Χωρίς τελείες


Ποπ Αρτ

2015-05-06 14:58

Ένας από τους λόγους που έχω μπει σε διαδικασία να κάνω μακροσκελείς ερωτήσεις (μία εντελώς λανθασμένη προσέγγιση) είναι διότι πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να μη σου κάνει το χατήρι ο συνεντευξιαζόμενος. «Κόουτς, δεν παίξατε καλά σήμερα». Η απάντηση θα μπορούσε να είναι σκέτο «ναι». «Αυτή η εμφάνιση βοηθάει την ομάδα». Η απάντηση θα μπορούσε να είναι σκέτο «ναι». «Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου αποτελεί πλεονέκτημα για εσάς». Η απάντηση θα μπορούσε να είναι σκέτο «ναι». Για αυτό οι ερωτήσεις του δημοσιογράφου πρέπει να δίνουν θέμα για τον συνεντευξιαζόμενο, προκειμένου να απαντήσει. Πριν από αρκετά χρόνια, σε Masters για το γκολφ, ο δημοσιογράφος ρώτησε τον σπουδαίο Τομ Γουότσον: «Λοιπόν, ήταν υγρά εκεί έξω». Και ο δεύτερος του απάντησε: «Yep».

Αυτό πρέπει να το έχει κάποιος πάντα στο μυαλό του. Επειδή κάποιος δέχεται να απαντήσει σε ερωτήσεις, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι θα το κάνει χωρίς να τον ρωτάς ή επειδή καταλαβαίνει τι θέλεις να τον ρωτήσεις.

Πριν από τρία χρόνια το ΝΒΑ με το ESPN έφθασαν σε μία συμφωνία που περιείχε δηλώσεις προπονητών μετά το τέλος κάθε δωδεκάλεπτου. Στο ημίχρονο ούτως ή άλλως μιλούσε ο καλύτερος παίκτης του εκάστοτε παιχνιδιού- ο οποίος έπρεπε ασφαλώς να ανήκει στην ομάδα που προηγείται στο σκορ- αλλά στο πρώτο και στο τρίτο δωδεκάλεπτο οι προπονητές των δύο ομάδων ήταν υποχρεωμένοι να απαντούν σε ερωτήσεις. Δεν μπορούμε να συμφωνούμε με όλους τους κανονισμούς: παραδείγματος χάρη το φλοπ, δηλαδή η απόπειρα του παίκτη να πέσει στο παρκέ για να πάρει επιθετικό φάουλ χωρίς να υπάρχει η επαφή που το δικαιολογεί, τιμωρείται με 5.000 δολάρια πρόστιμο, ακόμα και αν οι διαιτητές έδωσαν το φάουλ. Υπάρχει σχετική επιτροπή που αποφασίζει για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Ασφαλώς, υπάρχουν προπονητές που δεν τους αρέσε αυτή η εξέλιξη. Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι δυσανασχέτησαν, διότι όταν βρίσκεσαι στο ΝΒΑ, αποκλείεται να είσαι άγνωστος. Παρόμοιο πρόστιμο με το φλοπ υπάρχει και αν ένας παίκτης αρνηθεί να κάνει δηλώσεις όσο βρίσκεται στο γυμναστήριο μετά τη λήξη του παιχνιδιού, είναι ένας κανόνας που διέπει όλα τα επαγγελματικά σπορ. Από τότε που ο Μάτζικ Τζόνσον και ο Λάρι Μπερντ έφθασαν στο ΝΒΑ έχουν περάσει 25 χρόνια, δηλαδή ένα τέταρτο του αιώνα και, ουσιαστικά, έχει επέλθει κορεσμός.  

Αν ασχολείσαι με το μπάσκετ, δεν μπορεί να μην σε ενδιαφέρει ειδικά. Υπάρχουν θεωρητικοί τύποι, φιλόσοφοι, που ταίριαξαν σε ομάδες στις οποίες δεν χρειαζόταν καθημερινή τριβή, όπως ο Μπόγκνταν Τάνιεβιτς στην εθνική Ιταλίας αλλά και στην Τουρκία, ή ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, που επειδή είναι ιδιοφυΐα μπόρεσε να βάλει τον εαυτό του στη θέση ομάδων με καθημερινή τριβή. Όταν είχε έρθει ο Νίκολα Στάμενιτς στην ομάδα πόλο Ανδρών του Ολυμπιακού, είχε πει στους παίκτες του ότι «θα σας προετοιμάσω σαν να παίζουμε σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα». Μπορεί να μην ταιριάζει, αλλά προφανώς κάποιοι άνθρωποι έχουν υψηλότερο πνευματικό επίπεδο διαύγειας. Αν μου φαίνεται αλλόκοτο και ο Στάμενιτς θεωρεί ότι ταιριάζει, τότε ακόμα και αν όλοι θα ήθελαν να συμφωνήσουν μαζί μου, θα πρέπει να συμφωνήσουν με όποιον 29 προπονητές ομάδων συμφωνούν ότι ήταν 100 χρόνια μπροστά. Το ίδιο έκανε και ο Ντούσαν Ίβκοβιτς: οι μήνες που μεσολάβησαν μέχρι τον Απρίλιο του 2012 ήταν, απλώς, προετοιμασία για να είναι ο Ολυμπιακός έτοιμος για τα προημιτελικά της Ευρωλίγκας. Και αυτή ήταν η μόνη περίπτωση να πετύχει εξάλλου: να προετοιμαστεί σαν εθνική ομάδα.

Ασφαλώς είναι και εκείνοι που λατρεύουν την καθημερινή τριβή. Ο Ομπράντοβιτς δεν αποδείχθηκε εξαιρετικός προπονητής εθνικών ομάδων- αν και όσοι θυμούνται το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1998, έναν από τους μεγαλύτερους θριάμβους του γιουγκοσλάβικου μπάσκετ που γέννησε το σύνθημα «sex, droga y Dejan Bodiroga», ασφαλώς και θα διαφωνήσουν- αλλά στο φτιάξιμο ομάδων που στόχος τους είναι να παίρνουν τίτλους, ήταν μανούλα. Και πάλι, δεν υπάρχει κάτι δογματικό, κάτι «ή ταν ή επί τας» στο αποτέλεσμα. Είναι θέμα ικανότητας, εργασίας και κληροδοτήματος. Είναι αποδεδειγμένο ότι τα καταφέρνεις σε κάτι αν πρώτα μιμηθείς και έπειτα αποκτήσεις, μέσα από τη δουλειά εκείνων που σέβεσαι και θεωρείς ότι έχουν δίκιο, τη δική σου ταυτότητα. Τα 8 Κύπελλα Πρωταθλητριών με 4 διαφορετικές ομάδες, με την προοπτική να γίνουν 9 με 6, είναι κάτι τερατώδες. Και, όπως έχει ισχύσει σε αρκετές περιπτώσεις, η πιο σημαντική σχέση της ζωής του, με τον Παναθηναϊκό, άρχισε με το ρητό «ουδέν μονιμότερο του προσωρινού» και αφού οι αδελφοί Γιαννακόπουλοι δεν κατόρθωσαν να φέρουν τον προπονητή που πραγματικά ήθελαν. Κράτησε, μάλιστα, 13 χρόνια.

Turnovers

Ο Γκρεγκ Πόποβιτς συμπεριφέρεται στις ερωτήσεις που γίνονται μετά το πρώτο ή το τρίτο δωδεκάλεπτο με τον ίδιο τρόπο που συμπεριφέρεται ο Ομπράντοβιτς: δείχνει τη διαφωνία για τον θεσμό. Μου αρέσει εκείνη η συνέντευξη για αυτό και όποτε έρχεται ο λόγος την αναφέρω: τα περίφημα «turnovers» που είπε δις στην Ντόρις Μπερκ.

Υπάρχει καλό επιχείρημα για να είναι η Μπερκ στον αγωνιστικό χώρο και να κάνει ερωτήσεις στους προπονητές: είναι γυναίκες. Οι καλές γυναίκες δημοσιογράφοι είναι το απόλυτο κόσμημα για τον χώρο, διότι μπορούν να κάνουν θαυμάσιες ερωτήσεις χωρίς να είναι αμετροεπείς. Αν ο Πόποβιτς δεν θέλει να απαντήσει δεν θα απαντήσει, παρ’ όλα αυτά οι ερωτήσεις που του έκανε σε εκείνη τη συνέντευξη δεν είχαν σχέση με εκείνη την ερώτηση που έκανε ο δημοσιογράφος στον Γουότσον. Η συμπεριφορά του Ποπ σε αυτές τις ερωτήσεις θα γινόντουσαν θέμα αν δεν σε έκαναν να νιώθεις τόσο όμορφα όσο και άσχημα. Από αυτό και μόνο μπορείς να αποκτήσεις μία καλή ένδειξη για την επιτυχία ενός προπονητή στο λειτουργικό κομμάτι.

Τα media χρειάζονται τον Ποπ, όχι όμως περισσότερο από ό,τι τα χρειάζεται εκείνος και αυτό μπορεί να συμβαίνει με τους ανεξάρτητους ανθρώπους. Σε κάθε σπορ υπάρχουν οι πυλώνες που κυνηγούν οι δημοσιογράφοι: ας πούμε, ό,τι συμβαίνει με τον Νικόλα Δεληγιάννη στο πόλο Ανδρών. Ο τύπος ξέρει να μιλήσει, είναι παθιασμένος και σου βγάζει τίτλους για την εφημερίδα και την ιστοσελίδα σου. Δεν χρειάζεται καν να ανατρέξεις στο βίντεο. Ο Πόποβιτς μπορεί να διαφωνεί με τις δηλώσεις, αλλά ξέρει ότι οι δημοσιογράφοι είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος που ο μισθός του είναι παχυλός. Και το σέβεται περισσότερο από την πλειοψηφία των προπονητών: ο λόγος που δεν απαντάει στις ερωτήσεις των δωδεκάλεπτων είναι ότι δεν τον νοιάζει να κάνει δημόσιες σχέσεις. Υπάρχει, όμως, μια παράξενη ειλικρίνεια. Πριν τον έβδομο τελικό του 2013, ο Πόποβιτς παρακίνησε τους δημοσιογράφους να μιλήσουν μαζί του: «Ελάτε παιδιά, κάντε μου ερωτήσεις να ξεχαστώ». Και φυσικά, μπορείς να ξεχωρίσεις ένα ειλικρινές χαμόγελο όταν αυτό συμβαίνει (αλλά και να αμφιβάλλεις για ένα ανειλικρινές, θεωρώντας ότι μπορεί να είναι ειλικρινές) όπως αυτό που είχε όταν αγκάλιασε τον ΛεΜπρόν και τον Γουέιντ μετά τον έβδομο τελικό του 2013.

Βρήκα, μετά το έβδομο παιχνίδι των Σπερς με τους Κλίπερς, αυτό το άσχημο συναίσθημα που αποκτάς όταν νομίζεις ότι είσαι ενώπιον κάτι όμορφου που τελειώνει. Αλλά αποφάσισα να περιμένω πριν πέσω με τα μούτρα σε ένα αφιέρωμα για μία από τις πιο ιστορικές ομάδες του ΝΒΑ (μαζί με τους Σέλτικς του ’50 και του ’60, τους Λέικερς και τους Σέλτικς του ’80 και τους Μπουλς του ’90) και πριν καταφερθώ έναντι δικαίων και αδίκων για το γεγονός ότι δεν κατέκτησαν 5 διαδοχικά πρωταθλήματα.

Η αναφορά στον Ποπ είναι, ωστόσο, κάτι άλλο. Η συνέντευξη Τύπου μετά το έβδομο ματς με τους Κλίπερς είναι από τις καλύτερες που έχω παρακολουθήσει: η κομψότητα και το κάποιες φορές σαρδόνιο χαμόγελο ζούσαν ως διώνυμα: «η σειρά είχε πολλή χάρη, εκτός από μένα που έκανα φάουλ στον Τζόρνταν, υποθέτω». «Τα τελευταία 5 χρόνια ρωτάνε αν θα φύγουμε με τον Τιμ, τον Τόνι και τον Μάνου. Μάλλον θα μείνουμε. Οι επιταγές είναι καλές».

Δεν ήθελε να χαλάσει τη νίκη των Κλίπερς. Για αυτό, παρά το γεγονός ότι απάντησε «απολύτως» στην ερώτηση για το τελευταίο τάιμ άουτ που οι διαιτητές διέκοψαν και οι Κλίπερς βρήκαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν τι θα κάνει, κρατήθηκε να σχολιάσει περαιτέρω. Δεν ήθελε να χαλάσει τη στιγμή τους, να απλώσει σκιές πάνω στη νίκη τους. Μπορεί να το έκανε 10 χρόνια πριν, αλλά κάθε μέρα μαθαίνεις από κάτι.

Όσο ήταν πρωταθλητές οι Σπερς, ο κόσμος ήταν καλύτερος. 

—————

Πίσω