Χωρίς τελείες


Το Ανεπαίσθητο Σημειωτόν

2015-06-08 18:43

 

Η δυσκολία να περιγραφεί μία κατάσταση δεν είναι απαραιτήτως σημάδι ότι η ίδια αποτελεί ένα ψυχωτικό βίωμα που σε καθιστά ανήμπορο να βρεις τις λέξεις. Οι λέξεις υπάρχουν και όταν τις βάζεις δίπλα δίπλα δημιουργούν ένα όμορφο αποτέλεσμα, μπορεί και να μη βγάζεις άκρη, πάντως τις βρίσκεις. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο είναι να σχεδιάσεις την αρχή ώστε να αρχίσουν να βγαίνουν χωρίς να νιώθεις ότι συμβαίνει άγαρμπα, ότι καταχράζεσαι την αύρα και την αρμονία.

Υποθέτω ότι ξεκινά όταν τα βλέμματά σας συναντιούνται.

Η ίδια η συνάντηση αποτελεί ένα ανεπαίσθητο σημειωτόν. Για μισό δευτερόλεπτο ανθρώπινου χρόνου και για περίπου 25 μέρες εγκεφαλικού χρόνου. Συμβαίνει τυχαία και ξαφνικά και σε πιάνει απροετοίμαστο, και ποιος ξέρει ακριβώς τι μετράς όταν παρατηρείς τον κερατοειδή χιτώνα, την κόρη και την ίριδα. Τη διαφορά στην οποιαδήποτε περίπτωση δεν την κάνει κάτι άλλο από τα μάτια ή, για την ακρίβεια, το βλέμμα. Δεν έχει σημασία αν είναι ωραία, γαλάζια ή πράσινα: στο σημειωτόν δύο βλεμμάτων που συναντιούνται δεν υπάρχει νόημα στο να ψάξεις να βρεις την ομορφιά. Τα μάτια γίνονται όμορφα επειδή υπάρχει η ένταση που, επειδή συμβαίνει τυχαία και μοιάζει με κάτι που θα μπορούσε να γίνει με οποιαδήποτε, τα μετατρέπει σε κάτι που μοιάζει με πάγιο, αλλά δεν είναι. Προφανώς τα υποκειμενικά κριτήρια σταθεροποιούνται από την εμφάνιση, από το όλο και το συνολικό κάλλος, αλλά η εκκίνηση γίνεται με τα βλέμματα που συναντιούνται.

Αυτό ισχύει ακόμα και να μην προκύπτει αμοιβαιότητα. Για εσένα, που το παθαίνεις χωρίς να το καταλαβαίνεις, αλλά και για εκείνη, που δεν του δίνει και μεγάλη σημασία. Όταν έρχεται προς το μέρος σου, είναι πιθανό για ένα δευτερόλεπτο να πιστέψεις ότι κάτι θα γίνει, σαν σε σκηνή από σινεμά που η κάμερα ζουμάρει στα πρόσωπά τους, κάτι που μοιάζει απίθανο να συμβεί, αν το σκεφτόσουν σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη. Εδραιώνεται μία ταραχή που ξεπερνά τα τετριμμένα και τους λογικούς τρόπους συμπεριφοράς, εκείνους που δημιουργούν τα δεδομένα και που, όταν είσαι στο σπίτι, αντιλαμβάνεσαι ότι οι καταστάσεις έχουν ένα όριο- και ότι καλό θα ήταν να είσαι αρκετά γενναιόδωρος ώστε να βρίσκεσαι μέσα σε αυτό. Απλώς βρίσκεσαι σε ένα εκστατικό πρελούδιο, ώστε να θεωρείς ότι υπάρχουν πιθανότητες. Όταν μπαίνεις στη διαδικασία των πιθανοτήτων σε ένα φαντασιακό περιβάλλον, που το μόνο που έχει να επιδείξει είναι αυτό το ανεπαίσθητο σημειωτόν, τότε βρίσκεσαι σε ένα σημείο να πολλαπλασιάζεις τις πιθανότητές σου. Είναι μία εξελιγκτική νοητική μέθοδος, περίπου αναπόφευκτη.

Και μετά έρχεται η πραγματικότητα. 

Όταν ο Ανδρέας συνάντησε τη Σοφία για πρώτη φορά ήταν ξημερώματα. Για κάποιον λόγο, που δεν θυμάται, η νύχτα είχε πάει πολύ καλά. Για να πηγαίνουν πολύ καλά οι νύχτες δεν χρειάζεται να υπάρχει κέρδος: το μόνο που χρειάζεται είναι να μην χαλάει η συνοχή τους. Φυσικά ήταν μία από εκείνες τις νύχτες που υπολόγιζαν να φύγουν πολύ νωρίτερα από την ώρα που τους έβρισκε ακόμα στο ίδιο μαγαζί, στην μπάρα, από την ώρα που τελικώς έφυγαν πραγματικά ευχαριστημένοι. Δεν θυμόταν τι φουρούσε ο ίδιος και οποιοσδήποτε άλλος ή η Σοφία. Έφθασε στην μπάρα με δύο αγόρια, αλλά αυτό, όσο αποθαρρυντικό κι αν ήταν, δεν φαινόταν τέτοιο. Το σημειωτόν είχε ήδη γίνει, ωστόσο οι κανονιές πιθανότητες, αν δεν βρίσκονταν στον δρόμο να καταστρατηγηθούν, είχαν αρχίσει να αντικαθίστανται από τις ουτοπικές πιθανότητες.

Χωρίς κάποια αληθινή αλληλουχία γεγονότων, ο Ανδρέας σκιαγραφούσε τη Σοφία στο μυαλό του σχεδόν κάθε μέρα, δίχως να γνωρίζει οτιδήποτε που θα τον έκανε να νιώθει λίγο πιο στέρεος. Και ενώ η ζωή συνεχιζόταν κανονικά, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα συνέχιζαν να υφίστανται, οι ορμόνες έκαναν το ταξίδι τους προς το φως ή το σκοτάδι, επαίτες ή ορμητικές και θριαμβεύτριες, ζητιάνες ή αυτοκράτειρες, σε ένα μέρος των 250 εγκεφαλικών γραμμαρίων και των 13 εκατομμυρίων κυτάρρων σε κάθε ένα από αυτά, η τοποθέτηση αλλόκοτων γραμμών στην έλξη για το συγκεκριμένο Θηλυκό, την αποτρόπαιη Ναστάσια Φιλίποβνα, υπήρχε ως καθεστώς η ανώφελη ζωγραφική η οποία πάσχιζε για επιβίωση: ήθελε να κατακτήσει κι άλλα μέρη του μυαλού, του νοητικού μέρους της ψυχής, εκείνου που είναι αθάνατο. Δεν φαινόταν, αλλά η ζωή θα έδινε την απάντηση.

Ο Ανδρέας είχε την ικανότητα να σχηματίζει συμπεράσματα για τους ανθρώπους: αυτό υπάρχει ως ικανότητα είτε έβρισκε τον τρόπο για να το κάνει σωστά, είτε λανθασμένα. Αλλά σε ό,τι αφορά τη Σοφία υπήρχε κενό. Ήταν σαν τη σκηνή στον Σέρλοκ, όταν ο Χολμς συνάντησε την Αϊρίν Άντλερ και, προσπαθώντας να καταλάβει περί τίνος επρόκειτο, υπήρχαν μόνο ερωτηματικά.  Δεν μπόρεσε να βγάλει κάποιο συμπέρασμα ούτε τις επόμενες φορές, οι οποίες όχι μόνο επίσης δε δημιούργησαν κάποια αλληλουχία γεγονότων, αλλά η πρώτιστη επαφή, το ζουμ δύο βλεμμάτων που έμοιαζε με θέσφατο η συνάντησή τους- έστω κι αν πρόκειται για τον έναν από τους δύο μόνο, οι περιπτώσεις που ο έρωτας αφορά σε μονόπρακτο είναι συντριπτικά περισσότερες από εκείνες που αφορά σε δίπρακτο- ήταν η πιο κοντινή που είχαν.

Βρήκε τον εαυτό του να αναρωτιέται. Η κοπέλα δεν είχε ηλικία, δεν είχε καν σώμα, δεν αποτελούνταν από ύλη εκτός κι αν αυτή ήταν σκοτεινή. Θα το έλεγες περίεργο. Η απόσταση, ωστόσο, βοηθούσε σε αυτό. Η καθημερινότητα δεν θα ήταν βοηθός στην ολότητα, έτσι όπως δημιουργήθηκε στο μυαλό. Παρέμενε μυστηριώδης. Δεν υπήρχε τίποτα να καταλάβει, ο Ανδρέας, για αυτή. 

Όπως στη «Σονάτα του Κρόιτσερ» του Τολστόι, η ιστορία δεν τελειώνει σε συμπεράσματα. Όχι εδώ, γενικώς. Βρίσκεται στο πρώιμο στάδιο της ανθρώπινης ύφανσης, αλλά σε ένα όψιμο ψυχονευρωτικό. Αυτό το άνευ σημασίας ταξίδι έχει κρατήσει μήνες και είναι μία ωδή στην Ακινδυνότητα της Ουτοπίας. Μία πολύ μικρή συνάντηση με μία εξομολόγηση δεν αποτελούσε καν το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, έστω και αν ο Ανδρέας ήταν ένας τρακαρισμένος δυσλεκτικός τύπος, μία γελοιογραφία ενός ανθρώπου με αυτοπεποίθηση: το ανθρώπινο σώμα μπορεί με ταχύτητα να γιατρεύει τις πληγές και η ψυχή μπορεί να κάνει το ίδιο με τα δικά της μεροκάματα του τρόμου: απλώς ο χρόνος στον οποίο κινείται είναι πολύ διαφορετικός και η μέρα είναι μεγαλύτερη και η νύχτα επίσης. Αν κάτι πρόκειται να γίνει, δεν μπορεί να αναιρέσει τη διαδικασία στην οποία περνάς: ο δικός σου αρνητισμός μπορεί να την καθαιρέσει, να την καταστήσει εκπρόθεσμη ακόμα και αν συνέβη στο παρελθόν. Αλλά θα υπάρχει. Δεν πρέπει να αναρωτιέσαι για την επόμενη επίσκεψη. Η ζωή σε κάθε διάστασή της- και ειδικά σε εκείνη που δεν φαίνεται- δίνει δανεικά. Με υψηλό τόκο.

—————

Πίσω