Χωρίς τελείες


Ο Μάστερ Γιοντά και ο Ντάστιν

2015-07-03 23:57

Η Αφρική έχει πληθυσμό της τάξης του 1,1 δισεκατομμυρίου ανθρώπων. Η Ευρώπη έχει πληθυσμό της τάξης των 742.542.000 ανθρώπων. Στην Αφρική κατοικούν 400 εκατομμύρια περισσότεροι άνθρωποι. Όμως θα καθίσω στην τηλεόραση μου για να παρακολουθήσω ένα παιχνίδι μπάσκετ μεταξύ δύο ομάδων που η μία έχει έναν Λιβεριανό σέντερ και θα χαρακτηρίσω «χαζό» τον παίκτη. Ο οποίος πιθανότατα θα είναι άγαρμπος, με μακριά άκρα και με κάτι αγκώνες ξυράφι, που δεν θα ξέρει πώς να τους βάλει. Θα παρασύρεται από τον αρχέγονο ρυθμό και θα είναι μερικές φορές σαν να παίζει με ένα τσιπάκι που του υποδεικνύει τον ρυθμό μέσα από τύμπανα, τα τύμπανα που παίζουν οι φυλές για να συμφιλιωθούν με τη φύση, την ύλη και τα πνεύματα.

Δεν είναι τυχαία η αναφορά. Το βράδυ της Πέμπτης με βρήκε στον Κεραμεικό που διάφορες ομάδες έπαιζαν κρουστά. Ήταν μία εκδήλωση στην οποία πήγα... συστημένος, προκειμένου να παρακολουθήσω την Ελευθερία να παίζει. Οι ομάδες ήταν αρκετά καλές: πολύ καλές, διότι δεν υπάρχει ουσιαστικά τρόπος για να καταλάβω αν είναι καλό αυτό που ακούω ή κακό. Δύο πράγματα παίζουν ρόλο, το αυτί και η διάθεσή μου. Η πρωτοτυπία σημαδεύει τη διάθεση. Αν δεν έχεις πονοκέφαλο, δεν σε πονάει το δόντι σου και δεν σε έχει βρίσει κάποιος μέσα στη μέρα, το πιθανότερο είναι ότι μπορείς να απολαύσεις κάτι που δεν είχες πρότερη εμπειρία, παρά το γεγονός ότι η γνώση σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζει απαιτητή.

(Και δεν υπάρχουν θέσφατα: τις μπαγκέτες κρατούσε στην αρχή μια κυρία μεγάλη σε ηλικία, που του έδινε και καταλάβαινε).

Η εξοικείωση με τις καταστάσεις, βεβαίως, απαιτεί χρόνο και δεν μπορείς να πεις ότι είσαι εξοικειωμένος όταν λες ότι είσαι εξοικειωμένος. Αλλά όταν συμβαίνει κάτι που καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή ότι είναι σπουδαίο, τότε το παρατηρείς. Ένα ζήτημα με την παρατήρηση, όμως, είναι ότι η ίδια καταλαμβάνει τόσο χώρο που δεν σε αφήνει να ζήσεις το μεγαλειώδες. Πάντως, έχει την ίδια εμβέλεια: λέμε ότι πρέπει να ρουφάμε τη ζωή με το μεδούλι, αλλά αν οι αισθήσεις μας εναντιώνονται μεταξύ τους τότε το πιθανότερο είναι ότι εκείνη η αίσθηση που θα προτιμήσουμε για να ζήσουμε τη στιγμή είναι αρκετά επαρκής από οποιαδήποτε άλλη η οποία επίσης θα είχε επάρκεια. Η τελειότητα θα μπορούσε να είναι το τέλος ενός δρόμου που θα περνούσαμε μόνο αν ήταν δυνατόν να έχουμε όλες τις αισθήσεις μας σε λειτουργία ταυτοχρόνως.

Ο Γιοντά εμφανίστηκε στη σκηνή και άρχισε να κάνει τα μαγικά του πάνω στο τουμπερλέκι. Είχε το πλατύ χαμόγελο και τα γουρλωμένα μάτια του Λούι Άρμστρονγκ, έπαιρνε ανάσες από το στόμα όπως Ρώσος πιανίστας που παίζει Ραχμάνινοφ και από νωρίς άρχισε τις ψυχαγωγικές κινήσεις, παίζοντας με το ένα χέρι και με το άλλο έδειχνε παντού, έκανε πως φεύγει, το σήκωνε με τρόπο που υποδείκνυε ότι η ώρα για τη χορευτική φρενίτιδα είχε ήδη ξεκινήσει. Ο Γιοντά έπαιζε τζαζ σε καμπαρέ της Νέας Ορλεάνης που επιτρέπεται το κάπνισμα και που το φωτίζει ημίφως, μία σαφής σεξουαλική διαφορά. Ήταν το αισθητικό ισοδύναμο ενός σουίνγκερ, που ξεχειλίζει από ενέργεια. Ένιωθες τα χέρια του να φεύγουν και να πετάνε, την ψυχή του να ξεμυτίζει και έπειτα να καλύπτει το κορμί του. Ότι ήταν γεμάτος από φως. Δεν είχε σχέση με ποιότητα, όσο με το γεγονός ότι του έβγαινε φυσικα, ότι ταίριαζε με τη φράση «είναι γεννημένος για αυτό». Και αυτό το συμπέρασμα, φυσικά, είναι λάθος.

Δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε την εξυπνάδα των Αφρικανών στα παιχνίδια επειδή είναι διαφορετική από τη δική μας. Ο Ακίμ Ολάζουον, πριν γίνει ο «The Dream», ήταν ο ακατέργαστος ψηλός που είχε δυσκολία να χωρέσει το σώμα του στο παρκέ. Το ίδιο συμβαίνει με τους Αφρικανούς που έρχονται στις ΗΠΑ για να παίξουν: συνήθως πρόκειται για παίκτες που ασχολήθηκαν με το μπάσκετ σε αρκετά μεγάλη ηλικία, στα 16 ή στα 18, απλώς τα κορμιά τους είναι γλυπτικά κοσμήματα και ο αθλητικός κόσμος τους χρειάζεται, έτσι μπήκαν σε μία διαδικασία εργασίας που θα τους βελτίωνε σε ό,τι αφορά την αρμονία του κορμιού και το ίδιο το σπορ. Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει με όλους: ωστόσο η δομή της κοινωνίας δεν αφήνει σε όλο τον κόσμο περιθώριο να πετύχει με βάση τις ικανότητές του, όπως προέρχονται από την κινησιολογία και τον σωματότυπο. Ο Γιοντά, Μάστερ σαν τον δάσκαλο στον «Πόλεμο των Άστρων», δεν μπορεί να επιβιώσει σε ένα σύστημα που τον λατρέψει για τις απίθανες ικανότητές του, αλλά που θα πρέπει να τον μετατρέψει σε σκληρό μέταλλο και να τον κάνουν να μειώσει την εμβέλειά τους. Δε θα σας πω πόσοι Αφρικανοί πεινάνε, αλλά αυτό το φρικτό δίλημμα να αποχωριστείς τον άπλετο χώρο στη Μάμα Άφρικα για να εξειδικευτείς σε ένα πεδίο που θα διαπρέψεις αλλά δεν θα σε κάνει ευτυχισμένο ψάχνει τη λύση του. Ζούμε σε μέρες που αντιλαμβανόμαστε ότι σε ένα γενικό πλαίσιο το μόνο που υπάρχει είναι αδιέξοδο.

Και παρ’ όλα αυτά υποπτεύομαι ότι ο Γιοντά αγαπάει τη ζωή τόσο όσο να του επιτρέπει να ζει αξιοπρεπώς σε μια χώρα χωρίς να βασανίζεται πολύ: αν είναι να πεινάει και να μην πεθάνει και να γίνει σπουδαίος χωρίς να θυμάται (ο κάθε Γιοντά, ο αθλητής, ο χορευτής, ο εκφραστής του ήχου και της ρευστότητας του κόσμου), το πιθανότερο είναι ότι θα προτιμήσει το δεύτερο, αλλά θα είναι πολύ δύσκολο να γίνει, αφού η ενασχόληση θα επιφέρει αναπόφευκτα την εκμετάλλευση. Στην παρέα ήταν άλλος ένας μαύρος* τυπάκος , πολύ πιο προσαρμοσμένος στην ελληνική πραγματικότητα από τον Γιοντά, πιο κοινωνικός όταν σταματάει η μουσική, που έκατσε και ήπιε την μπύρα του. Προφανώς πολύ ταλαντούχος και ικανός αλλά όχι Γιοντά: είναι η διαφορά εκείνου που κάνει το κέφι του με εκείνον που παίζει προτάσσοντας τη ζωή του.

*Όταν κάποιος είναι μαύρος, τον λες μαύρο. Διότι είναι. Δεν είναι ρατσιστικό. Αν τον πεις νέγρο είναι ρατσιστικό και αν τον πεις έγχρωμο επίσης. Αν τον πεις μαύρο, δεν είναι. Το πιθανότερο είναι ότι αυτός που θα σε μαλώσει για τον χαρακτηρισμό, είναι πιο ρατσιστής από σένα.

Η ίδια η γεωγραφική θέση μαζί με το κλίμα είναι σαφές πως παίζει ρόλο στη δημιουργία του ανθρώπου. Στους Αφρικανούς αρέσει να τρέχουν: όχι πάντα με σκοπό το τρέξιμο, όσο κι αν είναι κυρίαρχοι στις μεγάλες αποστάσεις. Αλλά με το να καλύπτουν τον ανοικτό χώρο. Οι κινήσεις τους γίνονται κάποια στιγμή παρανοϊκές και ανεξέλεγκτες, τα χέρια τους και τα πόδια τους κινούνται με τόση ταχύτητα που σε βάζει στην ψευδαίσθηση. Σε κάποια φάση το βράδυ της Πέμπτης ο Γιοντά είχε... βγάλει το ένα του χέρι από τη μάχη και το γυρόφερνε στον ουρανό και έπαιζε τόσο γρήγορα με το άλλο που νόμιζες ότι εκείνο που ξεκάθαρα δεν πήγαινε πάνω στο ταμπούρλο με κάποιον τρόπο το χτυπούσε, λες και βρισκόσουν μπροστά στο πρώτο κόλπο ενός ταχυδακτυλουργού της τράπουλας.

Το ίδιο χρονικό διάστημα ένας σεσημασμένος αντί-Ναδαλικός φίλος που ζει στο εξωτερικό έστειλε μήνυμα με το ονοματεπώνυμο του τενίστα που απέκλεισε από το Γουίμπλεντον τον Ράφα Ναδάλ. Ο Ντάστιν Μπράουν είναι πολιτογραφημένος Γερμανός, αλλά η σκούφια του κρατάει από την Τζαμάικα και κατά συνέπεια την Καραϊβική. Οι Τζαμαϊκανοί έχουν παράδοση στους σπρίντερ και στη ρέγκε μουσική, αφού ο αρχιερέας της, Μπομπ Μάρλεϊ, είχε από εκεί ρίζες. Η μουσική και ο χορός επανήλθαν και, μάλιστα, μέσα στο κεντρικό κορτ του Γουίμπλεντον. Ο Μπράουν μακέλεψε τον Ναδάλ.

Κάθε μέρα θα μπορούσε να συμβαίνει αυτό. Αλλά δεν γίνεται να συμβαίνει όλες τις μέρες. Οι Τζαμαϊκανοί και οι Κουβανοί πιάνουν την κιθάρα τους και αφήνουν τα κορίτσια να χορεύουν στον τρελό ρυθμό. Σε κάθε τέχνη και διάσταση υπάρχουν ταλέντα που έχουν ονειρεμένη κλίση πάνω σε ένα αντικείμενο, τα οποία δεν επιδιώκουν να την εξασκήσουν. Δεν επιδιώκουν να φθάσουν ψηλά. Για κάθε Τζίμι Χέντριξ πρέπει να υπάρχει ένας μουσικός που κάνει την κιθάρα του να μιλάει, αλλά δεν θα τον μάθει το σύμπαν. Για κάθε εντυπωσιακή χορεύτρια υπάρχουν μία ντουζίνα Τζαμαϊκανές ή Κουβανές που θα της έριχναν στα αυτιά, αλλά και που δεν θα τις μάθει ποτέ κανείς.

Ο Ντάστιν Μπράουν έπαιζε ακριβώς στον ρυθμό της ρέγκε, με μια χορευτική αναισθησία απέναντι στην αληθινή κατάσταση και ποιον έχει απέναντί του. Ήταν σαν ένας ικανός street-baller του μπάσκετ απέναντι σε έναν σταρ του ΝΒΑ, που του εγγυάται ότι θα έχει κακά ξεμπερδέματα. Δεν πέρασε ούτε ένα γκέιμ για να το καταλάβεις ότι ο Μπράουν θα χρησιμοποιούσε αυτήν τη φυσική αλεγρία ως όχημα για να μπορέσει να νικήσει τον Ναδάλ. Ανέβαινε στον φιλέ συνεχώς και κυνηγούσε winners όποια και να ήταν η προοπτική. Και σε κάθε ευκαιρία έκανε drop shot: καλά ή κακά, μακρινά ή κοντινά, που ο Ναδάλ τα εξοστράκιζε εύκολα ή που τον έβρισκαν απροετοίμαστο, αλλά που σε βάθος χρόνου του τσάκιζαν το ηθικό καθώς ήταν μια τακτική στην οποία ο Μπράουν επέμενε και δεν σταμάτησε να επιμένει παρά το γεγονός ότι ο Ναδάλ τη διάβασε. Ο Ισπανός άρχισε να κουράζεται από τη ρουτίνα των backhand winners του Τζαμαϊκανού με τη ράστα και το άσπρο αμάνικο στο δεύτερο σερβίς του, από τις συνεχείς ανόδους στον φιλέ, από όλα αυτά που ο Μπράουν συνέχισε να τα κάνει χωρίς μνήμη και αντανακλαστικά, σαν να ήταν κανονισμένο να πάσχει από μερική αμνησία κάθε δεύτερη φάση.

Το τένις δεν είναι για τα παιδιά της Καραϊβικής, ούτε, επίσης, τα ομαδικά σπορ πλην του βόλεϊ, το οποίο βασίζεται στη δύναμη, στην ταχύτητα και στο άλμα. Το τένις θέλει τον Μπράουν να νικάει μια φορά τον Ναδάλ και τον δεύτερο να γίνεται καλύτερος επειδή βάζει περισσότερη προπόνηση.

Και ο χορός, η μουσική, τα μικρά βηματάκια με την κιθάρα, είναι πιθανό να μετατραπούν σε μια καταδίκη. Τώρα, θα μου πεις, τι είναι η ζωή; Είναι, βεβαίως, αυτό το πράγμα που θα ήθελες να πληρώνεσαι κάθε πρώτη του μηνός και να είναι όλοι καλά και εκείνο που αναπάντεχα σε βρίσκει να τρέχεις στα νοσοκομεία, αλλά δεν είναι και αυτό που θα σκεφτόσουν πολύ σοβαρά να θυσιάσεις αρκετές από τις συνήθειές σου για να ερωτευτείς σφόδρα, σε σημείο που να χάσεις τον κόσμο;

Και ακόμα και αν δεν ξέρεις τι θα επέλεγες, ακόμα και αν η ζημία θα ήταν πολύ μεγάλη για να πας στο άγνωστο, μόνο και μόνο ότι υπάρχει μια διάστασή σου που θα διάλεγε τον έρωτα χωρίς δεύτερη τέχνη κάνει μοναδικά τα τύμπανα του Γιοντά με τα γουρλωμένα μάτια και τη ρέγκε του Ντάστιν έστω για μία μέρα του χρόνου. 

—————

Πίσω