Χωρίς τελείες


Saturday Night Live

2015-02-17 17:44

Ζούμε σε μία εποχή που είναι τερατική: η αλληλεξάρτηση της ενέργειας έχει ήδη μετατρέψει τον κόσμο σε παγκόσμιο χωριό και τα θαυματουργά τεχνολογικά μαντζούνια μας επιτρέπουν να μιλάμε με το Κατάρ την ίδια στιγμή που αλληλογραφούμε με τη Σανγκάη. Κάποιον βλέπουμε σε μία εικόνα, ο οποίος μας μιλάει και αυτό έχει απόκλιση ενός δευτερολέπτου από τη στιγμή που γίνεται. Μπορούμε να αποφυλακίσουμε μερικές από τις στιγμές που έχουμε φανταστεί. Το «i coulda been a contender, i coulda been somebody instead of a bum», που είπε ο Μάρλον Μπράντο στο «Λιμάνι της Αγωνίας». Τον χορό με τα ψωμάκια του Τσάπλιν, τον Νουρέγιεφ και τον Μπαρίσνικοφ, ένα σόου της Rat Pack, βίντεο της Ρακέλ Γουέλς, κάποιον εναρκτήριο λόγο του Μπομπ Χόουπ στα Όσκαρ, τη σκηνή προσποίησης του οργασμού της Μεγκ Ράιαν στο «Όταν ο Χάρι γνώρισε τη Σάλι», ένα βίντεο αφιερωμένο στον γίγαντα Ηλία Πετρόπουλο, το νοκ άουτ του Αλί στον Φόρμαν στην Κινσάσα, το γκολ του Δεληκάρη με τη Δυτική Γερμανία το 1976, την ήττα του Αλεξάντερ Καρέλιν από τον Ρούλον Γκάρνερ στο Σίδνεϊ, το καλάθι του Αλεξάντερ Μπέλοφ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972, την Κάλλας παντού. 
 
Το Youtube έγινε ένας οπτικός παράδεισος. Μπορούσες να δεις οτιδήποτε, όσες φορές θα ήθελες να το κάνεις. Ένα απόσπασμα από μία παλιά συναυλία των Rolling Stones, το Άνφιλντ να τραγουδάει, το 1964, το It's been a hard day's night. 
 
Η παραπάνω παράγραφος, με τις αναφορές στα δύο κορυφαία αγγλικά συγκροτήματα, παρεισέφρησε τυχαία. Αλλά την ώρα που γραφόταν συνειδητοποίησα ότι ταίριαζε ακριβώς στο θέμα: προ τριημέρου το Saturday Night Live γιόρτασε με ένα ασύλληπτο σόου τα 40 χρόνια από την καταβολή του και ο Κιθ Ρίτσαρντς, που παρουσίασε τον Πολ ΜακΚάρτνι, έκανε το εξής αστείο: «In the early '60s, a band came out of England and it changed the world. But enough about the Rolling Stones. Ladies and gentlemen, Paul McCartney»
 
Δηλαδή, «στις αρχές της δεκαετίας του '60 ένα συγκρότημα εμφανίστηκε στην Αγγλία και άλλαξε τον κόσμο. Αλλά αρκετά με τους Ρόλινγκ Στόουνς. Κυρίες και κύριοι, ο Πολ ΜακΚάρτνι»
 
Οι Beatles δεν ήταν μαζί όταν ο Καναδός Λορν Μάικλς αποφάσισε να γίνει ο παραγωγός του SNL. Αλλά τους πρότεινε να έρθουν να παίξουν σε ένα από τα σόου του, και το έκαναν, δύο χρόνια πριν ο Λένον αποδημήσει εις ουρανούς. Ο ΜακΚάρτνι ήταν εκείνος που εμφανίστηκε στη Νέα Υόρκη για να τιμήσει την 40ετία μίας από τις κορυφαίες εκπομπές τηλεόρασης όλων των εποχών. Η οποία τις προάλλες πρόβαλλε ένα βίντεο στο οποίο ο Τζον Μπελούσι (ένας από τους θρυλικούς Blues Brothers στην κινηματογραφική μεταφορά) απεικονίζεται γέρος σε ένα νεκροταφείο, χορεύοντας και λέγοντας, «πάντα έλεγαν ότι θα ήμουν ο πρώτος που θα φύγω». Το 1978, όταν και παρουσιάστηκε το βίντεο, ο Μπελούσι ήταν 29 ετών. Τέσσερα χρόνια μετά, στις 5 Μαρτίου του 1982, βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του εξαιτίας ενός κοκτέιλ ηρωΐνης και κοκαΐνης. Το βίντεο έγινε, από εκεί και ύστερα, στοιχειωμένο. 
 
 
Το SNL είναι ένα από τα κορυφαία σόου στην ιστορία, επειδή δεν ήταν πάντα αστείο. Μερικές φορές τα σκετσάκια του ήταν άθλια, αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία για τον Μάικλς, που το κράτησε με νύχια και με δόντια μετά την πενταετία. Βρήκε, βεβαίως, τη βοήθεια που δεν προσδοκούσε από ένα αυθεντικό κωμικό ταλέντο, τον Έντι Μέρφι, που μία παρουσίασή του έσωσε την εκπομπή. Μετά από αυτήν την κρίση, η εκπομπή συνέχισε να παίζεται. Και ήταν το πρόσωπο της Νέας Υόρκης. 
 
Δεν υπήρξα θαυμαστής της Νέας Υόρκης. Για να αποδοθεί αυτό με αθλητικούς όρους, ενώ πάντα θεωρούσα ότι το Boston Garden, με τη φιγούρα ενός Ιρλανδού μπαλαντέρ μίας τράπουλας που ήταν ποτισμένη με μολτ ουίσκι, ήταν στοιχειωμένη, δεν μπορούσα να καταλάβω πού βρίσκεται το μεγαλειώδες στο Madison Square Garden. Και ενώ μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό που στη μέση του γυμναστηρίου που μεγαλούργησε ο Λάρι Μπερντ, χαζεύοντας στην οροφή τα λάβαρα από τα 17 πρωταθλήματα, καθήμενος στην άκρη του πάγκου βλέποντας τον Ρεντ Άουερμπαχ να ανάβει τσιγάρο- και αυτό θα ήταν ωραίο να γίνει χωρίς να αναγκαστώ να πάω στη Βοστώνη- δεν μπορούσα να συνδεθώ με την ίδια βαριά ατμόσφαιρα με το Μάντισον. Μπορεί, βεβαίως, στον τελικό του 1970, να μπήκε στον έβδομο τελικό με τους Λέικερς ο τραυματίας Γουίλις Ριντ, παρ' όλα αυτά με άφηνε αδιάφορο η προοπτική να ζήσω τη στιγμή εκ του σύνεγγυς, όσο συναρπαστική κι αν ήταν. 
 
Το «Μεγάλο Μήλο», ωστόσο, προφανώς δεν έχει ανάγκη από τον δικό μου θαυμασμό. Όσο μεγαλώνεις η αποτίμηση είναι εντελώς διαφορετική, ειδικά σε καταστάσεις που δεν έχεις ιδέα πώς είναι: αν 9 στους 10 ανθρώπους εξυμνούν τις ερμηνείες της Μέριλ Στριπ και εσύ είσαι ο μόνος που δεν καταλαβαίνει το γιατί, η επικρατέστερη περίπτωση είναι ότι όντως δεν καταλαβαίνεις το γιατί. Από την άλλη μεριά, και όπως έχω καταλάβει μέσω των μέσων διαδικτυακής κοινότητας για την αναπαραγωγική διαδικασία των ειδήσεων, δεν είναι σίγουρο ότι οι 9 όντως εξυμνούν τις ερμηνείες της, ή αυτό συμβαίνει επειδή το έκανε ο πρώτος, έπεισε τον δεύτερο, ο τρίτος έγινε μειοψηφία και πάει λέγοντας. Στην πραγματικότητα, σε 10 ανθρώπους που ζουν σε 10 διαφορετικές χώρες, χωρίς να γνωρίζουν ο ένας τον άλλο με κοινό παρονομαστή ότι είναι θεατές και ότι δεν δεσμεύονται με καμία άλλου είδους σχέση με τον κινηματογράφο, εκείνοι που θα αποθέωναν τη Στριπ θα ήταν το πολύ 7. Είναι τόσο λαμπρή η Αμερικανίδα ηθοποιός (η πρώτη που έδωσε στις μεσήλικες το δικαίωμα στο να μην πετιούνται στον κάδο σκουπιδιών της κινηματογραφικής βιομηχανίας μόνο και μόνο επειδή μεγάλωσε) που ο σκοπός είναι να μην καταλαβαίνεις πόσο σπουδαία είναι. Να μην μπορείς να το εξηγήσεις, όπως θα μπορούσες, παραδείγματος χάρη, να επιχειρηματολογήσεις στον λόγο που η εμφάνιση του Ρίνο Γκατούσο στον τελικό του Champions League το 2003, μεταξύ Μίλαν και Γιουβέντους στο «Ολντ Τράφορντ», είναι από τις κορυφαίες όλων των εποχών. 
 
Αυτό που διαθέτει η Νέα Υόρκη- και που δεν μπορείς να βρεις σε καμία άλλη νυχτιπολία σε μία κοσμόπολη- είναι θόρυβο που είναι διαφορετικός: το νόθο παιδί της Ηχορρύπανσης, που όμως μεγάλωσε μαζί με τον έντονο, αλλά όχι αγενή, αεικίνητο αλλά όχι φασαριόζο, πατέρα του. Η πρώτη ένδειξη είναι η βαβούρα που γίνεται στο US Open. Ουδέν άλλο Major έχει το χαοτικό χαριτωμένο του Flushing Meadows. Ο κόσμος ουρλιάζει ανάμεσα στους πόντους, βρίσκεται συνεχώς σε κίνηση και ομιλία και ακόμα και αν πρόκειται για ψίθυρο, αυτό που λαμβάνεις από την τηλεόραση είναι διαδοχικά ηχητικά πεδία που δεν σε ενοχλούν, αν και η παρουσία τους συνιστά όχληση. Παρά το γεγονός ότι είναι μία αθλητική εκδήλωση όπως οι υπόλοιπες και καταχωρείται ως Major, σου δίνει την εντύπωση ότι όταν η κάμερα σταματήσει να γράφει οι ηθοποιοί θα σταματήσουν να παίζουν και θα επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο πρωτογονισμός βρίσκεται στον άρτο και στα θεάματα και όχι στην ίδια την επιβίωση, που ο τενίστας μαθαίνει από πολύ νωρίς στην καριέρα του. Σε μία υποθετική κατηγορία κορυφαίων στιγμών στις οποίες θα έπρεπε να κοντρολάρεις τα νεύρα σου, το να μάθεις να είσαι ήρεμος ενώ μπορεί για 10 διαδοχικά λεπτά να στέλνεις το μπαλάκι στον φιλέ, είναι μέσα στις 5. 
 
Το SNL είναι το αισθητικό ισοδύναμό του. Κανείς δεν γελάει χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος: θα μπορούσε ένας κωμικός να μιλάει για 10 λεπτά και αν δεν κάνει κάποιο πραγματικά καλό αστείο, να μη γελάσει κανείς. Οι Αμερικάνοι μισούν τους Γάλλους για πολλούς λόγους, ο σημαντικότερος εκ των οποίων αποτυπώθηκε με ωραίο τρόπο από τον Ντέιβιντ Σεντάρις, «οι ΗΠΑ μισούν τη Γαλλία επειδή θεωρούν ότι η Γαλλία θεωρεί ότι είναι η κορυφαία χώρα στον κόσμο». Επίσης, οι Γάλλοι είναι πολύ πιο αυστηρό κοινό από τους Αμερικάνους, διότι δεν ξεχνάνε. Μία παράτυπη συμπεριφορά και είσαι για πάντα εχθρός τους. Είναι σπάνιο να εκδηλώσουν συμπάθεια για κάποιον ο οποίος τους είχε υποτιμήσει. 
 
 
Και παρά το γεγονός ότι οι θεατές του SNL είναι γνήσιοι Νεοϋορκέζοι, στο συγκεκριμένο σόου υπάρχει χώρος για οποιονδήποτε. Αυτό ήταν το σόου που όταν το 2004 έφυγε ο θεαματικός Τζίμι Φάλον έδωσε στην Τίνα Φέι τα κλειδιά της συγγραφής των σκετς και την έκανε την πρώτη γυναίκα παρουσιάστρια στο Weekend Update Off, ενώ λίγα χρόνια αργότερα συμπαρουσιάστριά της έγινε η Έιμι Πόουλερ, το πρώτο δίδυμο Γυναικών που παρουσίασε ποτέ ειδήσεις. Αυτό ήταν το σόου από το οποίο άρχισαν την σημαντική καριέρα τους ο Γουίλ Φερέλ, ο Μπιλ Μάρεϊ, ο Νταν Αϊκρόιντ, ο Φιλ Χάρτμαν, ο Τζον Λόβιτς, ο Σεθ Μέγερς, η Μάγια Ρούντολφ, ο Τζίμι Φάλον, η Κρίστεν Γουίγκ, ο Μπιλ Χέιντερ, ο Άλεκ Μπάλντουιν, ο Μάικ Μάιερς και που χωρίς να είναι οι καλύτεροι δυνατοί σε κάθε σόου (αν υπάρχει κάτι πιο δύσκολο από την κωμωδία, είναι η κωμωδία στη ζωντανή τηλεόραση: είναι σαν να κάνεις πρόβα ζωντανά, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχει πρεμιέρα), κατάφεραν και έκαναν το βήμα παραπάνω διότι κρίθηκαν διαφορετικά. Το SNL είναι ένα σχολείο που αν είσαι καλός (όχι πολύ καλός ή σπουδαίος, απλώς ανεκτά καλός), σε βγάζει σε μία αγορά εργασίας που σου δίνει από εκατοντάδες χιλιάδες ως εκατομμύρια δολάρια. Και παρ' όλα αυτά δεν κοιτάζει να υιοθετήσει ένα κουλτουριάρικο προφίλ απευθυνόμενο σε μία ελίτ θεατών και ηθοποιών. Είναι η ίδια η Νέα Υόρκη μαζί με τις επιλογές της σε ένα τετραγωνικό μέτρα. Από το «Bitch is the New Black», που είπε η Τίνα Φέι στο τελευταίο weekend update που έκανε με την Έιμι Πόουλερ (δηλαδή οι δύο παρουσιάστριες των τριών τελευταίων Golden Globes) μέχρι το «Επίσης, μαζί μας απόψε είναι ένας από τους αυθεντικούς παραγωγούς της εκπομπής: η κοκαΐνη», αποχαιρέτα την προσπάθεια του Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν να σε βάλει στο κλίμα της πόλης. Το Saturday Night Live έκλεισε 40 χρόνια και παρά το γεγονός ότι το ανακάλυψα μόλις τον προηγούμενο Αύγουστο, όπως με κάνει να φαντάζομαι τη Νέα Υόρκη κερδίζει ένα δυνητικό ταξιδιώτη για την πόλη που άνοιξε τον δρόμο στο Νιου Τζέρσεϊ μόνο αφού τα κατάφερε σε εκείνη ο Φρανκ Σινάτρα. 

—————

Πίσω