Χωρίς τελείες


Το όχημα του λαού

2015-09-24 15:46

Το καλοκαίρι βρισκόταν στα χασομέρια του, τεχνικά είχε περάσει, ήταν μεσημέρι προς απόγευμα, ο ήλιος εκείνης της στιγμής μπορεί να εκτιμηθεί τώρα περισσότερο από όσο εκείνη τη στιγμή. Τότε, όσο και αν η ημερολογιακή νομοτέλεια υπαγόρευε ότι κάποια στιγμή θα σταματούσε να υπάρχει, δεν έπαυε να είναι ακόμα ένα ψηφίο στο άθροισμα της ηλιόλουστης ευλογίας μας, που επειδή ο άνθρωπος γίνεται, μέσα από το πνεύμα του, ένα πλάσμα σηπτικό μέσα από τη συνήθειά του, τον «σιχάθηκε» και, έπειτα, τον νοσταλγεί και περιμένει να έρθει ξανά (ταυτοχρόνως η υπομονή εκείνων που επιδιώκουν να είναι ισορροπημένοι σε κάθε καιρό εξαντλείται, διότι αυτή η αδυναμία, όχι της αποδοχής αλλά, της πραγματικότητας δεν είναι απλώς μία αδυναμία για ικανοποίηση αλλά ένα πλήγμα στην αξιοπρέπεια*), ήταν και λίγο βαρετός.

*Ζούμε, πράγματι, στην πιο θαυματουργή εποχή που κατασπαταλείται σε ένα μάτσο ηλίθιους, που θεωρούν ότι η ηρεμία είναι κάτι απαγορευτικό και πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκονται σε αναμμένα κάρβουνα. Είτε έρχεσαι από την Ταϊλάνδη είτε από το διάστημα, αν δεν μπορείς να εκτιμήσεις τον καιρό, τις μέρες που περνούν, τον τόπο που μένεις, τη δουλειά που κάνεις, δεν θα μπορείς να εκτιμήσεις ούτε την Ταϊλάνδη, ούτε το διάστημα. Δεν σας χρωστάει κανείς να παραπονιέστε για αυτά που άλλοι έφτιαξαν για εσάς και δεν τα γνωρίζατε, πράγματα που μάθατε εδώ και δέκα δευτερόλεπτα. Κι αν δεν έχει υπάρξει άνθρωπος που δεν έχει παραπονεθεί, βρισκόμαστε στο σημείο που τα παράπονα έχουν γίνει περισσότερα από τη χαρά για το ίδιο το γεγονός και την πιθανότητα που σου παρέχεται να πράττεις. Μπορείς, όλη τη μέρα, να βρίσκεσαι σε κίνηση ή σε ένα αριστοτέχνημα θεάματος, μπορεί να εργάζεσαι 6 ώρες και να παίρνεις πολύ καλά χρήματα για την εποχή και να καταριέσαι την ώρα και τη στιγμή που πας στη δουλειά ή μπορεί να έχεις μόλις ζήσει κάτι που απλώς το ονειρευόσουν και να θέλεις, κατευθείαν, αυτό να πάει παρακάτω και να γίνει πλήρες, με το πιο σημαντικό σε όλα να είναι ότι πρέπει να συμβεί με έναν τρόπο που δεν γνωρίζεις. Δεν έχει σημασία τι θα ήθελες πραγματικά, αυτό που γίνεται, είναι ότι θέλεις να φτιαχθεί κάτι νέο, για το οποίο δεν βάζεις καν τον εαυτό σου στην διαδικασία να το δημιουργήσει. Μετά, όταν είσαι στενοχωρημένος, αναρωτιέσαι για τον λόγο. Ο λόγος είναι ότι δεν χαίρεσαι με αυτό που έχει συμβεί. Θέλεις να το «κλειδώσεις» για να φθάσει σε μία κατάσταση στην οποία θα μπορείς, όχι να είσαι ευτυχής αλλά, να ζητήσεις το παρακάτω. Η μία φορά να γίνει δεύτερη. Μία τυχερή μέρα να επικρατήσει ως καθεστώς. Το ρολόι συνεχίζει τα τικ και τα τακ ανεπηρέαστο.

Κατεβαίναμε τη Γαλατσίου και είχε αράξει μέσα στο αυτοκίνητο, το οποίο είναι βρώμικο απ’ έξω και από μέσα. Το πλαστικό κομμάτι από την πλευρά του συνοδηγού είχε ξεβιδωθεί και κρεμόταν. Τα λάστιχα στην αριστερή πλευρά χρειάζονταν αέρα. Μέσα, χαρτιά και χαρτάκια ατάκτως ειρημμένα. Στη θέση του συνοδηγού καθόταν με τα πόδια της πάνω στο κάθισμα, μία κατάσταση που μπορεί να λογιστεί κατά φαντασία ως μπαλέτο αδράνειας. Κοίταζε τον δρόμο και τα μπροστινά αυτοκίνητα. Πηγαίναμε. Άρχισα να μιλάω για ότι το αυτοκίνητο, ένα Volkswagen golf, ήθελε service, ότι έπρεπε να του αλλάξω λάστιχα και να το περάσω ΚΤΕΟ. Και μετά είπα την ιστορία.

Το συγκεκριμένο αυτοκίνητο είχε φθάσει στο σπίτι μία μέρα πριν δώσει εξετάσεις για πρώτη γυμνασίου, αρχές Ιουνίου, 22 χρόνια πριν. Ο πατέρας μου είχε ένα lancia, το οποίο χάλασε από την τριβή , στον χωματόδρομο για να φθάσουμε στη Μουτσούνα κυρίως, και από ένα ταξίδι για το οποίο ο ίδιος δεν ευθύνεται. Το αυτοκίνητο έμοιαζε πανέμορφο. Το πήρε με σχάρα, για να βάζουμε από πάνω τις βαλίτσες, επειδή το παίρναμε μαζί μας τους δύο μήνες που πηγαίναμε στο χωριό και είχαμε την ευχέρεια να δένουμε τα πράγματα πάνω στη σχάρα. Το ταξίδι ήταν μεγάλο, το ίδιο και η παραμονή (μάλιστα, ακριβώς εκείνη τη χρονιά, ταξιδεύαμε τη μέρα του μικρού τελικού της Ελλάδας με την Κροατία για το Ευρωμπάσκετ του 1993 και η μάνα μου και εγώ δεν κατεβήκαμε στη Νάξο, αλλά χάσαμε τον προορισμό μας, με αποτέλεσμα να περάσουμε από την Ίο και τη Σαντορίνη και να δω την ίδια ταινία τρεις φορές· θα μπορούσε να πει κάποιος ότι δεν υπάρχει κάτι που συμβαίνει και στο οποίο να μην έχει δοθεί ήδη η ένδειξη ότι πρόκειται να γίνει, όπως και να έχει κάτσαμε στον Απόλλωνα παραπάνω από 18 ώρες και μόλις φθάσαμε ήταν νύχτα). Το γκολφ ήταν ένα όμορφο αυτοκίνητο, με τον ίδιο τρόπο που είναι όμορφοι οι συγγενείς σου.

Επειδή μιλάμε για το διάστημα πριν τις εκλογές, πήγα την κουβέντα στο πώς δημιουργήθηκε η Volkswagen: τον Μάρτιο του 1937 από την DAF, δηλαδή το Γερμανικό Μέτωπο Εργασίας, τη μόνη συνδικαλιστική οργάνωση που επιτρεπόταν να υπάρχει, ενώ ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν ήδη 4 χρόνια στην εξουσία. Έφτιαχνε αυτοκίνητα για τους μικροαστούς. Το 2017 πρέπει να συμπληρώσει 80 χρόνια ζωής. Της είπα ότι θα γράψω ένα κείμενο για αυτό. Και προχθές, μόλις ξύπνησα και κοίταξα στο κινητό τηλέφωνο για ειδοποιήσεις, έπεσα πάνω στο σκάνδαλο με τους ρύπους.

Δεν είναι αφελές αυτό που λένε, ότι μία δικτατορία στηρίζεται στις αθλητικές επιτυχίες για να μπορέσει να πείσει ότι το σύστημα λειτουργεί. Κοιτάξτε: εμείς, αυτήν τη στιγμή, δεν ζούμε με πολύ διαφορετικό τρόπο από ό,τι θα ζούσαμε αν μας απαγόρευαν κάτι. Δηλαδή, δεν είναι ότι είμαστε μονιασμένοι και ελεύθεροι και ότι κάνουμε χρήση όλων των δικαιωμάτων μας. Γίνονται, βεβαίως, πορείες, με τον προορισμό της διαμαρτυρίας να έχει να κάνει με μια καλύτερη ποιότητα ζωής, αλλά και μέσα στις δικτατορίες γίνονταν συναυλίες και πορείες. Τώρα καταλήγουν σε χημικά, τότε κατέληγαν σε συλλήψεις και βασανιστήρια. Δεν λέω ότι δεν έχει διαφορά, αλίμονο, όμως δεν ζούμε με τέτοιο τρόπο που να μην επιτρέπεται σε κάποιον να έρθει να μας φλομώσει στο ψέμα και κάθε φορά να τον πιστεύουμε. Ειδικά οι μέρες μετά τις εκλογές έχουν πολλή πλάκα: γίνονται ανασχηματισμοί, αναλαμβάνουν νέοι πρόεδροι τα υπουργεία και βρισκόμαστε να κάνουμε εκτιμήσεις λες και έχουμε κάνει διδακτορικό στις πολιτικές επιστήμες. Φυσικά, αν μας απαγόρευαν κάτι αυτό είναι που θα θέλαμε να κάνουμε: η διαφορά της δικτατορίας με τη δημοκρατία είναι ότι στην πρώτη περίπτωση αυτό που θέλουμε να μπορούμε να κάνουμε δεν μας αφήνουν να το κάνουμε, ενώ στη δεύτερη δεν το κάνουμε επειδή γνωρίζουμε ότι υπάρχει εκεί. Σαν να βλέπεις από την Πατησίων τον Παρθενώνα δηλαδή: να ξέρεις ότι δεν μπορείς να πας και να ξέρεις ότι μπορείς να πας, αλλά και στις δύο περιπτώσεις να μην πηγαίνεις. Είναι, προφανώς, αναφαίρετο δικαίωμά μας να μην πηγαίνουμε αλλά να γνωρίζουμε ότι οποιαδήποτε στιγμή μάς κάνει κέφι, μπορούμε να πάμε.

Επίσης, επειδή τα πολιτεύματα είναι πιο αρχαία από τον καπιταλισμό, πρέπει να θεωρηθεί ο δεύτερος ως πολίτευμα. Δηλαδή στην πυραμίδα του Μαρξ ο δικτάτορας δεν προσπαθεί να επιβληθεί σε όλους, αλλά να πείσει τους μικροαστούς ότι εκείνος είναι η καλύτερη επιλογή. Η μεσαία τάξη είναι οι εχθροί του, εκείνοι που μπορούν να του φέρουν αντίσταση. Όμως δεν έχει σημασία, διότι η πυραμίδα κλείνει: όποια κοινωνία δεν βασίζεται σε αυτήν την πυραμίδα (διότι πρόκειται για μία θεωρία και όχι αξίωμα, άρα μπορεί να καταστρατηγηθεί), είναι προηγμένη. Η Γερμανία στα 1933, όταν ψήφισε τον Αυστριακό αξιωματικό του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου με εκλογές για να κυβερνήσει τη χώρα, ήταν ένα κράτος που έψαχνε στον ήλιο μοίρα. Μέσα σε 6 χρόνια έγινε πολύ ισχυρό. Ο Χίτλερ φρόντισε να πάρει τους μικροαστούς με το μέρος τους. Κατανοώντας διαφορετικά τον «Υπεράνθρωπο» του Νίτσε, δημιούργησε, με βάση τη σπαρτιάτικη πειθαρχία, το είδος του ανθρώπου που οι Γερμανοί είναι και ουδείς άλλος είναι. Οι μικροαστοί με μεγάλη προθυμία πίστεψαν σε αυτό το ιδανικό. Οι μικροαστοί μπορούν να τρώνε, μπορούν να εργάζονται και, κυρίως, μπορούν να ονειρεύονται την προαγωγή τους σε μεγαλοαστούς. Αν έλειπε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Χίτλερ θα ήταν μάλλον ο πιο γαμάτος πολιτικός ηγέτης στην ιστορία του κόσμου. Αλλά φυσικά δεν μπορείς να δημιουργείς ένα ανθρώπινο αρχέτυπο (έστω και δανειζόμενος στοιχεία από εδώ και από εκεί) και να μην θέλεις να κατακτήσεις τον κόσμο, ειδικά όταν αρχίζεις και εσύ να το πιστεύεις. Πρέπει να τους το δώσουμε: οι κυβερνώντες δεν κοροΐδεψαν τον λαό. Μπήκαν στη διαδικασία της προπαγάνδας και του δόγματος επειδή κυρίως εκείνοι πίστευαν περισσότερο από κάθε άλλον ότι υπάρχει ένα ανώτερο είδος. Η Μαίρη Σέλεϊ έγραψε τον Φράνκενσταϊν το 1818 και ένας άσημος επιστήμονας δημιούργησε ένα τέρας που τελικά στράφηκε εναντίον του. Ο άνθρωπος έχει τρομερή πίστη στο ιδανικό, στο γεγονός ότι η ίδια η παρουσία του δεν επιτρέπει στο ηθικό δίδαγμα να επαναληφθεί. Είμαστε καταπληκτικοί στο να παρακάμπτουμε τα ηθικά διδάγματα, δηλαδή το ζουμί με το οποίο φτιάχνεται η σούπα της ζωής. Ο Χίτλερ και οι αξιωματούχοι των Ες Ες θα ήταν οι επιστήμονες του λαϊκού τέρατος. Οι στολές τους ήταν ραμμένες από τον Ούγκο Μπος. Και επειδή οι μικροαστοί έπρεπε να νιώσουν την ισχύ τους, έφτιαξαν τη Volkswagen: τα δύο συνθετικάτης κάνουν «το όχημα του λαού». Και τα μοντέλα της, γεμάτα από γερμανική πειθαρχία και ισχύ και με τιμή που κάνει το ίδιο αντικείμενο να φαντάζει υπεραξία, έδιναν στον κόσμο την αίσθηση της δύναμης που ήθελε. Οι Ναζί μαζεύονταν κατά εκατοντάδες χιλιάδες και επειδή το δόγμα είναι η νίκη της γενικής αίσθησης επί των γεγονότων, με μεγάλη χαρά παρήκαμψαν τα τέσσερα χρυσά μετάλλια του Τζέσε Όουενς στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου ή τη συντριπτική νίκη του Τζο Λούις επί του Μαξ Σμέλινγκ- ενός εκ των ηρώων του Χίτλερ, που ως αξιωματικός του Α’Παγκόσμιου Πολέμου ήταν σκωπτικός, σύμφωνα με τον μύθο, όταν στη γραμμή που εκτεινόταν από την Πολωνία προς τη Γιουγκοσλαβία (αμφίβολη πληροφορία), οι στρατιώτες έπαιξαν ποδόσφαιρο για να γιορτάσουν το τέλος του «Μεγάλου Πολέμου- στη ρεβάνς του 1938, προς χάριν της Αρίας Φυλής.

Αυτό το αυτοκίνητο είναι ζωντανό εδώ και 22 χρόνια. Τσουλάει, γκρινιάζει επειδή η περιποίηση που του κάνω ανάγεται, προφανώς, στό «ό,τι είναι όλα σου, είναι όλα σου», αλλά στο κάθισμα του συνοδηγού πατούσες έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους. Το σκάνδαλο της Volkswagen δεν ξέρω αν πρόκειται να αποθαρρύνει τους αγοραστές- τα σκάνδαλα είναι κάπως διεγερτικά και σε κάποιο αμετροεπές βάθος του ασυνείδητου ίσως να βγαίνει στην επιφάνεια ένα δελφίνι που, χτυπώντας τον θόλο σου, σε ειδοποιεί να προσέχεις με την αυστηρότητα επειδή θα ήθελες να έχεις πρωταγωνιστικό ρόλο- πάντως πρέπει να πω ότι, χωρίς να έχω ιδέα από αμάξια, η συγκεκριμένη αυτοβιομηχανία θα ήταν η πρώτη που θα έψαχνα, αν ήθελα να πάρω κάποιο νέο όχημα. Οι ρύποι μπορεί να με καταστήσουν επιφυλακτικό σε σημείο άρνησης, αλλά αυτό θα συμβεί με βαριά καρδιά.

—————

Πίσω