Χωρίς τελείες


Πουλόβερ με πουκάμισο

2015-04-21 03:08

 

Από τα κείμενα που έπρεπε να εντρυφήσω, όπως σημειώθηκε σε ένα προηγούμενο κείμενο, δεν κατάφερα να γράψω ούτε ένα. Η δύσκολη πρόσβαση σε υπολογιστή μαζί με την αίσθηση μίας υλιστικής ματαιότητας, την αντίληψη της μη βιασύνης και του μηδενικού καθήκοντος, δεν τα κατέστησαν υποχρεωτικά. Η έννοια της δημιουργίας βρίσκεται στο εσώτερο κίνητρο και, παρά το γεγονός ότι δεν πρόκειται για κάποια επιταγή της φύσης, έγκειται σε μία αναγκαία διαδικασία μηχανικής κίνησης η οποία σε κάνει να επιστρέφεις εκεί που έχεις μάθει, ό,τι και αν είναι αυτό.

 

Υπάρχουν θέματα για τα οποία θα ήθελα να γράψω: τη μονομαχία Γκομπέρ και Γουίγκινς σε ένα «σκοτωμένο» ματς των Τζαζ με τους Τίμπεργουλβς, για τη Λινέ Ρενό και την αξία της γαλλικής προφοράς (ένα κείμενο που θα κατέληγε στη Μαριόν Κοτιγιάρ), για τον Μπόμπαν Μαριάνοβιτς και τον Νίκολα Τέσλα, ωστόσο ένα εξ αυτών με καίει για αυτό και θα προσπαθήσω να το υλοποιήσω το Σάββατο, δηλαδή ένα κείμενο για το ΝΒΑ πριν ξεκινήσουν τα πλέι οφ.

 

Άφησα επίτηδες, προφανώς, την άνωθεν παράγραφο, η οποία δείχνει ότι έχασα τον στόχο μου σε απόσταση δύο ωρών. Τέτοια αλληλουχία καταστάσεων είναι συμβολικές για το παρελθόν αλλά και για το σημείο που βρίσκομαι αυτήν τη στιγμή. Αλλά πριν καταραστώ την ειδοποίηση του quizdom, η οποία για ακόμα μία φορά θα με αποσπάσει από όποιο δικαίωμα έχω να εκφραστώ- με την επίγνωση του μαγνητισμού που μου ασκεί η συνήθεια, η οποία μετατρέπει την αρέσκεια σε εθισμό, οφείλω να ομολογήσω ότι με το quizdom είναι η πρώτη φορά που αισθάνομαι πραγματικά αποχαυνωμένος, ακόμα και αν, τα παλιά τα χρόνια, η Ολίβια μου μιλούσε και δεν την άκουγα επειδή χαζολογούσε (το έκανε και εκείνη, λιγότερο συχνά από μένα, αλλά μην της το πείτε) από τότε που άρχισα να ασχολούμαι με τους υπολογιστές, και αυτό ήταν αρκετά αργά, αφού είχε περάσει και η δεύτερη δεκαετία της ζωής μου- το πρέπον είναι να αποδοθούν τα εύσημα στον σπουδαιότερο κολεγιακό προπονητή στην ιστορία του μπάσκετ (και, πιθανότατα, τον σπουδαιότερο σκέτο, με την πιθανή εξαίρεση των Σέρβων), δηλαδή τον Μάικ Σιζέφσκι. Την ώρα που πανηγύριζε τον πέμπτο τίτλο του με το Ντιουκ, η καλή μου τύχη μαζί με την αθλητική υποχρέωση του Γιάννη με έφερναν στην αίθουσα αναχωρήσεων του «Ελ. Βενιζέλος», ωστόσο από τις 7 Απριλίου έχουν περάσει 14 μέρες, κάτι που υποθετικά θα καθιστούσε την αναφορά ετεροχρονισμένη.

 

Ο Μάικ Σιζέφσκι κατάφερε να γίνει ο πιο αντιπαθητικός προπονητής στο αμερικάνικο μπάσκετ κατακτώντας τους δύο τίτλους του 1991 και του 1992 με τους Κρίστιαν Λέτνερ, Μπόμπι Χέρλι και Γκραντ Χιλ. Το Ντιουκ, τότε, έγινε το πιο αντιπαθητικό κολέγιο. Λίγο πριν ξεκινήσει η March Madness το ESPN πρόβαλλε το 30 for 30 του με τίτλο «I Hate Christian Laettner» και θέμα την καριέρα του πιο σημαντικού πάουερ φόργουορντ στην ιστορία του κολεγιακού μπάσκετ με τους «Blue Devils». Είχε γραφτεί σχετικό κείμενο και, εν ολίγοις, τα χρόνια του Λέτνερ το Ντιουκ έφθασε σε τέσσερα Final 4: πρώτα έχασε στον ημιτελικό του 1989 από το Σίτον Χολ στο Σιάτλ, μετά διαλύθηκε στο Ντένβερ, το 1990, χάνοντας από το θεσπέσιο UNLV του Τζέρι Ταρκάνιαν με σκορ 103-73, στον τελικό, μετά νίκησε το UNLV στον ημιτελικό της Ιντιανάπολης, το 1991, για να κατακτήσει το τρόπαιο με αντίπαλο το Κάνσας και το 1992, στην τελευταία παράσταση της εντυπωσιακής τριάδας, επικράτησε στο Final 4 της Μινεσότα της Ιντιάνα των Fab5, για να κάνει το ριπίτ, που κράτησε 15 χρόνια, μέχρι δηλαδή να το κατακτήσουν οι Φλόριντα Γκέιτορς των Γιοακίμ Νοά και Αλ Χόρφορντ για δεύτερη διαδοχική φορά. Σε εκείνη τη March Madness έγινε και το θρυλικό ματς με το Κεντάκι που ο Λέτνερ νίκησε με σουτ στο τελευταίο δευτερόλεπτο, κάτι που είχε κάνει και δύο χρόνια πρωτύτερα, επίσης για παιχνίδι της Elite 8, όταν είχε σκοράρει και εναντίον του Κονέντικατ, για να οδηγήσει το Ντιουκ στο Final 4.

 

Στο παιχνίδι με το Κεντάκι, φυσικά, που τελείωσε με το εντυπωσιακό 104-103, το σουτ του είναι εκείνο που θα θυμούνται άπαντες οι οποίοι έχουν κάποια σχέση με το μπάσκετ που δεν είναι ειδική (δηλαδή το να «ασχολείσαι» με το ΝΒΑ και να μην αναγνωρίζεις αυτό το σουτ, τους δύο αντίπαλους και το ματς στο οποίο συνέβη είναι αδικαιολόγητο), ωστόσο η αμέσως επόμενη αξιομνημόνευτη φάση ήταν το πάτημα του Λέτνερ στον Αμίνου Τίμπερλεϊκ. Στο ντοκιμαντέρ, ο Λέτνερ εξηγεί ότι μπερδεύτηκε, επειδή θεώρησε ότι ήταν ο Τίμπερλεϊκ εκείνος που τον έσπρωξε στην προηγούμενη φάση, παρ’ όλα αυτά η σύγχυση και το γεγονός ότι η φάση ακόμα μνημονεύεται από τους οπαδούς του Κεντάκι προήλθε από το γεγονός ότι οι διαιτητές κράτησαν τον Λέτνερ στο παιχνίδι. Μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ, ο Λέτνερ τράβηξε ένα βίντεο στο οποίο ζητάει συγγνώμη από τον Τίμπερλεϊκ, με τον δεύτερο να του απαντάει ότι κάνει δεκτή τη συγγνώμη του. Στο τέλος του βίντεο, μάλιστα, ο Τίμπερλεϊκ αναφέρεται στον Λέτνερ με την εξής φράση: Go Big Blue Nation. Δηλαδή, δείχνει εμπράκτως τη στήριξή του στο Κεντάκι.

Υπάρχει λόγος που μισούν το Ντιουκ δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι: λέγεται νίκη και τρόπαια. Το Κεντάκι πήγε στην Ιντιανάπολη έχοντας 38-0 και στα τελευταία 4 λεπτά του ημιτελικού με το Γουισκόνσιν ο Τζον Καλιπάρι τα έκανε μαντάρα, προκαλώντας τη μόνη (και μη αναστρέψιμη) ήττα της χρονιάς. Το Ντιουκ προκρίθηκε εύκολα επί του Μίσιγκαν Στέιτ και κατάφερε να κάνει καλά το Γουισκόνσιν (την ίσως πιο συμπαθητική ομάδα της χρονιάς)  στον τελικό, για να πάρει το πέμπτο εθνικό πρωτάθλημά του ο Σιζέφσκι, το οποίο κατάφερε σχεδόν 2 μήνες αφού γιόρτασε τις 1000 νίκες του ως προπονητής στο κολεγιακό μπάσκετ. Ο Τζον Γούντεν κατέκτησε 10 πρωταθλήματα με το UCLA από το 1964 έως το 1975, ήταν ένας προπονητής μεγαλειώδης και κατέστησε το κολέγιο της Καλιφόρνιας επιθυμητό για τους Αμερικάνους μέλλοντες φοιτητές-μπασκετμπολίστες, αλλά αναγκαστικά πρέπει να γείρει η πλάστιγγα υπέρ του Σιζέφσκι. Στα 5 πρωταθλήματα που έχει πάρει μέσα σε 24 χρόνια έχει παίξει από 6 παιχνίδια που αν έχανε αποκλειόταν. Το 1964 το UCLA έπαιξε 4 ματς για να πάρει το πρώτο πρωτάθλημα, και το 1975 έπαιξε 5 για να πάρει το 10ο. Συν τοις άλλοις υπήρχαν πολύ λιγότερα παιχνίδια μέσα στη χρονιά, πολύ λιγότερες περιφέρειες και το πιο σημαντικό είναι ότι εκείνες τις (πιο γλυκές, πιο πικρές, πιο έντονες, πιο χαλαρές, πιο ακατέργαστες σίγουρα) εποχές, δεν ετίθετο ζήτημα για το αν ο παίκτης θα καθόταν 4 χρόνια στο κολέγιο.

 

Ο Σιζέφσκι κατέκτησε το πρώτο, το τέταρτο και το πέμπτο πρωτάθλημά του στην Ιντιανάπολη. Το 2010 κατάφερε το Ντιούκ να νικήσει το Μπάτλερ, στο ματς που το σουτ του Γκόρνταν Χέιγουορντ από το κέντρο λίγο έλειψε να γίνει το νικητήριο σουτ του αιώνα. Το Μπάτλερ ήταν κολέγιο δεύτερης κατηγορίας, από εκείνα που κράτησε στο τουρνουά το Πρίνστον το 1989. Και προπονητής του ήταν ο, κατά τη γνώμη μου, προπονητής της χρονιάς στο ΝΒΑ: ο Μπραντ Στίβενς.

 

Για να πω την αμαρτία μου, αγαπάω την κατηγορία των ανθρώπων που λέγονται white collars. Δηλαδή τους γόνους πλούσιων οικογενειών που έχουν μάθει να συμπεριφέρονται με συγκεκριμένο τρόπο. Νομίζω ότι ο πρώτιστος λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό, είναι ένα συγκεκριμένο ντύσιμο: το πουλόβερ με το πουκάμισο από μέσα.

Από ό,τι θυμάμαι, το Status ήταν από τα αγαπημένα περιοδικά της εφηβείας μου. Δεν ταίριαζε με το δικό μου ντύσιμο, καθώς οτιδήποτε πέρα από τη φόρμα φαινόταν να μου φέρνει αλλεργία. Ωστόσο τα εκείνα τα περιοδικά έφθαναν για να δώσω ένα προβάδισμα στον Φρανκ Σινάτρα σε σχέση, παραδείγματος χάρη, με τον Ντιν Μάρτιν, το οποίο έχασε την τελευταία πενταετία. Έβρισκα πάντα κομψό το πουλόβερ με το πουκάμισο. Είναι ένα ντύσιμο ασφαλές και μεταδίδει αυτήν την ασφάλεια στους γύρω του. Μπορείς να κρύψεις σε αυτό την τσογλανίστικη διάθεσή σου, να δείξεις ότι είσαι politically correct. Να κερδίσεις τον χώρο που σου αναλογεί για να κάνεις τα ανομήματά σου. Πάλι, όταν έχει κρύο, το πουλόβερ με το πουκάμισο σε μετατρέπει σε ταίρι του καιρού. Δεν βιάζεσαι να ξεφορτωθείς το κρύο και αυτό επηρεάζει τη διάθεσή σου. Για να είμαι ακριβής, δεν ήταν αποκλειστικά δικαίωμα των white collars, είναι επίσης δημοσιογραφικό ντύσιμο: αν μου άρεσε το Newsroom μία φορά, πολλαπλασιαζόταν αυτομάτως επειδή ο Τζεφ Ντάνιελς (στον οποίο έχω συγχωρέσει το «Ηλίθιος και Πανηλίθιος», αλλά και το σίκουελ, όπως θα το συγχωρούσα σε κάθε ηθοποιό που είναι παντρεμένος 36 χρόνια με την ίδια γυναίκα· στην περίπτωσή του, μάλιστα, ο λόγος γίνεται για έναν ταλαντούχο ψυχαγωγό) ήταν ντυμένος με καρό πουκάμισο και μπλε πουλόβερ. Ο Μπραντ Στίβενς, στον πάγκο των Μπόστον Σέλτικς, δεν ντύνεται έτσι. Αλλά θα μπορούσε. Διότι είναι ένας διανοούμενος του μπάσκετ. Και αυτό τον κάνει κατευθείαν ξεχωριστό.

 

Από τη στιγμή που όλα τα συστήματα του μπάσκετ προέρχονται από τους κολεγιακούς προπονητές, τους δίνω αυτομάτως προβάδισμα σε σχέση με τους επαγγελματίες του ΝΒΑ. Ο προπονητής της χρονιάς θα έπρεπε να είναι ο Στιβ Κερ, ο οποίος είναι σαν τον δικηγόρο στον «Νονό»: έβλεπε τον Μάικλ Τζόρνταν και τον Τιμ Ντάνκαν να κατακτούν πρωταθλήματα- χάρισε, μάλιστα, ένα, στους Σικάγο Μπουλς, με το σουτ του στον έκτο τελικό του 1997 απέναντι στους Γιούτα Τζαζ- θήτευσε με τους Φιλ Τζάκσον και Γκρεγκ Πόποβιτς και, όπως στην περίπτωση του δικηγόρου της οικογένειας Κορλεόνε (τον οποίο παίζει ο Ρόμπερτ Ντιβάλ) έζησε ως το τέλος κατασταλαγμένος για τον ρόλο του. Έβγαλε με τους Γουόριορς όλα αυτά τα μυστικά της μακροσκελούς καριέρας και το Γκόλντεν Στέιτ έχει μία ομάδα η οποία έκανε ένα από τα 10 καλύτερα ρεκόρ στην ιστορία του ΝΒΑ (67-154).

 

Επίσης, θα μπορούσε να είναι ο Μάικ Μπαντενχόλζερ των Ατλάντα Χοκς, οι οποίοι αποδείχθηκαν οι Σπερς της εφηβικής ηλικίας, και έκαναν 19 διαδοχικές νίκες. Ή, φυσικά, ο Γκρεγκ Πόποβιτς, ο οποίος άσκησε τρελό ψυχολογικό πόλεμο σε όλες τις ομάδες του ΝΒΑ. Με τους Σπερς στα σκοινιά, πραγμάτωσε διάφορα ψυχολογικά τρικ, η ομάδα του έκανε 11 διαδοχικές νίκες, πήρε τα ματς που την ενδιέφεραν (με τους Γουόριορς και τους Ρόκετς) και στο τέλος βρέθηκε μία νίκη από τη 2η θέση, η οποία δεν ήρθε λόγω της νίκης των Πέλικανς. Ωστόσο οι Σπερς (όσο κι αν οι Κλίπερς κυριάρχησαν στο πρώτο παιχνίδι) μπαίνουν στα πλέι οφ με τους αντίπαλους να νιώθουν τη Δαμόκλειο Σπάθη μίας ομάδας που ξέρει σίγουρα κάτι παραπάνω να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους.

 

Ωστόσο δεν βάζω κανέναν κοντά στον Στίβενς: ο Κερ έκανε απλώς κάποια μερεμέτια, κυρίως για να απλοποιήσει το ταλέντο των παικτών του, ο Πόποβιτς έχει την ίδια ομάδα τα τελευταία 318 χρόνια και κάποια στιγμή οι Χοκς πήγαν με τον αυτόματο. Οι Σέλτικς δεν έπρεπε, όμως, να είναι στα πλέι οφ, έστω και αν είχαν αρνητικό ρεκόρ. Οι Σέλτικς έπρεπε να είναι κάτω από τους Ντιτρόιτ Πίστονς, οι οποίοι είχαν ρεκόρ 32-50.

 

Στις 19 Δεκεμβρίου του 2014 η Βοστώνη αντάλλαξε τον Ραζόν Ρόντο στους Ντάλας Μάβερικς για 3 παίκτες: έμοιαζε να ισχύει το «όπου φτωχός και η μοίρα του». Μπορεί, επειδή η ανταλλαγή ήταν τόσο σπουδαία, τα δίκτυα των ΗΠΑ να την έβαλαν στο μικροσκόπιο, αλλά το συμπέρασμα ήταν το ίδιο για όλους: οι Μάβερικς έγιναν αυτομάτως title contenders, που λένε και στην Ιντιάνα, στην οποία έχει γεννηθεί ο Στίβενς. Τώρα, αν κάποιος επιμένει στο ίδιο συμπέρασμα, το καλύτερο θα ήταν να κάνει ένα κρύο ντους.

 

Ο Στίβενς είχε οδηγήσει το Μπάτλερ σε δύο διαδοχικούς τελικούς του NCAA, το 2010 και το 2011, που δεν μου έρχεται αυτήν τη στιγμή ένα αντίστοιχο κατόρθωμα για να το βάλω δίπλα. Ας πούμε το back2back της Ζαλγκίρις με το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1998 και την Ευρωλίγκα του 1999. Αυτό με οδήγησε, πρέπει να ομολογήσω, σε λανθασμένη αντίληψη: 8 στις 10 προβλέψεις που κάνω γενικώς, την τελευταία διετία, είναι λάθος, ωστόσο τούτο ήταν κάτι άλλο. Όταν συμβαίνει κάτι θαυμάσιο, εξιδανικεύεις και προσδίδεις ασύλληπτες δυνατότητες σε ανθρώπους, αθλητές ως επί το πλείστον, διότι μόνο στα σπορ υπάρχει το πρόσφορο έδαφος για να γίνεται καθημερινά κάτι τέτοιο, που το ταβάνι τους είναι σαφώς πιο χαμηλό ή που οι συνθήκες δεν ευνοούν. Το καλοκαίρι του 2011 εργαζόμουν στον «ΓΑΥΡΟ» και η μεταγραφή του Ματ Χάουαρντ στον Ολυμπιακό έφερε έναν ενθουσιασμό που η πραγματικότητα, όσο καλή και να ήταν μαζί μου, δεν γινόταν να επιβεβαιώσει. Τον υπερασπίστηκα ως της τελευταίας ρανίδας του αίματός μου, παρ’ όλα αυτά η ειρωνεία των συναδέλφων έφερε την υποχώρησή μου. Μπορεί να μην γινόταν να συνηθίσει ένα παιδί που μάλιστα πήγε σε κολέγιο με ιδανικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, τους ρυθμούς, και φυσικά η υπομονή είναι μία λέξη που δημιουργεί θυμηδία όταν οι καταστάσεις πανικού γίνονται γεγονός. Ακόμα και ξυλοκόπος από το Νόρκεπινγκ να ήταν, όμως, φαντάσου πόσο καλός προπονητής ήταν ο Στίβενς για να πάει μία ομάδα με παίκτες δίχως προοπτικές σε διαδοχικούς τελικούς εθνικού πρωταθλήματος.

 

Μια και έφθασα σε αυτό το σημείο, το καλύτερο που μπορώ να κάνω είναι να δώσω τις προβλέψεις μου για τα ζευγάρια των πλέι οφ. Όπως είπα, με τις προβλέψεις έχω τη σχέση που έχω με τους κροκόδειλους. Εχμ.

 

Χοκς-Νετς: Οι Νετς μου θυμίζουν σανατόριο, αλλά έχουν ορισμένες προσωπικότητες, που δεν μπορείς να τις πάρεις αψήφιστα. Ευτυχώς που είναι σχεδόν διαλυμένοι και που ο εγωισμός δεν φθάνει για να τους βγάλει από το αδιέξοδο, διότι για ένα σπίτι που βρωμάει φορμόλη εδώ και 10 μήνες δεν φθάνει να ανοίξεις το παράθυρο για μία μέρα. 4-2.

 

Καβαλίερς- Σέλτικς: Όπως είπα και στον Στέλιο, θα τα πούμε στο έκτο παιχνίδι στο Κλίβελαντ, όταν ο ΛεΜπρόν αποφασίσει ότι πρέπει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Βλέπω Σέλτικς στο δεύτερο παιχνίδι, Σέλτικς στο τρίτο και έπειτα Κλίβελαντ. 4-2 (αν γλιτώσουν το σουίπ θα είναι καλή φάση, αλλά αυτό αυστηρά μεταξύ μας).

 

Μπουλς-Μπακς: Του χρόνου, που θα παίζει ο Τζαμπάρι, τα ξαναλέμε. Προς το παρόν καλά είναι πέντε ματς: 4-1.

 

Ράπτορς-Γουίζαρντς: Δεν υπάρχει άλλος πιο σατανικός τρόπος για να βυθιστεί το Τορόντο στη θλίψη από το να χάσουν οι Ράπτορς, για δεύτερη διαδοχική χρονιά έβδομο ματς στον πρώτο γύρο. Δεν έχουν Τζον Γουόλ οι Ράπτορς και θεωρώ ότι θα γίνει νωρίτερα, αλλά έτσι έχει πιο πολλή πλάκα: 3-4.

 

Γουόριορς-Πέλικανς: Δεν γίνεται να μην πάρει ματς ο Άντονι Ντέιβις. Λέω ότι θα τρομάξουν λίγο οι Γουόριορς: 4-2.

 

Ρόκετς-Μάβερικς: Ο Νοβίτσκι στα 7. Μη ρωτάτε.

 

Γκρίζλις-Μπλέιζερς: Ο Ντάμιεν Λίλαρντ θα παίξει καταπληκτικά στα πρώτα 20 λεπτά του δεύτερου ματς και η διαφορά θα είναι στους 8. Αν αντιμετωπίσουν οι Μπλέιζερς τον Ζακ Ράντολφ, να βρούμε τρόπο να το κάνουμε σελίδα στη Wikipedia. Γκρίζλις στα 5.

 

Κλίπερς-Σπερς: Δεν μπορώ να φανταστώ πώς μία ομάδα που έχει ηγέτη κάποιον ο οποίος δεν έχει περάσει δεύτερο γύρο πλέι οφ θα αποκλείσει μία ομάδα που στα 18 χρόνια του ηγέτη της έχει αποκλειστεί μόνο δύο φορές στον πρώτο γύρο των πλέι οφ. Αν αποφασίσουν οι Σπερς να κάνουν το μπρέικ, θα το κάνουν. Ο Πόποβιτς είναι πιο στυγνός εγκληματίας από το να θυσιάσει τις πιθανότητες για το πιο σημαντικό back2back στο ΝΒΑ από την εποχή των Σέλτικς που είχαν παίκτη-προπονητή τον Μπιλ Ράσελ το 1968 και το 1969 και θεωρώ ότι αρχής γενομένης από το επόμενο ματς, η σειρά θα γείρει για λογαριασμό των Τεξανών. Ο Στέλιος πιστεύει ότι οι Σπερς θα αποκλειστούν αλλά δεν το λέει, επειδή του έχω κάνει ψυχολογικό πόλεμο. Θα τους δώσω να περάσουν στα 6 ματς: 2-4.

 

 

—————

Πίσω