μαγικός τόπος των παιδιών χρόνων και της εφηβείας. Και είναι απίστευτο, διότι παραμένουν ο κόσμος με τα πιο έντονα συναισθήματα, εκεί που οι σχέσεις δεν μεταβάλλονται από την καχυποψία, αν δεν θέλεις. Ο Νίκος Γκάλης παρέμεινε πάντα ο Νίκος Γκάλης, για τον οποίο τραγούδησαν τα Ημισκούμπρια και οι Active Member.
Και ο ΛεΜπρόν Τζέιμς βάζει τους δημοσιογράφους στον πάγο: είχε 7 στα 23 σουτ σε κάποια φάση, έκανε δύο επιθετικά φάουλ, το παιχνίδι όδευε στην παράταση και οι Μπουλς μπορεί να το νικούσαν και να βρίσκονταν μια νίκη από το να ρίξουν ξανά το Κλίβελαντ σε κατάθλιψη, εκεί που οι κάτοικοί του έχουν πιστέψει, μετά από τόσες οδυνηρές ήττες όλων των ομάδων τους, ότι ο πάνω από μισός αιώνας χωρίς τίτλο είναι μία κατάρα που σύντομα θα εξορκιστεί. Και μετά έβαλε το τρίποντο και οι απορίες που θα είχαν πια τη μορφή της κακόγουστης κριτικής έγιναν ύμνος.
Είναι παλιά ιστορία. Και είναι το εξίσου συναρπαστική με δέκα εύστοχα σουτ. Διότι το πλεονέκτημά της είναι η έλλειψη ρυθμού, σε αντίθεση με το πλεονέκτημα των δέκα εύστοχων σουτ, που είναι ο ρυθμός. Δηλαδή η έμπνευση. Όταν ένας συγγραφέας ή ένας ζωγράφος- ή τελικώς ένας αθλητής- έχει έμπνευση, αισθάνεσαι ότι δεν είναι ο ίδιος που κατορθώνει να χορεύει τάνγκο με τον διάβολο στο σεληνόφως. Είναι σαν την ασέβεια που είχε ο Πλάτων για τον Όμηρο και για όλους τους ραψωδούς, από τη στιγμή που τα λόγια που έγραφαν δεν ήταν δικά τους, προέρχονταν από το στόμα της Μούσας. Ενώ το να βάλεις το νικητήριο σουτ ενώ έχεις φροντίσει να κατασπαταλήσει τις δύο φαινομενικά πιο κρίσιμες επιθέσεις στο ματς; Αυτό είναι σαν να γράφεις ένα λογοτεχνικό βιβλίο χωρίς να βρεις ποτέ ρυθμό, χωρίς να επικαλείσαι τη μούσα, τους δαίμονες του μυαλού σου και την ίδια την έμπνευση. Αν τα καταφέρεις να είναι ποιοτικό, λίγα κατορθώματα είναι μεγαλύτερα από αυτό.
—————