Χωρίς τελείες


Blog

2015-03-23 23:39

Κάποιες αμφιβολίες

 
Η ιστορία του Βαγγέλη Γιακουμάκη είναι, πάνω από όλα, διδακτική για εκείνο που δεν πρέπει να γίνεται. Το bullying, δηλαδή, που επειδή το έχω βαρεθεί, θα το λέω εκφοβισμός. Τα υπόλοιπα θα τα βρει η υπηρεσία. 
 
Μετά τον θάνατο του Γιακουμάκη και τις αποκαλύψεις για τα βασανιστήρια που πέρασε, διάβασα ελάχιστα. Βεβαίως, διάβασα το κείμενο της Τόνιας Σολανάκη στο waterpolonews το οποίο είχε τεράστια απήχηση (τη μεγαλύτερη που είχε κείμενο στον 1,5 χρόνο λειτουργίας της ιστοσελίδας, ρεζιλεύοντας οποιαδήποτε άλλη δημοσιογραφική προσπάθεια) και είχε μερικά συγκλονιστικά παραδείγματα. Υπήρχαν, δηλαδή, παιδιά που έφθασαν στο άκρο στην περίπτωσή της, αν και η κοπέλα είναι χαρά Θεού, ίσως επειδή, όπως είπε, το αντιμετώπισε. 
 
Μια φορά, όταν ήμουν 12 χρονών, είχαμε πάει οικογενειακώς- εκτός του πατέρα μου, ο οποίος ήταν σχετικώς μονόχνωτος- σε μία συγκέντρωση στο σπίτι μίας συναδέλφου της μαμάς μου. Είχε μία φίλη, την κυρία Ντίνα, η οποία ήταν εξαίρετη φυσικός και την οποία τώρα η μαμά μου δεν θυμάται. Η κυρία Ντίνα ήταν γύρω στα 55 εκείνη την εποχή, ενώ η μάνα ήταν στα 47 της. Η κυρία Ντίνα ήταν μόνη της, αφού δεν είχε βρει κάποιον να παντρευτεί και δεν είχε κάνει παιδιά. Η μάνα με είχε προειδοποιήσει να μην αναφέρω κάτι τέτοιο καθ' όλη τη διάρκεια της συγκέντρωσης. Ωστόσο, όταν μας άφησε στο σπίτι τη ρώτησα κάτι σαν, «εσείς για ποιο λόγο δεν έχετε κάνει παιδιά;». Η κυρία Ντίνα έφυγε, αλλά η μάνα μου δαγκώθηκε και ήταν περίλυπη καθ' όλη τη διάρκεια της μέρας. 
 
Όταν είσαι παιδί, μέχρι 12 χρονών, και όταν είσαι γέρος, το φίλτρο εξαφανίζεται. Μπορείς να λες ότι θέλεις και να μη δίνεις λογαριασμό σε κάποιον. Εκείνη η ιστορία του Αντώνη που πέταξε τις τιράντες μου στη δευτέρα δημοτικού είχε γίνει επειδή δεν του άρεσαν οι τιράντες μου. Όταν μπαίνεις στο γυμνάσιο είσαι μπερδεμένος και όταν μπαίνεις στο λύκειο το τοπίο κάπως ξεκαθαρίζει. Για αυτό και ήταν ειδεχθές ό,τι έπαθε ο Βαγγέλης Γιακουμάκης. Είμαι απολύτως εκεί, είναι πλήρως κατακριτέο και ουσιαστικά θα ήθελες να έχεις μπροστά σου αυτήν την παρέα για να τους σπάσεις όλους στο ξύλο. Ή εκείνο τον παιδόφιλο, που συνέπεσε την ίδια εποχή. 
 
 
Αλλά, εμ, έχω κάποιες αμφιβολίες. Δεν εννοώ το κατά πόσο είναι τραγική η ιστορία ούτε ότι η κοινή γνώμη σκέφτεται πως οι φταίχτες πρέπει να τιμωρηθούν σκληρά, ούτε ότι ήταν εμετικό εκείνο το μπλογκ στο οποίο οι τζάμπα μάγκες έκραζαν τον Γιακουμάκη μετά θάνατον. Το εννοώ αλλιώς. Πήγα να το συζητήσω με τον φίλο μου τον Αντώνη, παρ' όλα αυτά είναι πολύ δύσκολο να μεταθέσεις ένα συγκεκριμένο θέμα στα παράλληλα σύμπαντά του, δηλαδή στις προεκτάσεις του. 
 
Ως πράξη, ο εκφοβισμός είναι αποτρόπαιη, αλλά αυτό ισχύει όταν είσαι συνειδητοποιημένος. Δεν μπορείς να το γλιτώσεις στο δημοτικό, καθ' ότι δεν μετράς τα λόγια σου. Περνούν χρόνια πολλά μέχρι να σου γίνει οικεία η ευγένεια και να καταλάβεις ότι είναι απαραίτητη, όχι μόνο για να βρεις μία θέση στην κοινωνία και να μην περιθωριοποιηθείς αλλά, για να μην χαρακτηρίζεις κάποιον καθώς γνωρίζει ότι μπορεί να κάνει το ίδιο με σένα. Συν τοις άλλοις, από κάποιο σημείο και έπειτα, γίνεσαι τόσο ευερέθιστος, που το ψάχνεις και νομικά. Με δύο φάσεις (των «64» και των 32») να έχουν σχεδόν περάσει στη March Madness και το κολεγιακό μπάσκετ και περιμένοντας τη Sweet Sixteen, το κατά τη γνώμη μου χειρότερο σφύριγμα είναι η τεχνική ποινή που δέχθηκε ο Εντ Κούλεϊ, προπονητής του Πρόβιντενς, επειδή έσπρωξε μία καρέκλα σε ένα τάιμ άουτ για να δείξει τη δυσαρέσκειά του στους παίκτες του! Τις προάλλες, ο Ρικ Πιτίνο φώναζε στους παίκτες του Λούιβιλ και δέχθηκε τεχνική ποινή από τον διαιτητή. 
 
Όπα, παιδιά, όπα, να ηρεμήσουμε λίγο. 
 
Ο άνθρωπος, παγκοσμίως, είναι ένα πλάσμα που αν δεν εξευτελίσει μία έννοια, αν δεν βρει τα υποτυπώδη άκρα της για να την τραβήξει, δεν ησυχάζει. Η περίπτωση του Γιακουμάκη στην Ελλάδα, γνωρίζοντας ότι τα καιρικά φαινόμενα είναι... ακραία, πρέπει να προσέχουμε τις παρενέργειες. Υπάρχει παράδειγμα προπονητή σε ακαδημία πόλο που εκδιώχθηκε από την ομάδα του, όχι επειδή μιλούσε άσχημα στους μικρούς παίκτες του αλλά, διότι οι γονείς απείλησαν με καταγγελίες. Εδώ και αρκετό καιρό αναλογίζομαι ότι οι γονείς θα γίνονται ολοένα και πιο αυστηροί με όποιον πειράζουν τα βλαστάρια τους όσο ο καιρός περνάει. Του Γιακουμάκη η περίπτωση είναι ένα διαφορετικό παράδειγμα: επρόκειτο για ανθρώπους αρτηριοσκληρωτικούς που δεν δέχονταν τη διαφορετικότητά του και τον έδεναν ή τον έκλειναν στην ντουλάπα. Ωστόσο, αυτό είναι ένα ακραίο παράδειγμα. Ουσιαστικά, δεν υπάρχει κανένας που να μην έχει δεχθεί κάποιο bullying, ακόμα και από φίλους κολλητούς του, οι οποίοι διασκέδαζαν να του πατάνε τα κουμπιά του. Αλλά δεν είναι κακά λίγα απωθημένα, τα οποία δεν γίνεται να αποφευχθούν, επειδή ο άνθρωπος δεν έχει ακριβώς τη συναίσθηση της ενέργειας που βγάζει το κορμί του. 
 
Ο κόσμος μας είναι σκληρός, επειδή ακριβώς είναι τόσο μαλακός. Υπάρχουν γραμμές βοήθειας που έχουν ξεμυτίσει για οτιδήποτε: η συγκίνηση για τους αδύναμους είναι ένα καλό κόλπο. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι γίνονται ψυχολόγοι, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων μένει στην πόλη και η επαφή με τους ανθρώπους είναι αναπόφευκτο να δημιουργήσει προβλήματα. Ο κόσμος δεν ήταν έτσι και δεν θέλω να ακουστώ ως νοσταλγός μίας εποχής που ήταν καλύτερη (άλλωστε, οι νέοι 20άρηδες είναι γαμάτα παιδιά, κουλ με τρόπο που δεν ήμουν κατά διάνοια), διότι δεν ήταν. Απλώς φοβάμαι ότι το συγκεκριμένο ζήτημα μπορεί να έχει πολλές παρενέργειες και η αμέσως επόμενη γενιά να γίνει στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα και αγέλαστα, να βρίσκονται μπροστά σε ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι για να είναι όλοι ήσυχοι. Το διδακτικό κομμάτι, δάσκαλοι, καθηγητές και προπονητές, να αλλοιωθεί και ουσιαστικά να καταστραφεί, διότι ήδη υπάρχει ένας τόνος ανησυχίας για το πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι σε παιδιά. Παιδιά είναι, δεν παθαίνουν τίποτα, όμως, και το λέω χωρίς να είμαι πατέρας. 
 
Ελπίζω ότι δεν θα μετανιώσω για αυτό: κάποτε τσακωνόσουν με κάποιον ή χτυπούσες στο μπάσκετ και σου έλεγε «σήκω πάνω». Συνέχιζες να παίζεις με σπασμένη μύτη. Βρισκόσουν σε καταστάσεις γρονθοκοπήματος για λόγους αστείους και γύριζες σπίτι, λέγοντας ψέματα για το πού χτύπησες, επειδή φοβόσουν ότι δεν θα σε αφήσουν να βγεις ξανά έξω. Αν δεν χτυπούσες μία μέρα τα γόνατά σου, η μάνα σου ήταν τόσο χαρούμενη που μέχρι που σου αγόραζε παγωτό. Δεν υπήρχε πρόβλημα. Δεν ήταν μία κατάσταση που έπρεπε να αντιμετωπιστεί. Μπορεί να τσακωνόσουν για ηθικούς λόγους ή να σε χτυπούσε ο γυμναστής σου ή να σε εξευτέλιζε ο καθηγητής σου μπροστά σε όλη την τάξη. Και στον στρατό ζούσες το κλασικό bullying. Την πρώτη μέρα μπορεί να έκλαιγες και να ήθελες να γυρίσεις στο σπίτι, αλλά το συνήθιζες και μπορούσες να το αντιμετωπίσεις διπλωματικά. 
 
Σας λέω, ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τη λογική του αλλά είναι σκληρό ον. Μαθαίνει να ξεπερνάει πράγματα. Πονάει για τις απώλειες και το αντιμετωπίζει. Επιστρέφει δυνατός και δημιουργεί. Δεν είναι απαραίτητο αυτή η ιστορία να απλωθεί σε παραμέτρους που θα ευνουχίσουν την ανθρώπινη φύση. Το παράδειγμα του Γιακουμάκη είναι στενόχωρο, τραγικό με όλα τα συμπαρομαρτούντα, αλλά είναι ακραίο. Αν αναλυθεί τι σημαίνει εκφοβισμός και οι εύθικτοι αρχίζουν να καταλογίζουν ευθύνες για οτιδήποτε, στο τέλος δεν θα μιλάμε μεταξύ μας. 

—————

2015-03-23 05:11

Έχει δίκιο ο πρόεδρος

 
Όταν ο Χρήστος Αφρουδάκης πέτυχε το τέταρτο γκολ του το απόγευμα του Σαββάτου στο κολυμβητήριο του Λαιμού με μία λόμπα*, το μάτι μου έπεσε στον ομοσπονδιακό τεχνικό Θοδωρή Βλάχο, ο οποίος μιλούσε στο τηλέφωνο. Ακολούθησε, δε, ο εξής φανταστικός μονόλογος: «Πρόεδρε, δεν φαντάζεσαι τι κάνει. Έλα, πρόεδρε, να τον καλέσω το καλοκαίρι. Βρε καλή ομάδα έχουμε, αλλά εντάξει. Σκέψου το πρόεδρε, θα είναι καλό για τον ίδιο και για την ομάδα». 
 
Εδώ πρέπει να υπενθυμισθεί ότι δεν είπε κάτι τέτοιο στο τηλέφωνο, πόσω μάλλον ότι δεν ήταν ο ίδιος ο ακροατής του. Απλώς εκείνη τη στιγμή έκατσε η... κέντα και η συγκεκριμένη σκηνή ήρθε να καρφωθεί στο μυαλό για να παραμείνει. Ούτως ή άλλως επισφράγισε τη θεαματική πορεία της Βουλιαγμένης στον δεύτερο γύρο. Ο ΝΟΒ έχει 7 στα 7, ο Τεό Λοράντος βρίσκεται στο πικ της πνευματικής διαύγειάς του και η ομάδα του έχει αρχίσει να παίζει σχηματοποιημένα. Μιλάει, αυτήν τη στιγμή, λιγότερο από κάθε άλλη φορά στους παίκτες του και μέχρι να φθάσουν τα πλέι οφ ο ΝΟΒ θα είναι έτοιμος. 
Ο Λοράντος θα μπορούσε να βρίσκεται σε ένα δίλημμα, αλλά η ουσία είναι ότι το έχει αποφύγει. 
 
*Εκείνη η λόμπα έσκασε λίγο πριν τη νοητή γραμμή του τέρματος του Παναγιώτη Τζωρτζάτου και έστριψε προς τα αριστερά, πηγαίνοντας βασανιστικά προς το τέρμα. Όπως οι διαφημίσεις που οι ποδοσφαιριστές σημαδεύουν δοκάρια και πιστεύω ότι είναι αληθινές διότι είναι αρκετά δηλητηριασμένη η καθημερινότητα και δεν θέλω να δηλητηριάζομαι κι άλλο, ο πρώην αρχηγός της εθνικής ομάδας αυτό ήθελε να κάνει. 
 
Αυτήν τη στιγμή η βαθμολογία έχει ως εξής: Εθνικός 42, ΝΟ Βουλιαγμένης 40, Παναθηναϊκός 40. Είναι οι ομάδες που έχουν την κατάταξη από τη δεύτερη έως την τέταρτη θέση του πρωταθλήματος. Έως το τέλος, με 4 ματς να απομένουν, δεν πρόκειται να αλλάξει. Ο Ολυμπιακός έχει 54 βαθμούς και έχει ήδη εξασφαλίσει το απόλυτο πλεονέκτημα έδρας στα πλέι οφ του πρωταθλήματος. Πέμπτος είναι ο ΠΑΟΚ, με 29 βαθμούς και έκτος ο Υδραϊκός, με 28. Το Καλαμάκι είναι έβδομο με 24. 
 
Ακούστε, τώρα, κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον: ενώ, προφανώς, είναι καλύτερο να είσαι 3ος και όχι 4ος, είναι επίσης καλύτερο να είσαι 6ος και όχι 5ος. Ο ΠΑΟΚ, που μοιάζει να πνέει τα λοίσθια, έχασε το Σάββατο από το Καλαμάκι, ενώ είχε ένα μεγάλο προβάδισμα στο ματς. Δεν σημαίνει ότι το έκανε επίτηδες, παρ' όλα αυτά η έκτη θέση είναι πειρασμός. Ο ΠΑΟΚ έχει τον ΑΝΟ Γλυφάδας στο Ποσειδώνιο, το Παλαιό Φάληρο στο Ρέστειο, τον Παναθηναϊκό στο Ποσειδώνιο και τον Εθνικό στο πάλαι ποτέ Παπαστράτειο. Ο Υδραϊκός έχει τον Παναθηναϊκό εντός, πάει στον Πειραιά για να παίξει με τον Εθνικό, έχει τον ΝΟ Χίου στην έδρα του και παίζει με τον ΝΟ Βουλιαγμένης στο κολυμβητήριο του Λαιμού. Ο Υδραϊκός, που τιμά τα μάλα το φετινό πρωτάθλημα με μία παρουσία η οποία εκπορεύεται από τον αθλητικό εγωισμό, δεν πρέπει να κόπτεται, λογικά, για τη θέση την οποία θα πάρει. Στη Θεσσαλονίκη έχουν περιθώριο να σκέφτονται ότι, ενώ η 5η και η 6η θέση είναι το ίδιο πράγμα, αν τερματίσεις 6ος και προκριθείς στον πρώτο γύρο των πλέι οφ, θα παίξεις με τον 2ο. Δηλαδή, όχι με τον Ολυμπιακό. Αυτό είναι πρόκληση. 
 
Το ίδιο ισχύει για τον 4ο της βαθμολογίας. Η Βουλιαγμένη έχει κάνει μεν ντεμαράζ, ώστε να βρίσκεται στην τροχιά της δεύτερης θέσης, αλλά το πρόγραμμά της δεν είναι καθόλου βολικό, διότι την επόμενη εβδομάδα έχει τον Ολυμπιακό στον Πειραιά. Αν και υπερισχύει στις ισοβαθμίες και με τους δύο αντίπαλούς της, σε περίπτωση που χάσει από τους «ερυθρόλευκους» πρέπει να περιμένει και από τον Παναθηναϊκό να χάσει. Πρέπει να υποθέσουμε ότι μετά το ντέρμπι, η Βουλιαγμένη θα κάνει τρεις νίκες: απέναντι στον ΝΟ Χίου στον Λαιμό, απέναντι στον ΝΟ Καλαμακίου στον Άλιμο και κόντρα στον Υδραϊκό, την τελευταία αγωνιστική. Θα φτάσει, δηλαδή, τους 49 βαθμούς. Ο Παναθηναϊκός έχει δύσκολο ματς, με τον ΠΑΟΚ στη Θεσσαλονίκη την προτελευταία αγωνιστική, αλλά με βάση την προηγούμενη παράγραφο και σε περίπτωση που υπάρχει το πρόσφορο έδαφος, οι Θεσσαλονικείς μπορεί να μη θέλουν να το «χτυπήσουν». Κατά τα άλλα έχει τον Υδραϊκό στη Γλυφάδα, τον Νηρέα Λαμίας και τον Πανιώνιο στο Ιλίσιο. Με έναν ελαφριάς γραμματοσειράς αστερίσκο για το πρώτο ματς, δεν υπάρχει κάποιο άλλο που ουσιαστικά θα κινδυνεύσουν. 
 
Ο Εθνικός, από τη μεριά του, κρατάει το προβάδισμα για τη δεύτερη θέση. Αυτήν τη στιγμή δεν έχει το περιθώριο να κάνει ισοπαλία, διότι η Βουλιαγμένη είναι από πάνω στην ισοβαθμία. Αλλά και ο Παναθηναϊκός παραμονεύει. Το επόμενο ματς, με τον ΝΟ Χίου στο Ιωνικό, είναι πονηρό. Έχει, επίσης, τον Υδραϊκό στον Πειραιά, τον Νηρέα Λαμίας εκτός έδρας και τον ΠΑΟΚ επίσης στον Πειραιά. Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι και αφόρητο. 
 
Η Βουλιαγμένη είναι τρίτη αυτήν τη στιγμή και δεν μπορεί να κάνει κάτι για αυτό. Ο Παναθηναϊκός έχει ένα μίνι πλεονέκτημα, εκτός αν ο ΠΑΟΚ «χτυπήσει» τα ματς. Το ματς με τον Παναθηναϊκό, πάντως, για την ομάδα του Βέργου μπορεί να είναι αναγνωριστικό. Αν του έκανε τη χάρη και ο Υδραϊκός να ανέβει από πάνω, όλα θα ήταν καλύτερα. Ασφαλώς, το Καλαμάκι έχει μόλις 4 βαθμούς διαφορά από την εξάδα, αλλά έχει Βουλιαγμένη εντός και Ολυμπιακό εκτός. Αν νικήσει στη Νέα Σμύρνη τον Πανιώνιο και στη Γλυφάδα τον ΑΝΟΓ, θα φτάσει τους 30 βαθμούς. Ο Υδραϊκός, δηλαδή, θέλει τρεις για να εξασφαλίσει την εξάδα, αλλά έχει αρκετά δύσκολο πρόγραμμα. 
 
Αυτή η κούρσα για τη δεύτερη θέση είναι το πιο συναρπαστικό πράγμα που έχει συμβεί στο πρωτάθλημα από την πορεία του Αργοστολίου προς την τετράδα το 2013 (πιο συναρπαστικό από αυτό, που αφορούσε σε μία ομάδα) και από την πρώτη τριάδα του πρωταθλήματος το 2012. Πέρυσι, παραδείγματος χάρη, δεν υπήρχε τέτοια ιστορία, ούτε κατά διάνοια. Ένας πόντος για τον ΣΕΔΥ (ο οποίος είναι σχετικά εξαφανισμένος από την αρχή της περιόδου), που απαίτησε το εν λόγω σύστημα των play off από τις θέσεις 3 ως 6. Δεν πείραζε να μην κάνει τα play out (από τις θέσεις 9 έως 12) η ΚΟΕ. Αν θεώρησαν ότι επισκιάζονται από την ιδέα των παικτών, είναι ακόμα χειρότερο.  
 
 
Σε ό,τι αφορά τον πρόεδρο, όμως, έχει δίκιο. 
 
Φυσικά, το γεγονός ότι ο ΝΟ Χίου και ο ΝΟ Πατρών δήλωσαν συμμετοχή στο Κύπελλο από τον Νοέμβριο και θα καταλήξει να γίνεται κλήρωση με 9 ομάδες, ένα μπαράζ, δηλαδή, και 7 ομάδες, πιθανότητα είναι απροσεξία της στιγμής. Ο Διαθεσόπουλος είχε δηλώσει στην κλήρωση της 16ης Οκτωβρίου «να μας χρεώνετε αυτά για τα οποία φταίμε». Οπότε υποθέτω ότι αυτήν την αβλεψία, η οποία δεν επηρεάζει σε κάτι, απλώς δείχνει μια κάποια προχειρότητα, πρέπει να την χρεωθεί η ΚΟΕ. 
 
Ο πρόεδρος είπε ότι η μήνυση των 11 διεθνών για δεδουλευμένα 150.000 ευρώ έγινε από δικά του παιδιά, ως εκ τούτου αυτό τον καθιστά τρόπον τινά πατέρα. Ο Διαθεσόπουλος είπε ότι στο σκαμνί θα καθίσουν για συκοφαντική δυσφήμιση, κάτι που ένας πατέρας δεν έκανε ποτέ. Πέρα από αυτόν τον λαϊκιστικό ρομαντισμό (το παραδέχομαι), είναι δύσκολο να αποδείξει ότι δεν χρωστούσε, όταν έχει αποδεχθεί η ίδια η ομοσπονδία με επίσημο πρακτικό Δ.Σ. το 2009 ότι οφείλονται στους παίκτες 150.000 ευρώ. Είναι ακόμα αξιοπερίεργο το γιατί η υπόθεση μπήκε στο αρχείο. 
 
Επίσης υπάρχει η ανώνυμη καταγγελία στο ΣΔΟΕ. Ο πρόεδρος την καυτηρίασε, τονίζοντας ότι πήγε σε υπουργούς και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Έρευνα, όμως, έγινε; 
 
Αυτό στο οποίο ο πρόεδρος έχει δίκιο (πέρα από χορηγούς και αποδέλοιπα, την εκπομπή της NOVA, από κινήσεις που πράγματι δίνουν στην ΚΟΕ έναν πόντο, αν και πόρω απέχει από τον να θεωρείται βασίλισσα των ομοσπονδιών), είναι η τελευταία δήλωσή του στην επίσημη ιστοσελίδα της ομοσπονδίας: «Η πόρτα είναι ανοιχτή. Όσοι το επιθυμούν, εδώ είμαστε να έλθουν. Σ’ αυτό το ανώτερο όργανο μας, τη Γενική μας Συνέλευση και να μην είναι κρυπτόμενοι πίσω από τις δήθεν ανωνυμίες τους. Οψόμεθα λοιπόν …».
 
Σε αυτό έχει δίκιο. Για κάθε έναν που χάνει το μυαλό του με τις ειδήσεις (ή τις φήμες) που αναδεικνύουν μία μορφή ασυδοσίας στην ΚΟΕ, υπάρχει κάποιος που του λέει, «ωραία, αλλά ποιος είναι απέναντι;». Είναι απέναντι η Βουλιαγμένη; Είναι απέναντι ο Ολυμπιακός; Είναι απέναντι οι βετεράνοι, που στην τελική έχουν δει και έχουν ακούσει πολλά. Είναι απέναντι καταρτισμένοι γκασταρμπάιτερ; 
 
Όταν αγαπάς κάτι παθολογικά, υπάρχει αυτός ο στίχος στον «Αύγουστο», ένα τραγούδι που ανήκει αποκλειστικά στον μακαρίτη Νίκο Παπάζογλου. «Θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό». Άντε, ντε. Πηγαίντε στη Γενική Συνέλευση. Κάντε μία ομάδα χωρίς τσακωμούς για να διεκδικήσετε την πίτα στις εκλογές της Ομοσπονδίας. Φθάσετε ως το τέλος. Αφήστε τα σωματεία να ψηφίσουν Διαθεσόπουλο και έπειτα κατακεραυνώστε τη διαδικασία, αν υπάρχει κάτι για να κατακεραυνώσετε. Πείσετε τα σωματεία ότι χρειάζεται μία αλλαγή, ότι θα μπορέσετε να κάνετε κάτι καλύτερο. Εδώ, το 2008, έπεσε ο Μπελιγράτης από την ΕΟΠΕ. Τι έχουν, δηλαδή, οι άνθρωποι του βόλεϊ που δεν μπορείτε να το κάνετε εσείς; 
 
Ο Διαθεσόπουλος το έχει ξαναπεί. Η ΚΟΕ μπορεί να έχει κάνει πολλά λάθη, μπορεί να μη νοιάζεται σαν πατέρας για τα σωματεία της, μπορεί τις περισσότερες φορές να αδιαφορεί για τα προβλήματά τους, αλλά τόσα χρόνια δεν έχει βρεθεί κάποιος απέναντί της. Κάποτε έγινε μία κίνηση και καταποντίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Εννοείται ότι το πόλο και συνολικά ο υγρός στίβος δεν έχει τη μερίδα του λέοντος, όχι σε ό,τι αφορά τις επιχορηγήσεις (αφού κάθε Δεκέμβρη το προϊόν διαφημίζεται μέσα από την ιστοσελίδα της ομοσπονδίας για τις αμέτρητες επιτυχίες που έχει φέρει) αλλά στους χειρισμούς ώστε το προϊόν να γίνει γοητευτικό. Το πρόβλημα είναι ότι δημοσίως εναντίον της ομοσπονδίας ελάχιστοι έχουν τεθεί, με αποκορύφωμα μία ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε για ελάχιστο χρονικό διάστημα και μετά σβήστηκε για τον φόβο των Ιουδαίων. Αν θεωρείς ότι κάποιος σε εκμεταλλεύεται κάνοντας αυτό που αγαπάς, ή φεύγεις ή του το λες. Και επειδή μόνος σου δεν έχεις τύχη, πρέπει να το πεις με πολλούς, τόσους που ουδείς θα μπορεί να σε πειράξει. 

—————

2015-03-22 05:35

The billion dollar game

Οι ηθικολόγοι διατείνονται δημοσίως ότι μισούν αυτό που κάνει ο Τζον Καλιπάρι στο Κεντάκι. Ο «κόουτς Καλ» στρατολογεί μερικά από τα μεγαλύτερα ταλέντα της χώρας για το Κεντάκι, φτιάχνει την ομάδα του και μετά από ένα χρόνο το 90% των συγκεκριμένων παικτών φεύγει για το ΝΒΑ. To 2012 το Κεντάκι κατέκτησε το πρωτάθλημα και ο Άντονι Ντέιβις με τον Μάικλ Κιντ Γκίλκριστ έγιναν το νούμερο 1 και το νούμερο 2 του ντραφτ. Το 2013 οι wildcats δεν έφθασαν στη March Madness. Το 2014 ξεκίνησαν από χαμηλά, για να φθάσουν στον τελικό του πρωταθλήματος. Φέτος, με δύο κερδισμένα ματς ήδη στην τελική φάση και έχοντας φθάσει στο Sweet Sixteen, μπορούν να γράψουν ιστορία και να γίνουν η πρώτη ομάδα μετά την Ιντιάνα του Μπόμπι Νάιτ το 1976 που θα κατακτήσει το εθνικό πρωτάθλημα. Τώρα, μετά τη νίκη τους επί του Σινσινάτι, είναι στο 36-0. Αν νικήσουν τα δύο επόμενα παιχνίδια τους, θα φθάσουν στο Final 4. Αν νικήσουν στην Ιντιανάπολη, θα κάνουν το 40-0. Και η πεντάδα τους θα γίνει ντραφτ στο ΝΒΑ, με τον Καλιπάρι να μπαίνει σε κάποιο από τα αεροπλάνα του πανεπιστημίου, κρατώντας σε τάπερ τη σαλάτα που του έχει φτιάξει η σύζυγος (και ζώντας, παρά το γεγονός ότι είναι πρωταθλητής, με τον φόβο μη χάσει το τάπερ), για να στρατολογήσει κάποιους 17χρονους που η οικογένειά τους τούς προορίζει ώστε να τη βγάλουν από τη φτώχεια. Αυτό είναι αιτία και αφορμή μαζί, παρ' όλα αυτά, αν μπορείς να κάνεις να σε ευγνωμονεί, ανθρωπιστικά, μία ντουζίνα από εκατομμυριούχους στο μέλλον, δεν βλέπω για ποιον λόγο να μην το κάνεις, παρά το γεγονός ότι το κίνητρό σου είναι να κατακτάς τίτλους. Η αποδοχή της πράξης δεν είναι υποκρισία. 
 
Το ίδιο έκανε και ο Τζέρι Ταρκάνιαν, σε πολύ μικρότερο βαθμό. Το NCAA μισούσε τον «Tark the Shark», επειδή έβαζε στο κολέγιο παίκτες που είχαν αληθινά προβλήματα, που παραβίαζαν αυτοκίνητα ή που έσπρωχναν ναρκωτικά. Παρ' όλα αυτά, o Συνεταιρισμός δεν τολμάει να τα βάλει με τον Καλιπάρι. Όταν το έκανε με τον Ταρκάνιαν (που έκανε το κόλπο του Μπράιαν Κλαφ στη Λιντς Γιουνάιτεντ πηγαίνοντας ως κόουτς στους Σαν Αντόνιο Σπερς για 26 παιχνίδια, παίρνοντας αποζημίωση απόλυσης 1,3 εκατομμύριο δολάρια, χρήματα που χρειαζόταν για να κινηθεί δικαστικά απέναντι στο NCAA το οποίο τον κατηγορούσε για δωροδοκία), εκατομμύρια δολάρια βγήκαν από τα ταμεία του. 
 
Η συγκεκριμένη επικίνδυνη μέθοδος λέγεται, αυτήν τη στιγμή, one and done. Ο Καλιπάρι ήταν πάντα φιλόδοξος. Το 1994 ο προπονητής του Τεμπλ, Τζον Τσέινι, μετά την ήττα της ομάδας του από το κολέγιο UMASS, το οποίο προπονούσε ο Καλιπάρι, διέκοψε τη συνέντευξη Τύπου του «Καλ» και διαμαρτυρήθηκε για τον ρόλο που ο ίδιος έπαιξε στο παιχνίδι, χειραγωγόντας τους διαιτητές. Ο Τσέινι είπε στον Καλιπάρι, «i 'll kill you», που μεταφράζεται ως «θα σε σκοτώσω», ενώ στο Τεμπλ οι φοιτητές κυκλοφορούσαν με μπλουζάκια που έγραφαν «Fuck Calipari». Παρ' όλα αυτά, πέρυσι ο νυν τεχνικός του UKC πόσταρε στο instagram μία κουνημένη φωτογραφία που απεικονίζει τον ίδιο και τον Τσέινι, με τον δεύτερο να τον έχει πιάσει από τον λαιμό. 
 
 
Ο κίνδυνος, λένε, είναι ότι το one and done θα καταστρέψει το κολεγιακό μπάσκετ. Τον Νοέμβριο του 2014, ο Μάικ Σιζέφσκι του Ντιουκ ανακοίνωσε ότι ο Τζαχίλ Όκαφορ, που μπήκε στο πανεπιστήμιο, είναι παίκτης one and done. Δηλαδή μετά τη χρονιά αυτή- που αν είμαστε τυχεροί μπορεί να τον δούμε να τα βάζει με τη ρακέτα του Κεντάκι- θα πάει στο ΝΒΑ. Σε αυτήν την περίπτωση, ο Σιζέφσκι μοιάζει με κινηματογραφικό αστέρα του βωβού κινηματογράφου που παίρνει την απόφαση να κάνει ομιλούντα, για να μην τον... θερίσει η πείνα. Το 1999 ο Γουίλιαμ Έιβερι, παρά το γεγονός ότι είχε υποσχεθεί ότι θα επιστρέψει στο Ντιουκ για την τρίτη χρονιά του, τη senior, μπήκε στο ντραφτ, και ο Σιζέφσκι, σύμφωνα με περιοδικό της εποχής, είπε στη μητέρα του, Τέρι Σιμοντόν, ότι «ο γιος σου θα μου γαμήσει το πρόγραμμα». 
 
Το κολεγιακό πρωτάθλημα μπάσκετ προσφέρει τεράστιες στιγμές. Η εποχή του Καλιπάρι θα εκτιμηθεί πολύ αργότερα. Η March Madness είναι ένα τουρνουά 64 ομάδων. Ο αριθμός είναι μεγάλος. Πριν το 1985* δεν ήταν έτσι. Ο άνθρωπος εξελίσσεται και προοδεύει. Το πρωτάθλημα του 1984 έγινε με 53 ομάδες. Οι 11 προστέθηκαν τον επόμενο χρόνο, από κολέγια δεύτερης κατηγορίας. Οι περισσότερες αναμετρήσεις τους, όμως, κατέληξαν σε Βατερλό. Τα κολέγια πρώτης κατηγορίας ήταν πολύ καλύτερα από εκείνα της IVY League και των υπόλοιπων μικρών κατηγοριών. Τα μικρά κολέγια, που δεν είχαν το κατάλληλο ακαδημαϊκό πρόγραμμα, έκαναν τη δική τους προσπάθεια για να προκριθούν στο τουρνουά. Αλλά ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Λίγο πριν ξεκινήσει η March Madness του 1989, οι υπεύθυνοι για τη διοργάνωση διέρρεαν ότι η σκέψη να επιστρέψουν τα κολέγια των κατώτερων κατηγοριών εκεί που ήταν πριν το 1985, ήταν πολύ πιθανό να γίνει πράξη από τον επόμενο κιόλας χρόνο. Το 1987 το Νορθ Καρολάινα νίκησε 113-82 την Πενσιλβανία, το Τζόρτζταουν 75-53 το Μπάκνελ και η Ιντιάνα 92-58 το Φέρφιλντ. Το 1988 η Αριζόνα νίκησε 90-50 το Κορνέλ και η Οκλαχόμα 94-66 το Τενεσί-Τσατανούγκα. 
 
*Ο τελικός του 1985, όταν το Βιλανόβα νίκησε 66-64 το Τζόρτζταουν στον τελικό του πρωταθλήματος, στο τελευταίο παιχνίδι του Πάτρικ Γιούιν με τη φανέλα των Χόγιας- η ομάδα του Ρόλι Μασιμίνο πέτυχε μία από τις σπουδαιότερες εκπλήξεις στην ιστορία του μπάσκετ- ήταν το τελευταίο ματς χωρίς χρόνο. 
 
Μπαίνοντας στη March Madness του 1989, το Τζόρτζταουν, με τον διάδοχο του Γιούιν, Αλόνζο Μόρνινγκ, σε εύφλεκτη κατάσταση, ήταν η πρώτη ομάδα στην Ανατολή. Η 16η ήταν το κολέγιο του Πρίνστον, το οποίο, μπασκετικά, ο μόνος λόγος για τον οποίο ήταν γνωστό είχε ονοματεπώνυμο: Μπιλ Μπράντλεϊ. Ο Μπράντλεϊ, μετέπειτα πρωταθλητής Ευρώπης του 1966 με την Ολίμπια Μιλάνο, ύστερα πρωταθλητής ΝΒΑ το 1970 και το 1973 με τους Νιου Γιορκ Νικς, συγγραφέας του βιβλίου «Values of the Game» και τέλος ο γερουσιαστής των ΗΠΑ, ήταν ο πιο γνωστός φοιτητής του πανεπιστημίου στο αθλητικό πεδίο (ακολουθεί ο Ντέιβιντ Μπλατ, ο οποίος άλλωστε εφαρμόζει την «Princeton Offence», εμπνεύσεως του προπονητή Πίτ Καρίλ, ο οποίος κοούτσαρε την ομάδα από το 1967 έως το 1996. Υπό τις οδηγίες του, κατέκτησε την IVY League για 10η φορά τα τελευταία 22 χρόνια, μία κατηγορία που αποτελείτο από 8 ιδιωτικά ιδρύματα υψηλότερης μόρφωσης στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Ομάδα με σπουδαίους φοιτητές σήμαινε ομάδα έτοιμη να φάει τα μούτρα της. Στην ίδια ελίτ βρίσκεται το κολέγιο του Χάρβαρντ, μαζί με το Κορνέλ, το Μπράουν, το Ντάρτμαουθ, το Κολούμπια, της Πενσιλβανία, και το Γέιλ. 
 
Μπαίνοντας στον πρώτο γύρο, η αύρα ότι τα κολέγια με το χειρότερο αθλητικό πρόγραμμα θα αποβάλλονταν από την τελική φάση του τουρνουά οιστρηλατούσε τους φοιτητές του Πρίνστον, οι οποίοι, ωστόσο, δεν πίστευαν ότι θα έχουν κάποια τύχη απέναντι στην ομάδα του Τζον Τόμπσον. 
 
Το παιχνίδι ήταν προγραμματισμένο να γίνει στις 17 Μαρτίου, στο «Ρόουντ Άιλαντ» του Πρόβιντενς. Η ομάδα είχε πάρτι, δύο μέρες πριν, στο κολέγιο, με το αστείο, «να βρούμε κάποια παιδιά να στείλουμε στο Πρόβιντενς και εμείς να απολαύσουμε την άνοιξη στο Νιου Τζέρσεϊ», να είναι το πλέον... διαδεδομένο. 
 
Το Τζόρτζταουν θεωρείτο η καλύτερη ομάδα στη χώρα. Όταν έφθασαν οι φοιτητές από το Νιου Τζέρσεϊ στο Πρόβιντενς, η φήμη ότι θα καταργηθεί η συμμετοχή των ομάδων των πανεπιστημίων από τις μικρές περιφέρειες στο τελικό τουρνουά, είχε πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας. Οι συντριβές ήταν θέμα μίας τετραετίας, παρ' όλα αυτά το τελευταίο παιχνίδι είναι εκείνο που θυμάσαι και οι παίκτες του Πρίνστον δεν ήθελαν να μείνουν στην ιστορία ως εκείνοι που έδωσαν στο NCAA την αφορμή να «κόψει» όλες τις μικρές ομάδες. 
 
 
Το παιχνίδι με το Τζόρτζταουν έμοιαζε τόσο άνοστο, που το CBS, που έδειχνε την πλειοψηφία των παιχνιδιών του πρωταθλήματος, δεν ενδιαφέρθηκε για να το δείξει. Έπεφτε σε prime time και δεν ήθελε να χαλάσει το πρόγραμμά του για μία συντριβή. Το ESPN βρήκε την ευκαιρία να δείξει το ματς, έπειτα από σύσκεψη. Η θεαματικότητα θα ήταν εγγυημένη, αν και η διαφορά των δύο ομάδων ήταν κάτι που απασχολούσε τους ιθύνοντες του ESPN. Η μετάδοση έγινε με βαριά καρδιά. Ο θρυλικός Ντικ Βιτάλε, μία σπουδαία μορφή του κολεγιακού μπάσκετ, στο στούντιο του ESPN, είπε ότι «αν το Πρίνστον νικήσει το Τζόρτζταουν, θα κάνω ορειβασία στο Πρόβιντενς, θα είμαι ball boy στο επόμενο παιχνίδι και μετά θα αλλάξω και θα γίνω μαζορέτα του Πρίνστον». 
 
Το Πρίνστον προηγήθηκε 29-21 στο πρώτο ημίχρονο. Οι Τζέρι Ντόιλ, Κιτ Μούλερ, Ματ Λάπεν, Μπομπ Σκρέιμπις και Ματ Χένσχον έκαναν ζημιά στην ομάδα του Τζον Τόμπσον. Το Τζόρτζταουν περίμενε την επίθεση του Πρίνστον και ο σέντερ, Κιτ Μούλερ, μένοντας έξω από τη ρακέτα, κατάφερνε να ελέγχει το τέμπο του παιχνιδιού και τον χρόνο. Οι αργές επιθέσεις τελείωναν με ένα κόψιμο στη ρακέτα και ένα εύκολο λέι απ, ενώ ο Τόμπσον, πάνω στον πανικό του, έβαλε τέσσερις περιφερειακούς με τον «Ζο», οι οποίοι, όμως, δεν είχαν παίξει ξανά μαζί. 
 
Εν τω μεταξύ, οι ιθύνοντες του CBS είχαν αρχίσει να χτυπάνε το κεφάλι τους στον τοίχο. Η March Madness ήταν εδώ, και εκείνοι δεν την είχαν πάρει πρέφα. Στο κλειστό γυμναστήριο του Πρόβιντενς, οι θεατές είχαν τεθεί αναφανδόν υπέρ του Πρίνστον. Οι ίδιοι οι παίκτες του βρίσκονταν σε σοκ στα αποδυτήρια. Δεν μπορούσαν να μιλήσουν. 
 
Στα τελευταία 10 λεπτά του ματς, καμία από τις δύο ομάδες πήρε προβάδισμα με πάνω από δύο πόντους διαφορά. Με 15'' για το τέλος, το Τζόρτζταουν προηγείται 50-49. Ο Μόρνινγκ κόβει το σουτ του Σκρέιμπις και η μπάλα καταλήγει πλάγια υπέρ του Πρίνστον, αλλά μόνο με 1'' να απομένει για τη λήξη. Στην επαναφορά, ο διαιτητής αργεί να δώσει την μπάλα στον Λάπιν, ο οποίος έχει δει τον Μούλερ στην πλάτη του Μόρνινγκ. Ο τελευταίος προλαβαίνει να γυρίσει, για να αλλοιώσει τελικά το σουτ του Μούλερ. Το Τζόρτζταουν πήρε τρομάρα, αλλά συνέχισε στη διοργάνωση. 
 
Το billion dollar game είναι κυριολεκτικό. Στα γραφεία του CBS, αμέσως μετά τη λήξη του ματς, ο πρόεδρος του δικτύου κοίταξε τους υφισταμένους του και τους ρώτησε αν μπορούσε το δίκτυο να καλύψει όλο το τουρνουά. Τον Νοέμβριο του 1989, το CBS έφθασε σε συμφωνία 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων με το NCAA για επτά χρόνια, με την ευθύνη να δείξει το προϊόν σε όλο και μεγαλύτερο κοινό. 
 
Τι κέρδισε τελικά το Πρίνστον από αυτό; Το αναμμένο καντίλι του Μπραντ Στίβενς, προπονητή του Μπάτλερ που έφθασε στους τελικούς του 2010 και του 2011, που έχασε από το Ντιουκ και το Κονέκτικατ αντιστοίχως. Το Πρίνστον εξασφάλισε, 19 χρόνια πριν τον πρώτο τελικό της απίστευτης ομάδας του νυν τεχνικού των Μπόστον Σέλτικς, με κάποιον τρόπο, το δικαίωμα να βρίσκεται εκεί. Ποτέ ξανά δεν θα συζητούσαν να αφήσουν έξω από μία συμφωνία τις ομάδες των μικρών κολεγίων. Μάλιστα, σε μία συναρπαστική συγκυρία, αφού το Μπάτλερ έφθασε στον πρώτο τελικό, το CBS με το NCAA υπέγραψαν νέα συμφωνία, με το δεύτερο να δίνει τα δικαιώματα του κολεγιακού πρωταθλήματος στο πρώτο για τα επόμενα 14 χρόνια αντί του ποσού των 10,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που αντιστοιχεί περίπου σε 770 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο. 

—————

2015-03-20 21:52

Λεπτός σαρκασμός

 
Διαισθάνεσαι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι η ζωή είναι τόσο καλώς καμωμένη που όταν αντίθετες επιγραφές συνταιριάζουν, δεν μπορείς να μείνεις στην ταμπέλα. Διεισδύεις στα απόκρυφα της αρμονίας και φθάνεις ως εκείνους τους επιφανειακούς πόθους για να αντιλαμβάνεσαι ότι είναι βαθύτεροι από όσο νόμιζες. Όπως μας αποκάλεσε ο φίλος μου ο Αντώνης, είμαστε υλιστές με μερικές σταγόνες ιδεαλισμού. Αυτό συμβαίνει με τους φίλους. Το πρώτο πληθυντικό πάνω στη συζήτηση είναι αρκετό για να σε πείσει ότι δεν υπάρχουν χαώδεις διαφορές, παρά τις προσλαμβάνουσες. 
 
Στο αμέσως προηγούμενο κείμενο, για τον Αρσέν Βενγκέρ, υπήρχαν σημειώσεις για τα κείμενα που έπρεπε να γραφτούν και να τηρηθούν. Από ό,τι φαίνεται το ελαφρύ πνεύμα ταξιδεύει στην απροσδιόριστη τύρβη και επιδίδεται σε πάσα λογής οχεία προκειμένου να ικανοποιήσει την εντελώς προσωρινή επιθυμία του. Μία φωτογραφία στο instagram αρκούσε. 
 
Ο Βενσάλ Κασέλ μένει εδώ από κάτω. 
 
 
Αυτή η φωτογραφία, την οποία κόζαρα και καβάτζωσα με διαδικασίες που η Σύνοψη θα με καλούσε στο παλάτι για να με βραβεύσει, θα μπορούσε να έχει τίτλο, «όταν ο Μάνος Κατράκης συνάντησε τον Ζαν Πολ Μπελμοντό». Ο Βενσάν Κασέλ είναι, υπό μία έννοια, αφόρητος. Ήταν ο σύζυγος της Μόνικα Μπελούτσι, με την οποία χώρισε. Ένας Γάλλος νυμφεύθηκε μία Ιταλίδα, η οποία δεν είναι απλή θνητή. 
 
Ακόμα ένα θέμα που υπάρχει στο καλεντάρι, είναι η δήλωση ενός Σοβιετικού αθλητή του χόκεϊ, που έχει σχέση με ένα φιλί στη Σοφία Λόρεν. Οι Αμερικάνοι την αποκαλούσαν Σοφία Λορέν και στο Λας Βέγκας, τη δεκαετία του '60, αφορούσαν στην πιστή σταρ και υπηρέτρια του εμβληματικού (κατά πάσα πιθανότητα) μέντορα Κάρλο Πόντι. Η Σοφία Λορέν ήταν εκείνη στην οποία κατέληγε η ανέκδοτη πονηρή ιστορία, μία κωμική ρουτίνα, ένα αστείο μέσα σε μία ανδροπαρέα. Έπρεπε να βγει στο προσκήνιο η Ράκελ Γουέλς για να προστεθεί στην ίδια τεστοστερονική κατηγορία και να γίνει επίσης ο κωδικός σε roast και διάφορα τινά που βοηθούσαν τη διασκέδαση. 
 
Παρακολουθώντας τη Σοφία Λόρεν σε κάποιες από τις παλιές εκδοχές της, συνοδεύεσαι από εκείνο το γνώριμο κόμπο που βρίσκεις μπροστά σου όταν βρίσκεσαι ενώπιον της σπανιότητας της ομορφιάς. Μία εκδοχή του, μάλιστα, εμφανίστηκε στην ψυχική κυκλοφορία μου το βράδυ της Πέμπτης και το πνευματικό φανάρι μου επέμενε να είναι κόκκινο, όσες φορές και αν πατούσα το κουμπί για να προχωρήσω παρακάτω. Μπορεί να βρισκόμουν σε λανθάνουσα ευφορία, ακαρποφόρητη εκ πεποιθήσεως υπό μία έννοια, παρ' όλα αυτά η πληρότητα της συνείδησης υποχρεώνει να παρατηρήσω ότι αν ήμουν υπερβολικός, ήμουν ελάχιστα υπερβολικός. 
 
Η Μόνικα Μπελούτσι είναι μέσα στις 10 πιο όμορφες γυναίκες όλων των εποχών. Πρέπει να βάλω τη Σοφία Λόρεν μέσα, για να μην έρθει η όψη της να με στοιχειώσει, μαζί με τη Θεά Αφροδίτη και κάποιες ακόμα, που δεν έχω αποφασίσει. Μπορεί τούτο το μονοπάτι να αναδεικνύει αυτήν την αναπόφευκτη τάση του αρσενικού φτερουγίσματος προς συγκαλυμμένα εφηβαία, παρά ταύτα δεν ενδείκνυται σε αυτήν την περίπτωση μία κριτική που να αφορά στην αξία της γυναίκας και στο πόσο την εξευτελίζω μέσα από την ομορφιά. Ο πόντος, αυτήν τη φορά, δεν αφορά στην ίδια την Μπελούτσι, όσο στον τέως σύζυγό της. 
 
 
Ο Βενσάν Κασέλ είναι υποτιμημένος. 
 
Είναι όντως όμως; Δεν μπορείς να υποτιμήσεις τους Γάλλους, πόσω μάλλον τους Γάλλους εραστές. Ο Ροζέ Βαντίμ κέρδισε κατά κράτος την ερωτική μάχη με την Μπριζίτ Μπαρντό, ο Σερζ Γκαίνσμπουργκ δεν υστέρησε σε τίποτα όταν κλήθηκε να φθάσει στο σεξουαλικό ύψος του ατάλαντου σκηνοθέτη, υπάρχει ο γητευτής της μπάλας, ο Νεφεληγερέτης της εαρινής ποδοσφαιρικής θρησκείας, Ζινεντίν Ζιντάν. Με κάποιον τρόπο, βγαίνουν στον αφρό. 
 
Μία από τις ιστορίες της ελληνικής Dolce Vita που κάνει αίσθηση, ήταν όταν η Τζένη Καρέζη και ο σύζυγός της, Ζάχος Χατζηφωτίου, βρέθηκαν να τρώνε σε ένα εστιατόριο και όταν η πρώτη παρήγγειλε, ο σερβιτόρος γύρισε το βλέμμα του στον άνδρα και τον ρώτησε, «κι εσείς κύριε Καρέζη;». Ο Κασέλ ήταν τόσο ισχυρή οντότητα στη διάσταση του ταλέντου και της γοητείας, η οποία δεν αρκείται στο θηλυκό. Πέφτοντας πάνω σε μερικά ενσταντανέ, αναρωτιέσαι ποιος από τους δύο, τελικώς, είχε την περισσότερη τύχη σε αυτό το αποτρόπαιης γοητείας ζευγάρωμα. Σε αυτήν τη γονιδιακή οιστρηλασία. Η Μπελούτσι έρχεται στο μυαλό ως ένα γήινο πλάσμα παντός καιρού, μία καμπυλόγραμμη αβρότητα που αψηφεί τους νόμους της βαρύτητας, ακόμα και έχοντας συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής. Υπάρχουν οικείες μαρτυρίες που αναδεικνύουν ότι ήταν ευλογημένη από τους Θεούς, τούτος ο θηλυκός Οδυσσέας της συμμετρίας. Έπειτα, έρχεται ο θελκτικά καπνίζων Βενσάν, που μοιάζει να έχει τσακωθεί με τον ίδιο τον πηλό της δημιουργίας του, που μοιάζει να μην έχει κάτι σωστά πάνω του (αυτό είναι υπερβολή) για να σε κοιτάξει με ένα βλέμμα άγριο και απολίτιστο και να υπαγορεύσει ένα στυλ που αν δεν υπήρχε θα είχαμε ανάγκη να δημιουργήσουμε. Με κίνηση που σε κάνει να πιστεύεις ότι το κορυφαίο συγκρότημα όλων των εποχών δεν κατάφερε να βγει στον κόσμο επειδή φυλακίστηκε μέσα του, με μία πρέζα παράνοιας στο περίγραμμα της ύπαρξής του, με αυτόφωτη γενετησία αυτοπεποίθηση, ως όντως υπήρξε υλική και στέρεη και εκείνος, μάγος, την απέκτησε και την εγκατέστησε εσωτερικά, θάβοντας την άλλη στο πιο προφανές σημείο στο οποίο δεν θα ψάξει κανείς. 
 
Η παραδοχή, συνήθως, είναι μία πράξη που αμφισβητεί πλήρως την παράδοση. Την άνευ όρων παράδοση σε ένα πλάσμα ανώτερο, που για πλάκα εμφανίζεται άσχημο αλλά όχι με την πραγματική έννοια του όρου: το σχήμα υπάρχει, απλώς δεν έχει μεταφραστεί. Αν ήταν εύμορφο, δεν θα ήταν τόσο άγριο, πηγαίνοντάς σε πίσω στη δική σου ρίζα για να ανακαλύψεις για ποιον λόγο δεν είσαι έτσι. Αισθάνεσαι αμέσως χλιαρός και η οποία αρσενική ευφράδεια καρατομείται. 

—————

2015-03-19 04:16

Η αθωότητα της ήττας

 
Με βάση ό,τι έχει συμβεί το τελευταίο χρονικό διάστημα απροειδοποίητα ή ό,τι είναι προγραμματισμένο να συμβεί, υπάρχουν αρκετές σημειώσεις για κείμενα που οφείλω να γράψω, όσο τουλάχιστον τελώ σε πλήρη άρνηση για μία πορεία η οποία φθάνει οριστικά στο τέλος της. Αυτή η αφροδισία κάψα βλέπει την κλεψύδρα να έχει γυρίσει ανάποδα και να έχει περάσει το μισό, και ασφαλώς η ίδια αντιλαμβάνεται ότι ο καιρός που οι εξωγενείς παράγοντες μπορεί να παίξουν σημαντικό ρόλο, πλησιάζει. 
 
Οι σημειώσεις για τα μελλούμενα έχουν ως εξής:
 
-Μπάτλερ και Μπραντ Στίβενς
 
-Φλόριντα Γκέιτορς
 
-Η Δεύτερη Μπανάνα
 
-The Billion Dollar Game 
 
-Λορέντζο Τσαρλς 
 
-Bullying 
 
 
Δεν θα τηρηθούν, πιθανότητα, με προτεραιότητα, επειδή θα είναι deja vu πάλι από την αρχή, πάλι κάτι θα εισβάλει ανεμπόδιστα στις εγκεφαλικές αρτηρίες με την επιγραφή του υπερεπείγοντος, όπως έγινε σήμερα με την ασήμαντη αφορμή μίας φωτογραφίας, η οποία είναι αστεία. Μίας φωτογραφίας με 9 τετράγωνα, έξι ορθογώνια στην πρώτη και στην τρίτη οριζόντια στήλη και τρία τετράγωνα στη μέση, που απεικονίζουν 10 προπονητές. Η βινιέτα της φωτογραφίας γράφει «WHO HAS NEVER WON THE CHAMPIONS LEAGUE?». Οι οκτώ προπονητές δείχνουν τον μεσαίο, σε ένα θαυμάσιο μοντάζ, ο ένατος κοιτάζει έναν από τους οκτώ και ο πρωταγωνιστής της φωτογραφίας απεικονίζεται σκεπτικός. 
 
 
Ο Ζοσέ Μουρίνιο, ο Άλεξ Φέργκιουσον, ο Ράφα Μπενίτεθ, ο Πεπ Γκουαρντιόλα, ο Κάρλο Αντσελότι, ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε, ο Μαρτσέλο Λίπι- που συνομιλεί με τον Ότμαρ Χίτσφελντ- ο Ρομπέρτο ντι Ματέο δείχνουν τον Αρσέν Βενγκέρ. 
 
Μουρίνιο (Champions League το 2004 και το 2010 με Πόρτο και Ίντερ αντιστοίχως). 
 
Φέργκιουσον (Champions League το 1999 και το 2008 με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ). 
 
Μπενίτεθ (Champions League το 2005 με τη Λίβερπουλ). 
 
Γκουαρντιόλα (Champions League το 2009 και το 2011 με την Μπαρτσελόνα). 
 
Αντσελότι (Champions League το 2003 και το 2007 με τη Μίλαν και το 2014 με τη Ρεάλ Μαδρίτης).  
 
Βιθέντε ντελ Μπόσκε (Champions League το 2000 και το 2002 με τη Ρεάλ Μαδρίτης). 
 
Μαρτσέλο Λίπι (Champions League το 1996 με τη Γιουβέντους). 
 
Ότμαρ Χίτσφελντ (Champions League το 1997 με την Ντόρτμουντ και το 2001 με την Μπάγερν). 
 
Ρομπέρτο ντι Ματέο (Champions League το 2012 με την Τσέλσι). 
 
 
Η ιστορία του Αρσέν Βενγκέρ είναι οικεία. Ένα σπουδαίο μυαλό στα οικονομικά, που αντί να κάνει κάπου θερινές διακοπές πήγαινε στο Κέμπριτζ για μελέτη, που τον Σεπτέμβριο του 1994 πέρασε από την Αθήνα και ξεναγήθηκε στις εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού, μήπως και έμπαινε στον πειρασμό να αναλάβει την ομάδα. Είχε δει το 6-1 με τον Ιωνικό, μάλιστα, στις 26 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Ο Βενγκέρ είχε συμφωνήσει σε όλα με τον Κόκκαλη και είχε θέσει όρο απαράβατο την άνθιση της ακαδημίας, από την οποία θα προωθούνταν στην πρώτη ομάδα 3 με 4 παίκτες κάθε χρόνο. Είχε ζητήσει να είναι το απόλυτο αφεντικό του ποδοσφαιρικού τμήματος. Ο Κόκκαλης είχε αποδεχθεί τα αιτήματά του και είχε ανακοινώσει στο Δ.Σ. τη συμφωνία με τον Αλσατό. Ο Βενγκέρ, άγνωστο πώς, δεν επικύρωσε ποτέ τη συμφωνία. Μπορεί να μίλησε το ένστικτό του. Θα ήταν δυνατόν να είναι τώρα προπονητής στον Ολυμπιακό; Σε καμία περίπτωση. Προτίμησε την ιαπωνική Ναγκόγια, μόνο που ουσιαστικά προτίμησε να δώσει μία ευκαιρία στον εαυτό του. Η Ελλάδα ήταν μάλλον πολύ ζεστή χώρα για εκείνον. Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1996, ο Βενγκέρ ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Άρσεναλ. Και στις 17 Μαρτίου του 2015 υπέφερε από ακόμα έναν επώδυνο αποκλεισμό στο Champions League. Αν και η Άρσεναλ κατάφερε να νικήσει 0-2 τη Μονακό στο Μόντε Κάρλο, είχε χάσει 1-3 στο Λονδίνο και έμεινε εκτός προημιτελικών της διοργάνωσης. 
 
 
Στις περισσότερες περιπτώσεις που αφορούν σε αγγλικές ομάδες, για να ξέρεις τους προέδρους τους πρέπει να είσαι πρεζάκι με το ρεπορτάζ τους, σχεδόν εμμονικός. Η διοίκηση της Άρσεναλ εμφανίζεται σε έκτακτες περιπτώσεις για να πάρει θέση για ένα θέμα, όπως το καλοκαίρι του 2007, όταν ο Τιερί Ανρί απείλησε να υποβάλλει μήνυση στο France Football που έγραψε ότι είχε συνάντηση με ανθρώπους της Μπαρτσελόνα, ενώ λίγες μέρες αργότερα υπέγραψε στην ομάδα της Καταλονίας (και ευτύχησε να κατακτήσει, δύο χρόνια αργότερα, το Champions League που ο ίδιος δεν είχε καταφέρει να χαρίσει στην Άρσεναλ στον τελικό του 2006, σε εκείνο το αξιομνημόνευτο τετ α τετ με την Μπαρτσελόνα, με το σκορ στο 1-1, πριν τελικά ο Τζουλιάνο Μπελέτι χαράξει το όνομά του στο Άγιο Δισκοπότηρο, ως ένας in extremis ήρωας που με τα χρόνια, όταν η μνήμη ασθενήσει, πρώτα θα ξεχαστεί η στιγμή που σημάδεψε την καριέρα του και μετά το όνομά του). Ο Αρσέν Βενγκέρ είναι το απόλυτο αφεντικό στην Άρσεναλ και ένας ιδανικός οικονομικός διαχειριστής. Αυτή η ιδιότητά του διέπεται από κυνισμό που δεν δύναται να αναγνώσει ο θεατής στα παιχνίδια της ομάδας. Τουναντίον, υπάρχει εκείνη η έλξη της καταστροφής, την οποία φέρνει η κατάρρευση. Εκ του αποτελέσματος των δύο ματς με τη Μονακό, η Άρσεναλ πλήρωσε το τελευταίο δεκάλεπτο του παιχνιδιού στο Emirates, επειδή παρουσιάστηκε διαλυμένη στην άμυνα. 
 
Αλλά παρά το γεγονός του ονόματος και της βαρύτητας της φανέλας της, αυτό ήταν λογικό. 
 
Μπορεί να είσαι σπουδαίος σε αυτό που κάνεις για 30 χρόνια. Αλλά αν είσαι σπουδαίος νέος, αυτό μπορεί να συμβεί μόνο μία φορά. Δεν μπορείς να είσαι για πάντα νέος και σπουδαίος. 
 
Ο Μπεν Άφλεκ στον «Ερωτευμένο Σαίξπηρ». 
 
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη στην «Αλίκη στο Ναυτικό».
 
Ο Τζέιμς Ντιν στο «Επαναστάτης χωρίς Αιτία». 
 
Ο Γιώργος Αφρουδάκης στη Βουλιαγμένη. 
 
Ο Ευθύμης Ρεντζιάς στο Παγκόσμιο Εφήβων του 1995. 
 
Ο Ρονάλντο στην Μπαρτσελόνα.
 
Ο Γιώργος Διαμαντόπουλος στον Παπάγου, το 1998. 
 
Ο Τόμας Πίντσον με το V. 
 
Σε αυτά τα παραδείγματα υπάρχουν κάποιοι που συνέχισαν να είναι σπουδαίοι και κάποιοι που δεν τα κατάφεραν. Παρ' όλα αυτά, εκείνες οι περιπτώσεις 
 
O Μαρκ Ζούκερμπεργκ. Η φράση, «έφτιαξε το Facebook στις 4 Φεβρουαρίου του 2004 ενώ στις 14 Μαΐου του 2004 έκλεισε τα 20», θα έπρεπε να περιέχει τουλάχιστον έξι ψέματα. 
 
Στα 19 χρόνια που βρίσκεται στον πάγκο της Άρσεναλ, ο Αρσέν Βενγκέρ παίζει την ίδια κασέτα. Σε αυτήν την ομάδα έπαιξαν ένας από τους 5 κορυφαίους αμυντικούς χαφ όλων των εποχών, ο Πατρίκ Βιεϊρά (Γιάγια Τουρέ, Φερνάντο Ρεδόντο, Έντγκαρ Ντάβιντς και Πεπ Γκουαρντιόλα θα μπορούσαν να είναι οι υπόλοιπες επιλογές μου) και ένας από τους 25 κορυφαίους σκόρερ όλων των εποχών. Ο Τιερί Ανρί θα μπορούσε άνετα να είναι 19ος σε αυτήν την κατηγορία. Ο Βενγκέρ τους έβαλε στη συζήτηση: τους πήρε από δύο ομάδες οι οποίες χαιρόντουσαν που τους ξεφορτώθηκαν και τους έκανε νούμερο ένα στη θέση τους στον κόσμο, τουλάχιστον για έναν χρόνο τον καθένα. Είχε στην ομάδα του τον «Κορυφαίο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών από εκείνους που δεν μπαίνουν στα αεροπλάνα», δηλαδή τον Ντένις Μπέργκαμπ και πάντα μία αδυναμία στην αγνότητα του αληθινού ποδοσφαίρου, στη σπάνια αντίληψη, στον παίκτη που θα ήταν προικισμένος από ταλέντο τόσο αλλόκοτο το οποίο δεν θα ήξερε τι να το κάνει. 
 
Δέκα παίκτες της Άρσεναλ που θα μπορούσα να προτιμώ, πλην των τριών προαναφερθέντων, έχουν ως εξής: 
 
-Αντρέι Αρσάβιν
 
-Τόμας Ροζίτσκι
 
-Νίκλας Μπέντνερ (και δεν κάνω πλάκα)
 
-Αλεξάντερ Χλεμπ
 
-Μαρκ Όφερμαρς 
 
-Σαμίρ Νασρί
 
-Μικέλ Αρτέτα
 
-Σεσκ Φάμπρεγκας 
 
-Θίο Γουόλκοτ
 
-Αμπού Ντιαμπί 
 
 
Και τρεις φανταστικές στιγμές αυτών των 20 χρόνων θα μπορούσαν να είναι ό,τι έκανε ο Ντένις Μπέργκαμπ στους αμυντικούς της Γιουβέντους στις 20 Μαρτίου του 2002, το 3-6 στο Άνφιλντ στις 20 Μαρτίου του 2007, με τα γκολ του Ζούλιο Μπαπτίστα, και το καρέ του Αντρέι Αρσάβιν, επίσης στο Άνφιλντ, την Τετάρτη του Πάσχα το 2007, όπου μείωσε τις πιθανότητες της Λίβερπουλ για πρωτάθλημα ακόμα και αν δεν έχασε εκείνο το ματς (4-4). Βεβαίως, η πιο κλασική σκηνή είναι, μάλλον, το χαμένο πέναλτι του Ρούουντ φαν Νίστελρόι, ο οποίος σούταρε άουτ στο 89', με τον Μάρτιν Κίον να του μουρντάρει σαν λύκος σε αλεπού. Είναι, άλλωστε, εκείνη η σκηνή που καθόρισε τους 49ers, το μεγαλύτερο σερί που έχει κάνει ποτέ ομάδα αήττητη στο αγγλικό πρωτάθλημα. 
 
 
Ο Βενγκέρ έμεινε πιστός στα ναμποκιφκά σχέδιά του. Οι μεγαλοφυΐες του κόσμου αποδείχθηκαν τέτοιες επειδή το κίνητρό τους ήταν να μειώσουν την απόσταση. Από την τεχνολογία ως τους αδελφούς Ράιτ και τον Δαίδαλο, από τον Βίνσεντ βαν Γκογκ έως τον Αϊνστάιν, που προσπάθησε να καθορίσει το σύμπαν μέσα από τις διαστάσεις, από τους εφευρέτες του Google έως τον Γκράχαμ Μπελ, από τον Νίκολα Τέσλα ως τον Γαλιλαίο, όλοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ασχολήθηκαν με την απόσταση. Αν ήταν απλώς εκστασιασμένοι με το μέγεθος του γαλαξία σε συνάρτηση με το πόσο μικρός ήταν ο άνθρωπος ή αν η ψυχική μεταρσίωσή τους επέτασσε να δώσουν μέτρα σε κάτι που έμοιαζε σχεδόν άτοπο να μπορεί να μετρηθεί με οποιονδήποτε τρόπο, ώστε να αυξήσουν πνευματικά το ανθρώπινο μέγεθος προσφέροντας απεριόριστα εδάφη μόρφωσης, δεν είναι γνωστό. Πάντως, οι περισσότεροι μπορούσαν να συνδυάζουν τον ρομαντισμό με τον κυνισμό τους: ο δεύτερος τους πρόσφερε την άνεση των μέσων και ο πρώτος την πνευματική δομή σύμφωνα με την οποία θα κινούνται για να μεταδώσουν το αδύνατο.
 
Αν οι οικονομολόγοι μιλήσουν με όρους της εργασίας τους, τότε όχι μόνο δεν θα καταλαβαίνεις τη μία από τις τρεις λέξεις που θα λένε στη σειρά: δεν θα μπορεί να στις εξηγήσει ολοκληρωτικά κανένα ψαχτήρι. Είναι, ενδεχομένως, ο μόνος κλάδος που συμβαίνει αυτό. Ο Βενγκέρ κράτησε την Άρσεναλ μακριά από οποιαδήποτε διαδικασία συζήτησης για πώληση με Άραβες ή Αμερικάνους. Στα χρόνια του άλλαξε γήπεδο, κάτι, ας πούμε, που η Λίβερπουλ με τους αναθεματισμένους Γιάνκηδες δεν κατάφερε. Και αν και πλησίασε να πάρει το Champions League, βυθισμένος στη θλιβερή και βρώμικη αμυντική πραγματικότητα, με την Άρσεναλ να κρατά ανέπαφη την εστία της για 11 διαδοχικά ματς το 2006, πριν φάει, τελικά, δύο γκολ στο ματς με την Μπαρτσελόνα, δεν υιοθέτησε κανένα τέτοιο πλάνο μελλοντικά. Θα έλεγα ότι πρέπει να το σκέφτηκε και να πάλεψε με τον εαυτό του, για να κατασταλάξει ότι δεν είναι αυτή η λύση. Η Άρσεναλ δεν πληγώθηκε, ουσιαστικά, από καμία φυγή. Ο Βενγκέρ δεν είχε εμμονή στα πρόσωπα, στο να κρατάει παίκτες όσο καλοί και να ήταν. Είχε εμμονή στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Και από τότε που σχηματοποιήθηκε η πρώτη ομάδα και που παραλλασσόταν αργότερα, σαν εκείνο το βίντεο που έδειχνε την εξέλιξη στην ομορφιά της γυναίκας αλλάζοντας εν κινήσει πρόσωπα και συμμετρία, είναι σίγουρο ότι ο Αλσατός συγκινούνταν με την τριγωνομετρία, την αισθητική του τρόπου που η μπάλα μεταφερόταν στην επίθεση. 
 
Είναι βέβαιο ότι αυτοσκοπός του δεν είναι η κατάκτηση ενός Champions League. Αυτοσκοπός του είναι το ποδόσφαιρο, όπως φαντάζεται ότι πρέπει να παίζεται. Η Άρσενάλ του δεν θα έχει τη θέση που της αξίζει στην ποδοσφαιρική μυθιστορία, αλλά θα φτάνει που την έχει στο μυαλό του. Ουσιαστικά, ουδείς μπορεί να καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Και κάθε φορά, ως ανεξάντλητος παραγωγός και πρύτανης σε αιρετικό ποδοσφαιρικό πανεπιστήμιο, παίζει την ίδια κασέτα με νεαρούς παίκτες, ώστε να επαναλαμβάνει σε παράλληλα χρονικά σύμπαντα ότι σπουδαίος μπορεί να είσαι για πολλά χρόνια, αλλά νέος και σπουδαίος μόνο μία φορά. Οι επαναλήψεις αυτής της μοναδικότητας κρατούν το όραμά του ζωντανό. 

—————

2015-03-16 13:08

Περί μασονίας

 
Το «καταδικάζω τη βία από όπου κι αν προέρχεται» είναι μία έκφραση η οποία κάποια στιγμή θα επιζητήσει την απόδειξή της. Μία στιγμή αρκεί, στην οποία πρέπει να κρατήσεις τα συναισθήματα απ' έξω και να σκεφτείς με τη λογική. Είναι εκείνη η στιγμή στην οποία δεν θέλεις να έχεις συμμετοχή στο πανηγύρι των ζουρλών. 
 
Βρέθηκα, το βράδυ του Σαββάτου, στο κολυμβητήριο «Πέτρος Καπαγέρωφ» για να παρακολουθήσω το παιχνίδι του Εθνικού με τον Παναθηναϊκό. Ήταν ένα ματς που, όποιος αγαπάει το πόλο και ανεξαρτήτως ιδιοτέλειας ή συμφέροντος, έπρεπε να το παρακολουθήσει. Στις 20.29, δηλαδή ακριβώς ένα λεπτό πριν την έναρξή του, ένιωσες την αναμπουμπούλα από την είσοδο 150 φίλων του Παναθηναϊκού στο κολυμβητήριο. 
 
Καταδικάζω τη βία από όπου κι αν προέρχεται, σημαίνει ότι το παιχνίδι είναι πάνω από όλα. Κι αν έχουν μπει 150 φίλοι του Παναθηναϊκού στο κολυμβητήριο του Πειραιά δεν πειράζει, αρκεί να μπορούν οι φίλοι του Εθνικού να πανηγυρίζουν τα γκολ. 
 
Από την άλλη μεριά, το να καταστρέφεις περιουσιακά στοιχεία της ομάδας κολύμβησης, ενώ σε προστατεύουν αστυνομικοί και λοιπές δυνάμεις, ύλη που έχει μαζευτεί με πολύ κόπο, προσπάθεια και απεριόριστες εργατοώρες, σε καθιστά ζώο. Το να γράφεις σε ανακοίνωση ότι όλοι είναι εναντίον σου, σε καθιστά εμμονικό. Όπως, το να μη γίνει καμία σύλληψη, ενώ από το ημίχρονο και έπειτα, όταν μία διμοιρία των ΜΑΤ έσκασε μύτη (και ο πρόεδρος του Εθνικού με τον έφορο, Πρίντεζης και Μιχαλόπουλος, ήταν αρκετά φρόνιμοι ώστε να αντιδράσουν γρήγορα όταν έμαθαν ότι προσπάθησαν να μπουν οπαδοί του Ολυμπιακού στο κολυμβητήριο και να δώσουν εντολή να απομακρυνθούν τα παιδιά από την κερκίδα που βρίσκονταν οι φίλοι του Εθνικού), ήταν όλοι μία μεγάλη παρέα. 
 
Τα δύο φετινά Εθνικός-Παναθηναϊκός ήταν τα ωραιότερα ματς του πρωταθλήματος. Στο Ιλίσιο, την τελευταία αγωνιστική του έτους, ο Γιώργος Αφρουδάκης πέτυχε με ριμπάουντ το 11ο γκολ των «πράσινων» και ο Στέλιος Αργυρόπουλος έχασε την μπάλα από το χέρι του στην τελευταία επίθεση, για να πανηγυρίσουν οι «πράσινοι» την επικράτηση με ένα γκολ διαφορά. Εκείνο το παιχνίδι ήταν πραγματικά υπέροχο: παρά το κρύο το βράδυ ήταν γλυκό, έρχονταν Χριστούγεννα και είχα μόλις μάθει να μετράω μέχρι το 100 στα ιταλικά. Ο Μάριος Χατζηκυριακάκης είχε πετύχει ένα γκολ πίσω από το νοητό κέντρο του κολυμβητηρίου, οι φίλοι του Παναθηναϊκού δεν σταμάτησαν να φωνάζουν και στο τέλος το γκολ του πρώτου σκόρερ στην ιστορία του ελληνικού πόλο έφερε έκκριση χαράς. 
 
Ο Μάριος Χατζηκυριακάκης είναι μία συναρπαστική περίπτωση πολίστα. Αντικειμενικά, δεν πήγε καν κοντά στις προοπτικές του. Αλλά όταν έχει διάθεση και όρεξη, είναι Άλεξ Τζορτζέτι 2.0. Δεν κάνω πλάκα. Μπορεί να είναι εξαιρετικός σε ένα ματς ανά τρεις εβδομάδες και αυτό ήταν αρκετό ώστε να προβληματιστεί ο Σάντρο Καμπάνια για το αν θα τον πάρει μαζί του στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Μόντρεαλ. Ο νυν φύσει ηγέτης του Εθνικού (που ωστόσο δεν είναι ο αρχηγός της ομάδας, διότι ο Μάνθος Βουλγαράκης είναι πιο σταθερός) ξεκίνησε εντυπωσιακά το ματς στον Πειραιά και το τελείωσε με ένα εκκωφαντικό μπλοκ στο σουτ του Παναγιώτη Παπαδόγκωνα (μαζί με ολίγον από μπασκετική τάπα στη λόμπα του Καραμπέτσου, που έβαλε το θαυμαστικό στον φρενήρη ενθουσιασμό). Και λίγο πριν τη λήξη του οκτάλεπτου έγινε η φάση που θα θυμάμαι.
 
Ο Εθνικός έχει αρκετά ικανοποιητικό ρόστερ. Έχει «σατανάδες» στα φτερά, τους Τζώρτζη και Θαλασσινό οι οποίοι είναι γρήγοροι κολυμβητές, έχει ένα καλό πρώτο τερματοφύλακα, τον Παναγιώτη Τζωρτζάτο, και έναν αξιόπιστο δεύτερο, τον Χάρη Αϊβαλιώτη, έχει δυνατή αμυντική γραμμή, με τους Χρήστο Κουτσιαλή και Γιάννη Μπεριστιάνο και έχει τρία σημεία αναφοράς, τρεις πολίστες με εξαιρετική εμπειρία από σπουδαία ματς, δηλαδή τους Διονύση Καρούντζο, Γιάννη Κόχειλα και τον Βουλγαράκη. Δεύτερο φουνταριστό έχει τον Μανώλη Τσαχειλίδη, ο οποίος το Σάββατο έπαιξε λίγο περισσότερο από ό,τι στον πρώτο γύρο και μοιάζει σε ένα κλικ καλύτερη κατάσταση. Ούτως ή άλλως, από του χρόνου, που θα έχει ξεμπλέξει με τις πανελλήνιες εξετάσεις, θα κριθεί σε μεγαλύτερο βαθμό. Ο Φάνης Κουντουδιός προσπαθεί να κάνει ροτέισον με το ρόστερ που έχει στα χέρια του και τα καταφέρνει αρκετά καλά. 
 
Αντιλαμβάνομαι ότι έχω λίγη περισσότερη αδυναμία από ό,τι προτάσσει η δεοντολογία στον Αργυρόπουλο. Ο ένας λόγος είναι ότι θυμάμαι το ματς με το Φάληρο στην τελική φάση του πρωταθλήματος Νέων Ανδρών το 2013, που κράτησε μόνος του τον Ολυμπιακό στη διεκδίκηση της ισοπαλίας. Ο άλλος είναι ότι στη συζήτηση που είχα με τον Κωνσταντίνο στις 14 Νοεμβρίου του 2014 τον πήρα για καλύτερο νεαρό παίκτη της χρονιάς. Τα βραβεία της Forthnet δε με δικαιώνουν στο έπακρον, αλλά ειλικρινά, ποιος περιμένει να δικαιωθεί από ανθρώπους που ψηφίζουν χωρίς να βρίσκονται στα κολυμβητήρια (ως επί το πλείστον); Είναι επιτυχία που βρίσκεται στη δεύτερη θέση, έστω και με αρκετή διαφορά από τον πρώτο. 
 
Υπάρχει κι ένας τρίτος λόγος. Έχω κάνει πολλά λάθη διαχείρισης νεαρών αθλητών και αθλητριών. Με τον τρόπο μου- και χωρίς να έχω αντικειμενικά μεγάλη ευθύνη, αλλά υποκειμενικά τεράστια- έχω συμμετάσχει στη διαδικασία της πίεσης του περιβάλλοντος προς τους νεαρούς παίκτες οι οποίοι βλέπουν το όνομά τους γραμμένο. Ας πούμε, ο Θοδωρής Χατζηθεοδώρου έπαιζε στον Ολυμπιακό από το 1995, αλλά πριν το μιλένιουμ δεν γινόταν προσωπική αναφορά καθ' εκάστη. Σε λίγο θα υπάρχουν ψυχολόγοι που θα βοηθούν αθλητές, επαγγελματίες, να αποφεύγουν την οποιαδήποτε ζημιά από τα μέσα διαδικτυακής κοινότητας. Μαρκάρετε αυτά τα λόγια. O συγκεκριμένος πιτσιρικάς μοιάζει να μη λαμβάνει σοβαρά υπ' όψιν του τις αναφορές. Συν τοις άλλοις, αυτήν τη στιγμή σπουδαίοι Έλληνες παίκτες, όπως ο Αλέξανδρος Γούνας και ο Πέτρε Σάντα, προσπάθησαν στα παιχνίδια μεταξύ των δύο ομάδων να του πλήξουν την αυτοπεποίθηση, που σημαίνει ότι τον υπολογίζουν. 
 
Στη φάση που προαναφέρθηκε, ο μικρός βρίσκεται στα 2 μέτρα με τον Αφρουδάκη να τον μαρκάρει. Υπάρχει ένας συγκεκριμένος δείκτης δυσκολίας σε αυτήν τη φράση: στην προπόνηση μπορείς να κάνεις ό,τι γουστάρεις και ό,τι μπορείς, με οποιονδήποτε αντίπαλο. Επί του πρακτέου, σε παιχνίδι για τη δεύτερη θέση, με τον θρύλο των 1.600 γκολ και των 5 Ολυμπιακών Αγώνων, που όταν έπαιξε στην ομάδα που κατέκτησε την έκτη θέση στην Ατλάντα ο μικρός ήταν αγέννητος, κυριολεκτικά, δέχεσαι την μπάλα στα 2μ. και δεν ξέρεις τι κάνεις. Ο Αργυρόπουλος μπήκε με το κεφάλι στο νερό, άρπαξε την μπάλα και ντρίμπλαρε τον Αφρουδάκη τον πρεσβύτερο, για να πάρει το πέναλτι. Για να το κάνεις αυτό, πριν κλείσεις τα 19, πρέπει να έχεις θάρρος και να το συνδυάζεις με ψυχραιμία. Όπως είπα και στην αγοραστική αξία, βάζω στοίχημα ότι ο Θοδωρής Βλάχος θα τον καλέσει στην προεπιλογή της εθνικής Ανδρών στην προετοιμασία για το Καζάν. Εκτός κι αν συμπέσει με την προετοιμασία της Νέων Ανδρών. 
 
Ο Εθνικός έχει να πάει στον Λαιμό, για να παίξει με τη Βουλιαγμένη που έχει αρχίσει να βρίσκει ρυθμό. Στη Νέα Σμύρνη ο Τεό Λοράντος πέρασε την περισσότερη ώρα του ματς με τον Πανιώνιο καθιστός, και αυτό είναι μία ένδειξη. Αυτήν τη στιγμή ο ΝΟΒ είναι τρίτος, 5 βαθμούς πίσω από τους «κυανόλευκους» και μαζί με τον Παναθηναϊκό, μόνο που υπερισχύει στην ισοβαθμία στα μεταξύ τους παιχνίδια. Ο Εθνικός έχει αβάντα την επικράτηση με τρία γκολ στο ματς του πρώτου γύρου, 11-8, αλλά το κενό διάστημα στο τέλος του ματς επέτρεψε στον Παναθηναϊκό να ρεφάρει τη διαφορά του πρώτου ματς. Ο Εθνικός μπορεί να έχει δικαίωμα για ακόμα μία ισοπαλία, αν χάσει με λιγότερα από 2 γκολ από τον ΝΟΒ, ο οποίος πάντως δεν έχει παίξει με τον Ολυμπιακό στον Πειραιά, ενώ οι άλλες δύο ομάδες έχουν περάσει το συγκεκριμένο εμπόδιο. Μένουν 4 παιχνίδια, οπότε έχει καλές πιθανότητες να γλιτώσει τα πλέι οφ. 
 
Η επιστροφή του Εθνικού στα υψηλά στρώματα της βαθμολογίας έφερε και την επιστροφή των Εθνικών στα κολυμβητήρια, τουλάχιστον με τρόπο που να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Στον Πειραιά τους λένε Μασόνους και υπάρχει σοβαρός λόγος για αυτό: δεν τρώγονται μεταξύ τους. Είναι σαν τους Παριζιάνους στο Ρολάν Γκαρός: αν αποδοκιμάζουν κάποιον, τον αποδοκιμάζουν όλοι μαζί. Ρωτήστε τη Μαρτίνα Χίνγκις, που κλαίουσα αποχώρησε μετά τον τελικό του 1999. Η αποθέωση στην ομάδα στο τέλος του ματς ήταν από τις κορυφαίες στιγμές του φετινού πρωταθλήματος.

—————

2015-03-15 14:17

I hate Christian Laettner

 
Αυτήν τη στιγμή, και αφού αντιμετώπισε την ομάδα του κολεγίου του Όμπουρν στον ημιτελικό του τουρνουά της SEC* (91-67), το Κεντάκι του Τζον Καλιπάρι είναι 33-0, η πρώτη ομάδα που το καταφέρνει. Μένει ένα ματς πριν ξεκινήσει η March Madness, «αι ειδοί του Μαρτίου», όπως λέγονται χαρακτηριστικά, που αποτελεί και το πιο παρανοϊκό σύστημα στον αθλητισμό, καθώς στο κυρίως τουρνουά μπαίνουν 68 ομάδες, οι οποίες χωρίζονται, με βάση την περιφέρειά τους, σε 4 «ομίλους» των 16 ομάδων και οι καλύτερες των τεσσάρων τοπικών περιφερειών στις ΗΠΑ (της ανατολικής, της μεσοανατολικής, της δυτικής και της μεσοδυτικής) πάνε στο Final 4 που θα γίνει από τις 4 έως τις 6 Απριλίου στο «Lucas Oil» της Ιντιανάπολης. Το Κεντάκι έχει σκορπίσει τον πανικό, αλλά η Hoosierland, η μπασκετομάνα Ιντιάνα, δεν είναι καλό σημάδι. Σε αυτά τα χώματα έχουν γίνει ορισμένες από τις σπουδαιότερες εκπλήξεις στην ιστορία του μπάσκετ. Αν δεν χάσει στον ημιτελικό ή στον τελικό του τουρνουά της SEC, είτε θα κατακτήσει το πρωτάθλημα αήττητο ή θα κάνει μία και μοναδική ήττα που θα καταγραφεί ως έκπληξη... μεγανετρονίων. Το σύστημα των παιχνιδιών μπορεί να παρομοιαστεί μόνο με το «no prisoners», που λένε σε πολιτικές καταστάσεις. Δηλαδή ότι δεν υπάρχουν αιχμάλωτοι και ότι όποιος χάνει χάνεται. Για σχεδόν τρεις εβδομάδες όλα τα παιχνίδια είναι νοκ άουτ και αυτό είναι ό,τι πιο κοντινό υπάρχει σε πολεμική κατάσταση. Ανεξαρτήτως αν είναι σωστό ή λάθος, ανεξαρτήτως αν οι κόποι μίας ομάδας όλη την περίοδο μπορεί να εξανεμιστούν στα πρώτα 40 αγωνιστικά λεπτά ενός τουρνουά που έχει πεντάλεπτα τάιμ άουτ, οι περίοδοι είναι δύο, της τάξης των 20 λεπτών, οι επιθέσεις είναι 35 δευτερολέπτων, υπάρχουν μία συν μία βολές και ένα ματς μπορεί να κρατήσει 3 ώρες (ενώ το τελευταίο λεπτό του μπορεί, μαζί με τα τάιμ άουτ, να φθάσει ως και τα 20 λεπτά σε κανονικό χρόνο, αν υπάρχουν καταστάσεις πανικού), είναι οι πλέον παρανοϊκές αθλητικές εβδομάδες του χρόνου. 
 
*SEC είναι η Southestern Conference, δηλαδή η Νοτιοανατολική Περιφέρεια. Ανάμεσα στο 1763 και στο 1767 οι αστρονόμοι Τσαρλς Μέισον και Τζερεμάια Ντίξον έφτιαξαν μία γραμμή ανάμεσα στην Πενσυλβανία και το Μέριλαντ, δύο πολιτείες που βρίσκονταν σε κόντρα για το πού είναι τα σύνορά τους. Αυτή η γραμμή, που έγινε με βάση την κίνηση των ουράνιων πλασμάτων (το βιβλίο «Μέισον και Ντίξον» του Τόμας Πίντσον δίνει μία εκπληκτική μυθολογική διάσταση στην ιστορία, παρ' όλα αυτά είναι ογκωδέστατο, προσωπικώς το διάβασα σε 4 χρόνια, με διαλείμματα, προφανώς, ανάμεσα), λογίζεται ακόμα ως εκείνη που χωρίζει τις νότιες ΗΠΑ από τις Βόρειες. 
 
Το τουρνουά ξεκινά στις 17 Μαρτίου, με δύο παιχνίδια ανάμεσα στις τέσσερις χειρότερες ομάδες των περιφερειών, που θα κρίνει ποια θα είναι η 61η και η 62η που θα μπουν στο τουρνουά, ενώ το ίδιο θα συμβεί και την επόμενη μέρα, για την 63η και την 64η θέση. Το τουρνουά ξεκινά πάντα Τρίτη. Την Κυριακή 15 Μαρτίου, ωστόσο, το ESPN θα δείξει το νέο ντοκιμαντέρ «30 for 30», με τίτλο «I hate Christian Laettner». 
 
Η γνώση που έχουμε, ως επί το πλείστον, στην Ελλάδα για το μπάσκετ των ΗΠΑ είναι μονοδιάστατη. Ο κόσμος στις Πολιτείες λατρεύει το κολεγιακό πρωτάθλημα πολύ περισσότερο από το ΝΒΑ, για αυτό και το αποκαλεί εθνικό. Και οι ήρωές του δεν αντικαθίστανται, αν δεν τα καταφέρουν σε επαγγελματικό επίπεδο. 
 
Ο Κρίστιαν Λέτνερ είναι μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες φυσιογνωμίες στην ιστορία του κολεγιακού μπάσκετ. Η σφραγίδα μπήκε στο παιχνίδι του Ντιουκ με το Κεντάκι, στις 28 Μαρτίου του 1992, όταν πέτυχε το The Shot. Με 2,1 δευτερόλεπτα να απομένουν στο παιχνίδι, ο Γκραντ Χιλ του έκανε μία πάσα τόσο υποτιμημένη όσο και το λέι απ του Ντένις Τζόνσον μετά το κλέψιμο του Λάρι Μπερντ στον πέμπτο τελικό της Ανατολής με τους Πίστονς το 1987 και ο Λέτνερ πέτυχε το 10ο καλάθι του σε ισάριθμες προσπάθειες, με ένα fade away shot. Έχουν περάσει 23 χρόνια από τότε, και οι οπαδοί των Wildcats συνεχίζουν να μισούν τον Κρίστιαν Λέτνερ. Όποιον προπονητή και δημοσιογράφο κι αν ρωτήσεις στις ΗΠΑ αποκλείεται να μην καταχωρήσει το 104-103 υπέρ του Ντιουκ, στο παιχνίδι που έκρινε την πρόκριση στο Final 4, δηλαδή τον τελικό της ανατολικής τοπικής περιφέρειας, στα 5 καλύτερα παιχνίδια που έχει δει στη ζωή του. 
 
Ο τίτλος I hate Christian Laettner δεν είναι τυχαίος. Ακόμα και τώρα, στο Κεντάκι, οι περισσότεροι άνθρωποι μισούν τον Κρίστιαν Λέτνερ. Πριν ξεκινήσει η March Madness πρόπερσι, η Grantland έφτιαξε ένα bracket στο οποίο ζητούσε από τους αναγνώστες να ψηφίσουν τον πιο μισητό άνθρωπο του κολεγιακού μπάσκετ τα τελευταία 30 χρόνια, και ο Κρίστιαν Λέτνερ βγήκε πρώτος εύκολα. Ένα χρόνο πριν, ο Τζιν Βοϊτσιεχόφσκι, συγγραφέας του βιβλίου «The Last Great Game: Duke vs Kentucky and the 2.1 seconds that changed basketball», έκανε τουρ ώστε να το προωθήσει. Και παρά το γεγονός ότι έλεγε στους φίλους του Κεντάκι ότι το βιβλίο είναι περισσότερο ένας ύμνος στους Wildcats, παρά η παραδοχή της ανωτερότητας του Ντιουκ, ουδείς ήθελε να αγοράσει ένα βιβλίο που θα είχε εξώφυλλο τον Λέτνερ ενώ άφηνε την μπάλα από το χέρι του σε ένα από τα πλέον αξιομνημόνευτα σουτ στην ιστορία του μπάσκετ. Εκείνες τις μέρες, άλλωστε, ένα κανάλι του Κεντάκι έδειξε ξανά το παιχνίδι, μόνο που εκείνο τελείωσε με το σκορ στο 103-102, με 2,1 δευτερόλεπτα να απομένουν για τη λήξη τους. 
 
Οι «Cats» είναι έτοιμοι να κάνουν ό,τι κάποτε έκανε το UCLA του Τζον Γούντεν και να πάρουν το πρωτάθλημα αήττητοι. Μένουν επτά παιχνίδια. Ο Κρίστιαν Λέτνερ, που δεν κατάφερε να σταδιοδρομήσει στο ΝΒΑ όσο θα ήθελε, ακόμα είναι το τελευταίο πρόσωπο στη γη με το οποίο θα ήθελαν να ανταμώσουν οι κάτοικοι της Πολιτείας με το Μπλε Γρασίδι. Μία δημοσιογράφος έκανε προφορικό δημοψήφισμα ανάμεσα στις τάξεις των φίλων της ομάδας: υπήρχαν άνθρωποι που φορούσαν την μπλούζα «I still hate Christian Laettner». Και ένας τύπος απάντησε ότι «my grandma told me that Laettner is the only Christian who will burn in hell». Δηλαδή ότι, «ο Λέτνερ είναι ο μόνος Χριστιανός που θα καεί στην Κόλαση», κάνοντας σαφές λογοπαίγνιο με το όνομά του. 
 
 
Τα περισσότερα πανεπιστήμια μισούν το Ντιουκ. Μισούν ότι δεν παίρνει φοιτητές με υποτροφία. Ο Μάικ Σιζέφσκι είναι εκείνος ο τύπος που θα μπορούσε να είναι απεσταλμένος του Μεφιστοφελή επί γης. Το Νορθ Καρολάινα μισεί το Ντιουκ, το Μίσιγκαν μισεί το Ντιουκ, το Τζορτζτάουν μισεί το Ντιουκ. Οι Ριντ Τάκερ και Άντι Μπάγκγουελ έχουν γράψει βιβλίο με τίτλο «Duke Sucks», σε ελεύθερη μετάφραση, «το Ντιουκ είναι άθλιο». Ο Κρίστιαν Λέτνερ χώθηκε για τα καλά σε ό,τι το δικό του κολέγιο πρέσβευε. Μετά το 1991, που το Ντιουκ επιτέλους κατάφερε να κατακτήσει το εθνικό πρωτάθλημα στην τέταρτη διαδοχική συμμετοχή του στο Final 4, αποφάσισε να αφήσει κατά μέρος τη σεμνότητα. Ήταν πρωταθλητής και ήθελε να το ξανακάνει. Ο Ρέι Τζάκσον, ένας από τους πέντε του Μίσιγκαν (μαζί με τους Τζέιλεν Ρόουζ, Κρις Γουέμπερ, Τζίμι Κινγκ και Τζουάν Χάουαρντ) που αποκλήθηκαν Fabulous Five, δηλώνει, σε ένα από τα τρέιλερ του ντοκιμαντέρ, ότι «i hated Christian Laettner», δηλαδή «μισούσα τον Κρίστιαν Λέτνερ», αλλά τονίζει με τέτοιον τρόπο την κατάληξη ed, που σηματοδοτεί τον παρατατικό, που μοιάζει να είναι ξεχωριστή λέξη. Επίσης, ο ίδιος φαίνεται ότι ακόμα παλεύει να ξεπεράσει το μίσος του για το Ντιουκ και τον Λέτνερ. Ο Ρόουζ, από τη μεριά του, είχε σταμπάρει τον Γκραντ Χιλ, επειδή ήταν ένας μαύρος που προερχόταν από πλούσια οικογένεια. Στο ντοκιμαντέρ ο Λέτνερ λέει ότι «μόνο ο Γκραντ Χιλ δεν ήταν μπλε κολάρο», εννοώντας ότι ο ίδιος και ο Μπόμπι Χέρλι ήταν παιδιά της εργατιάς. Αν πείστηκε κάποιος από αυτήν την ατάκα, ας περάσει από το σπίτι τα επόμενα Χριστούγεννα για να τον βάλω στο ψηλότερο σημείο του έλατου που δεν πρόκειται να στολίσω. 
 
Το αρσενικό ισοδύναμο της Χιονάτης, ένας τύπος με καθαρό όμορφο πρόσωπο, που κοιτούσε τον κόσμο από τα 208 εκατοστά και που συμβόλιζε το Αμερικάνικο Όνειρο της μετεφηβείας, παίζοντας σε ένα κολέγιο που οι υπόλοιπες ΗΠΑ θεωρούσαν ότι δεν νοιαζόταν για τα κοινωνικά προβλήματα; Είναι 4+1 στο Τζόκερ. Η κορωνίδα του Ντιουκ θα ήταν η persona non grata για οποιονδήποτε πίστευε ότι οι «Blue Devils» ήταν ουσιαστικά η Μαρία Αντουανέτα, που ζητούσε να δοθεί παντεσπάνι στον κόσμο ο οποίος δεν είχε να φάει ψωμί. 
 
Με 8 λεπτά να απομένουν για το παιχνίδι της ομάδας του Μάικ Σιζέφσκι με την ομάδα του Ρικ Πιτίνο, ο Λέτνερ πάτησε τον Αμίνου Τίμπερλεϊκ. Περίπου ένα λεπτό πριν νόμιζε ότι τον είχε σπρώξει εκείνος κάτω από την μπασκέτα του Ντιουκ. Ο Μάικ Σιζέφσκι τον απομάκρυναν και οι διαιτητές του τη χάρισαν. Η αντίστροφη μέτρηση για το νικητήριο σουτ είχε δοθεί σε εκείνο το σημείο. Μετά το «The Shot», ο Γουντς έμεινε τόση ώρα καθιστός στο παρκέ, που ένας από την ασφάλεια του γηπέδου πήγε από πάνω του, για να διαπιστώσει αν αναπνέει! Ο Ροκ Όλιβερ, προπονητής φυσικής κατάστασης στο Κεντάκι, έσφιξε με το χέρι του ένα κονσερβοκούτι κόκα κόλα, τόσο πολύ που έσκασε. Στο Ρεντ Μάιλ Χάρνες, ένα δρόμο έξω από το Λέξινγκτον, ένας τύπος έκοβε βόλτες το καλοκαίρι με ένα τρίκυκλο, που είχε ονομάσει «LaettnerBeGone». 
 
To 1988 το κολέγιο του Κεντάκι έζησε στην απόλυτη ντροπή. Ένα σκάνδαλο δωροδοκίας του ιλιγγιώδους ποσού των 1000 δολαρίων έστειλε στο πυρ το εξώτερον το δημιούργημα του σπουδαίου (πλην ρατσιστή) Άντολφ Ραπ. Τέσσερα παιδιά μπήκαν στο κολέγιο, έμειναν εκεί όλα τα χρόνια και ονομάστηκε «The Unforgetables». Οι τρεις, ο Τζον Πέλφρι, ο Ντερόν Φέλντχαους και ο Ρίτσι Φάρμερ ήταν Κεντάκιανς, σε αντίθεση με τον Σον Γουντς, που είναι κάτοικος Ιντιανάπολης και αν η ομάδα του Καλιπάρι φθάσει φέτος στο Final 4, θα είναι εκεί. Μαζί τους ο θρυλικός Ρικ Πιτίνο, που έφθασε στο κολέγιο το 1989. Μετά το τελευταίο παιχνίδι των τεσσάρων, έγινε παρέλαση για να αποθεωθούν. Διάλεξαν το κολέγιο ενώ ήταν ατιμασμένο και με τη συμπεριφορά τους ξέπλυναν την ντροπή του 1988 και του Έντι Σάτον, με το NCAA να τιμωρεί το πανεπιστήμιο με δύο χρόνια αποκλεισμό από το επίσημο τουρνουά. 
 
 
Βοηθός προπονητής του Πιτίνο σε εκείνη την ομάδα που έχασε από το σουτ του Λέτνερ, ήταν ο Μπίλι Ντόνοβαν. Δεκαπέντε (15) χρόνια μετά, ήταν ο τεχνικός του κολεγίου της Φλόριντα, εκείνος που πήρε τη θέση του Σιζέφσκι ως κουμανταδόρος της τελευταίας ομάδας του NCAA που έκανε back2back, αφού οι Gators των Αλ Χόρφορντ, Γιοακίμ Νοά και Κόρεϊ Μπρούερ κατέκτησαν τα εθνικά πρωταθλήματα του 2006 και του 2007. Σε εκείνο το 84-75 της 2ης Απριλίου του 2007 με το Οχάιο Στέιτ, ο Ντόνοβαν πρέπει να ταξίδεψε νοερά στο «Σπέκτρουμ» της Φιλαδέλφεια, από την Τζόρτζια, και την 28η Μαρτίου του 1992. Εκεί που γράφτηκε η προτελευταία σελίδα του «I hate Christian Laettner», μίας ωραίας ιστορίας ανοιξιάτικης αμερικάνικης νύχτας. 

—————

2015-03-13 23:46

Η γλωσσική παραδοξότητα του φυσιολογικού

Οι χαρακτηρισμοί βοηθούν τον κόσμο να αποκτά τη συναίσθηση για το πού αναφέρεται. Όλες οι ακατέργαστες ουσίες, ακόμα και εκείνη των χαρακτηρισμών, δεν δηλούν κάτι. Η κατάσταση που είναι ευπρόσδεκτη στον κόσμο (αλλά ακόμα και που ο άνθρωπος είναι αφιλόξενος σε ό,τι αφορά την είσοδό της στη ζωή του) είναι φρέσκια, αλλά όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα των πληροφοριών, τόσο ευκολότερα η ίδια κατεργάζεται και γίνεται πολύ σύντομα ένα παρόν που θα έπρεπε να είναι παρελθόν.
 
Παρ' όλα αυτά, η φυλετική διαμάχη συνεχίζει να αποτελεί την πιο διασκεδαστική κοινοτυπία των ημερών μας. Κάποια στιγμή ενδέχεται να γράψω τις 10 επαναλαμβανόμενες ατάκες των γυναικών για τους άντρες, αλλά προς το παρόν μου έρχεται μία που είναι συνήθης: αυτό το «ψάχνω έναν φυσιολογικό άνδρα», που λέει το κορίτσι το οποίο έχει κουραστεί με τις ανδρικές ιδιορρυθμίες ή εκείνο που έκανε παγαποντιά και κουράστηκε από το μείγμα του πανικού με το απαγορευμένο. 
 
Εκείνη τη στιγμή, που λέγεται η συγκεκριμένη κουβέντα, θυμάμαι τη μητέρα της Έλεν Χαντ στο «Καλύτερα δεν γίνεται», όταν ο Τζακ Νίκολσον τη διεκδικεί στα σκαλοπάτια έξω από το διαμέρισμά της και εκείνη απαντά, «γιατί να μη μου τύχει ένας φυσιολογικός άνδρας» (μία από τις 6.872 παραφράσεις που σημαίνουν το ίδιο πράγμα). Η μάνα της κρυφακούει και βγαίνει έξω, λέγοντας «δεν υπάρχει αυτό που λες. Ο φυσιολογικός άνδρας δεν υπάρχει». Και όντως, αυτό το πρότυπο είναι αποκύημα της φαντασίας των γυναικών. 
 
Παρ' όλα αυτά, ο ίδιος ο προσδιορισμός ενέχει στοίχεια αντίφασης. Αυτό που εννοεί η γυναίκα είναι ότι θέλει έναν άνδρα που μετά από 3 μήνες θα βαριέται μαζί του, ενώ φυσιολογικός, σύμφωνα με τον ορισμό, είναι εκείνος που εξελίσσεται σύμφωνα με τη φύση και τους κανόνες της. Επίσης, αν η σύνθεση των δύο λέξεων είναι μείγμα, τότε είναι εκείνος που ανακατεύει τη φύση με τη λογική του. Πασιφανώς, αυτό συμβαίνει με τον άνδρα. Η φύση της γυναίκας, η επίσκεψη των Ρώσων και τα σχετικά οργανικά δαιμόνια, είναι επίσης απόδειξη της φυσιολογικότητας, παρ' όλα αυτά ο άνδρας φαίνεται να έχει συμβιβαστεί περισσότερο με το γεγονός ότι δεν υπάρχει μία φυσιολογική γυναίκα, και δεν την αποζητά. Είναι, δηλαδή, θέμα πλειοψηφίας. 
 
Ωστόσο σε μία επιβεβλημένη επίσκεψη ενός απρόσωπου όντος στο μυαλό μου, η έκλαμψη παρουσιαστήκε. Η παρουσία της έκλαμψης δεν είναι εμφανής, διότι δεν κρατάει πάνω από μισό δευτερόλεπτο. Αλλά το καταλαβαίνεις όταν έρχεται, με τον ίδιο τρόπο που κατανοείς τα φιλιά της γιαγιάς στο μάγουλό σου. Επειδή βρίσκομαι σε κατάσταση επισκευής, η ώρα που μεσολαβεί από το να κλείσω τα μάτια μέχρι να με πάρει ο ύπνος είναι κρίσιμη. Ουσιαστικά πρόκειται για επιβολή στον εαυτό μου, ώστε να μη σκέφτομαι συγκεκριμένη κατάσταση, που θα γίνει σύμμαχος της αϋπνίας. Αυτό, ουσιαστικά, συμβαίνει τις μέρες που δεν έχω αποδεχθεί ότι θα κάνω παρέα με τον Καλβίνο, ότι δεν θα διεκδικήσω μεγάλες ποσότητες υγρού ζύθου, ότι θα μπορούσα να αναφέρομαι, διάολε, στο «Περί Μέθης» που έγραψε ο αμίμητος Κωστής Παπαγιώργης. 
 
Και για αυτό η αναγκαιότητα της τύρβης περί άλλων είναι επιτακτική, είναι η μόνη πραγματικότητα που μπορώ να αποδεχθώ προς το παρόν. Πώς έγινε δεν γνωρίζω, αλλά θα πω την ιστορία στον αναγνώστη. 
 
Η λέξη-κλειδί, που με κράτησε σε εγρήγορση σε κατάσταση υπνηλίας, ήταν το «νόρμαλ». 
 
Η λατινική λέξη «νόρμαλ» έχει ελληνική ερμηνεία το «φυσιολογικό». Δηλαδή όταν όλα οδεύουν με βάση τη σκέψη μας για τις προοπτικές της πορείας τους, λέμε ότι είναι νορμάλ. Αλλά αυτό είναι στενωπός. Όταν ανοίξει λίγο η λέξη, θα μπορούσε να έχει εκπληκτικό αποτέλεσμα. 
 
 
Η λέξη ανακαλύφθηκε, σύμφωνα με την ιστοσελίδα dictionary.reference τη δεκαετία 1520-30. Η νόρμα, δηλαδή η δομή που προκύπτει από τη μηχανική κίνηση, είναι εκείνη που μπορεί να βοηθήσει σε αυτό που ήθελαν να πουν οι λόγιοι με το λατινικό normalis. Ωστόσο, το normal, που είναι η αγγλική έκδοση, ταίριαξε γάντι στην έννοια της λέξης φυσιολογικός. Τούτο υπήρξε ελληνικό λάθος, διότι η λέξη υιοθετήθηκε από κάποια νεολαία, επειδή είναι πιο εύχρηστη. Η αγγλική, ωστόσο, είναι γλώσσα κρίσης. Και οι λέξεις, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων έχουν λατινική και ελληνική ρίζα, μπαίνουν για να καλύψουν κενά και όχι επειδή γεμίζουν τη σημασία τους. 
 
Η ελληνική παραδοξότητα σε ό,τι αφορά τη λέξη, έχει να κάνει με το γεγονός ότι θα μπορούσε να είναι σύνθετη. Και πίσω από την επιφάνειά της, θα μπορούσε να αναδυθεί μία σατανική απάντηση για τις γυναίκες. 
 
Δηλαδή να αποτελείται από δύο μέρη: από την άρνηση nor και τη λέξη male, που είναι αρσενικό. Εδώ είστε, ανδροδιώκτριες. Αν σε κάποιο παράλληλο λεκτικό και γλωσσικό σύμπαν μία μέθυση Θεά αποφάσισε να σκαρώσει μία μεγάλη πλάκα, το nor-male, που με τα χρόνια έχασε το τελευταίο φωνήεν της ίσα ίσα για να μη φουσκώνει από περηφάνια, είναι η απάντησή σας. Όχι αρσενικό δηλαδή. Συμπερασματικά, και ασπαζόμενος την άποψη (η οποία είναι δική μου), normal είναι εκείνο το πλάσμα που δεν είναι αρσενικό. Που δεν είναι, δηλαδή, σε μία έκφανση πολιτικής ορθότητας, άνδρας. 
 
Αν υπάρχει κάποια τόσο ικανοποιημένη όσο εγώ από τον ορισμό τούτη τη στιγμή, ας μη βιαστεί να πανηγυρίσει: η φύση του ανθρώπου, αυτό το καταραμένο πρόβλημα όλων των προβλημάτων, το πρόβλημα που βάζει προβλήματα, η λύση που δίνει λύσεις, η λύση που δίνει πρόβλημα, ένας κύβος του Ρούμπικ χωρίς χρώματα, ένα Τρίγωνο των Βερμούδων χωρίς γωνίες, η Σκύλλα και η Χάρυβδη αν ήταν αόρατες, η φωνή του Χάρπο, συνηθίζει να ψάχνει πρώτα το άλλοθι σε μία εξήγηση, για να μην του δυσκολεύει τη ζωή. Οι μανάδες γνωρίζουν το μυστικό: μέχρι τα 13 το αγόρι είναι πολύ πιο δύσκολο στην ανατροφή από ό,τι το κορίτσι. Μετά τα 13 και μέχρι την τελευταία πνοή, το κορίτσι είναι η πραγματική σπαζοκεφαλιά. Η ερμηνεία της λέξης normal είναι ένα άλλοθι για τον άνδρα. Ο φυσιολογικός άνδρας δεν υπάρχει και δεν γίνεται να περιγραφεί. Κάθε περιγραφή οδηγεί την περιγραφούσα στην ίδια την αναίρεσή της μέσα από το ύφος της. Καμία, ποτέ στη ζωή της, δεν θέλει έναν φυσιολογικό άνδρας. Η φυσιολογικότητα είναι η ίδια η απόλυτη ημερομηνία λήξης, επειδή είναι ένα στερεότυπο μέσα στη ροή. Φυσικά, συνήθειες υπάρχουν: πώς λούζεσαι, ποιες είναι οι σεξουαλικές προτιμήσεις σου, τι πίνεις όταν ξυπνάς. Αλλά οι συνήθειες δεν είναι βαρετές, είναι χρήση. Συμβαίνουν μόνο σε πράγματα που δεν ρυπαίνουν τον εαυτό σου και που καθορίζουν έναν τρόπο ζωής μακριά από τον ψυχισμό σου. Έναν μπούσουλα που δεν είναι νορμάλ, δηλαδή δεν είναι αρσενικό.

—————

2015-03-13 04:59

Γαλλική Αθανασία

 
Μου αρέσουν οι γυναίκες κολυμβήτριες με έναν τρόπο που είναι δημοσίως επικίνδυνος αλλά που με βεβαίοτητα μπορώ να πω ότι δεν με κάνει σάτιρο. Είναι υπέροχες αθλήτριες, στιβαρές, που τις εμβολίζει μία μελαγχολική μοναξιά, κάτι εξόχως κινηματογραφικό. Μπορεί να μην έχουν αυτό το αερικό που υπάρχει στα κορίτσια της συγχρονισμένης κολύμβησης ή της ρυθμικής γυμναστικής ή να μην μπορούν να ουρλιάξουν μέσα στο νερό, όπως κάνουν οι παίκτριες των ομαδικών σπορ, αλλά βάζουν τους εαυτούς τους σε υψηλή δοκιμασία και οι καλύτερες εξ αυτών κάνουν αυτό που λέμε υψηλό πρωταθλητισμό. Μέσα στην τοπ πεντάδα μου των Ελλήνων αθλητών αυτήν τη στιγμή, υπάρχει σίγουρα μία Ελληνίδα κολυμβήτρια. Είμαι αναπληρωματικός ταμίας του φαν κλαμπ της, αν υπήρχε περίπτωση να έχει φαν κλαμπ που να γνώριζα. 
 
Μου αρέσει η κολύμβηση σε μεγάλες διοργανώσεις από το 2000. Για αυτό περισσότερα σε λίγο. Αν παρακολουθήσεις εκ του σύνεγγυς μία οποιαδήποτε διοργάνωση, ακόμα και στην Ελλάδα, θα την... ακούσεις στερεοφωνικά. Θα δεις προπονητές να περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους. Σε μία πρόσφατη κούρσα στο χειμερινό πρωτάθλημα, στεκόμουν δίπλα σε μία κολυμβήτρια, η οποία σφύριζε με μανία και έκανε μία χειρονομία του στυλ «πάμε». Αυτό ήταν αρκετό για να της πιάσω την κουβέντα, αφού εκείνη που ενθάρρυνε ήταν η αδελφή της. Έξω από το νερό, ο ρυθμός ενός κολυμβητή στηρίζεται και στις χειρονομίες, που δεν αρκούνται μόνο στο απλοϊκό παράδειγμα που έδωσα. Η κολυμβήτρια που ενθαρρυνόταν έκανε ατομικό ρεκόρ στο αγώνισμά της. Και όταν βγήκε έξω, ρώτησε την αδελφή της, πριν την αγκαλιάσει, αν ήταν εκείνη που της σφύριζε. Μιλάμε για σφυρίγματα τσέλιγκα, η όλη φάση έχει κάτι το αρκετά πρωτόγονο. 
 
Υπάρχουν 50άρηδες διανοούμενοι που θεωρούν ότι στη σύγχρονη εποχή είμαστε αποξενωμένοι από τα αισθήματα που μπορεί να χαρίσει ένας θάνατος. Δεν είμαστε, δηλαδή, συνδεδεμένοι, όχι μόνο με τη θρησκευτικότητα του γεγονότος αλλά, με την παράδοση του πένθους. Αυτό, βεβαίως, μου προκαλεί δυσθυμία. Μου θυμίζει όταν οι μεγάλοι, σε ποδοσφαιρικές συζητήσεις, μου έλεγαν να μην τους κολλάω επειδή έχουν δει Πελέ και Κρόιφ, λες και ήταν επιδίωξη μου να γεννηθώ το 1981. Πρόκειται για την αέναη επιχειρηματολογική μάχη για την άτοπη εξουσία, η οποία όμως πιάνει τόπο. Διότι είναι άδικο να γίνεται λόγος για Αποχαύνωση και όχι για την πληθωρική αδελφή της, δηλαδή την Υπερπληροφόρηση. Στις 7 Ιουνίου του 1993 σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα ο Ντράζεν Πέτροβιτς και ό,τι ξέρω για εκείνη τη μέρα είναι ότι στον κόσμο όλο σκοτώθηκε μόνο ο Ντράζεν Πέτροβιτς. Το ίδιο και στις 30 Σεπτεμβρίου του 1955, όταν σκοτώθηκε ο Τζέιμς Ντιν, το ίδιο και στην περίπτωση πολλών άλλων θρύλων του κόσμου. Η αλήθεια είναι ότι δεν σκοτώθηκε μόνο αυτός. Οι ειδήσεις πρέπει να μετάδωσαν και κάτι άλλο εκείνη τη μέρα και ακόμα και αν δεν προέβαλαν άλλους θανάτους, κάποιος πέθανε από γηρατειά, κάποιος ξεψύχισε στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Κάθε μέρα πεθαίνουν εκατοντάδες άνθρωποι και η έλλειψη πένθους δεν έχει να κάνει με την ασέβεια, αλλά με τη συνήθεια. Μανάδες που χάνουν τα παιδιά τους, πατεράδες που χάνουν μαζί τις γυναίκες και τις κόρες τους, παιδιά που χάνουν τους γονείς τους, άνθρωποι που πεθαίνουν μόνοι τους, άνθρωποι που έχουν πεθάνει εδώ και μέρες και ανακαλύπτονται μαζί με τη μακάβρια μυρωδιά τους. Ο άνθρωπος δεν έχει χάσει το συναισθηματικό υπόβαθρό του, ούτε έχουμε γίνει όλοι ζώα: η τεχνολογία απλώς άνθισε με τερατικό τρόπο την τελευταία δεκαετία. Δεν βλέπουμε πια ειδήσεις επειδή μιλάνε για θανάτους και χρεωκοπίες και όλα τα σχετικά: έχουμε μπουχτίσει. Θα θέλαμε να είμαστε χαρούμενοι και όσο κι αν ο θάνατος είναι κάτι τρομακτικό, είναι η απολύτως φυσιολογική εξέλιξη. Δεν υπάρχει κάτι πιο σίγουρο σε αυτόν τον κόσμο τον καλό. 
 
Παρ' όλα αυτά, σοκαρίστηκα ελαφρώς με τον πρόσφατο θάνατο της Καμίλ Μουφά. Απλώς δεν μπορείς να καταλάβεις πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχουν πια μερικοί άνθρωποι. 
 
Δέκα άνθρωποι πέθαναν σε εκείνο το δυστύχημα με το ελικόπτερο στη Βίλα Καστέλι της βορειοδυτικής Αργεντινής, μεταξύ των οποίων και ο Αλεξίς Βαστίν, Γάλλος πυγμάχος και «χάλκινος» ολυμπιονίκης του 2008 και η ιστιοπλόος Φλοράνς Αρτό. Η Μουφά, λέει, είχε τσακωθεί με τους ιθύνοντες του συλλόγου της, Νις, το φθινόπωρο του 2012 και αυτό την οδήγησε στην αποχώρησή της από την κολύμβηση το καλοκαίρι του 2014. Αν κολυμπούσε, λέει, θα είχε ζήσει. 
 
Δεν είμαι εξοικειωμένος με το «αν» που έχει να κάνει με την αποσόβηση ενός θανάτου. Η άλλη ιστορία ενός κολυμβητή είναι η εξής: στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001 ο Ίαν Θορπ είχε ραντεβού στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου για μία συμφωνία για διαφήμιση. Ο Θορπ έφθανε εκεί, ωστόσο συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει τη φωτογραφική μηχανή του. Πρέπει να έχεις ένα ιδιαίτερο ποσοστό ανεμελιάς για να επιστρέψεις να την πάρεις. Ο Αυστραλός επέστρεψε στο ξενοδοχείο του και πήρε τη μηχανή, γλιτώνοντας, έτσι, τον θάνατο. Ό,τι συνέβη, πέρασε ξώφαλτσα από δίπλα του, κάνοντας γκελ στα νιάτα του. 
 
Η Μουφά δεν τη γλίτωσε. Το θέμα, πια, είναι πώς στα μάτια αντανακλά η ολυμπιακή δόξα. Η Μουφά είναι προϊόν της κορυφαίας γενιάς κολυμβητών που έχει βγάλει ποτέ η Γαλλία. Για την ακρίβεια, της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτήν τη στιγμή οι Γάλλοι είναι μέσα στις τρεις δυνάμεις παγκοσμίως: οι άλλοι είναι οι Αυστραλοί. 
 
Μου άρεσε πραγματικά η Μουφά. Λάτρεψα εκείνη την κούρσα στα 400μ. ελεύθερο, που έκλεψε το χρυσό από την Άλισον Σμιντ. Οι περισσότερες νέες κολυμβήτριες είναι για να τις συμπαθείς. Αυτήν τη στιγμή είναι ελάχιστες οι ντίβες, εκείνες που έκαναν θραύση τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Η Μίσι Φράνκλιν, κυρίως, έφερε κομψότητα και κλάση στο σπορ, και την κράτησε στη ζωή της: μετά το 2012 αποφάσισε να συνεχίσει στο κολέγιο, αντί να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο. Ήταν μία σπουδαία απόφαση, που θα ήθελα να δώσω ως παράδειγμα κάπου. Αν, δε, έπιανε και τόπο... Θαύμα θαυμάτων.
 
Μία λίστα με τις αγαπημένες κολυμβήτριές μου θα μπορούσε να είναι η εξής: 
 
-Μίσι Φράνκλιν
 
-Ρεμπέκα Σόνι
 
-Φεντερίκα Πελεγκρίνι
 
-Νάταλι Κάφλιν
 
-Ράνομι Κρομοβιτζότζο
 
-Κοραλί Μπαλμί
 
-Στέφανι Ράις
 
-Ίνχε ντε Μπρούιν
 
-Τζένι Τόμπσον 
 
-Κριστίνα Εγκερζέκι 
 
 
Η ολυμπιακή δόξα είναι που σε κάνει αθάνατο. Που θέλεις κάποια προειδοποίηση πριν την απομυθοποίηση. Ο Θορπ, ο ήρωας της εφηβείας μου και αυτός που με έκανε να αγαπήσω πραγματικά τις σπουδαίες διοργανώσεις της κολύμβησης, σταμάτησε, πήρε κιλά, επέστρεψε και δεν ήταν καλά. Η αλληλουχία των γεγονότων παίρνει χρόνο. Αν ο Θορπ απλώς σταματούσε, χωρίς να προσπαθήσει να επιστρέψει ξανά, θα μπορούσε να αφήσει μία πληγή. Η επιστροφή του έμοιαζε με κακόγουστο αστείο. Η Μουφά απλώς σκοτώθηκε. Η Εκίπ κάλυψε την αριστερή πλευρά του πρωτοσέλιδού της με το πρόσωπό της, αλλά ενώ σε αυτήν την περίπτωση έβλεπες μία νεαρή κοπέλα, στο Λονδίνο ήσουν ενώπιον μίας αθάνατης. Τα νιάτα δημιουργούν την αίσθηση της αθανασίας, αλλά για να προκριθεί μία τέτοια ιδέα πρέπει να υπάρχει ελλιπής ενημέρωση. Την Πέμπτη, στο Παγκράτι, ένας άντρας πέταξε ένα βρέφος από την ταράτσα μίας πολυκατοικίας και πέθανε μαζί του. Πριν λίγο καιρό, ένας πατέρας που ήθελε να φύγει για τον Καναδά είδε την κόρη του να ξεψυχά από πνευμονία και ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Αλλά όταν σκοτώθηκε η Μουφά από τη σύγκρουση δύο ελικοπτέρων, αυτό είναι κάτι άλλο. Μοιάζει πιο σημαντικό. Όπως είναι πιο σημαντικός ο θάνατος ενός διάσημου προσώπου από τον τύπο που κατοικεί στο Κορδελιό. Ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται και ακόμα και αν αυτή είναι η πορεία των καταστάσεων στον καπιταλισμό, ακόμα δεν γίνεται να τύχει της οριστικής αποδοχής στη σκέψη. Ότι έφυγε μία νεαρή γυναίκα είναι λυπηρό αλλά συμβαίνει σε όλο τον κόσμο. Ότι έφυγε στα 25 της μία νεαρή γυναίκα που έχει κατακτήσει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, είναι η αφορμή για να κάνεις μία στάση. 
 
 
Η πιο σπουδαία στιγμή που έχω δει σε πισίνα είναι η σκυτάλη των 4Χ100μ. ελεύθερο στο Πεκίνο. Εδώ και μία πενταετία, από τότε που ο Τζέισον Λίζακ κατέστρεψε οριστικά την εικόνα του Αλέν Μπερνάρ, μετατρέποντας στο μυαλό του απαίδευτου, τουλάχιστον, έναν χρυσό «ολυμπιονίκη» σε λούζερ ολκής, κάνοντας το καλύτερο τέταρτο κατοστάρι όλων των εποχών, αντιστέκομαι σθεναρά στο ότι αυτή είναι η κορυφαία στιγμή που έχω δει. Θεωρούσα πάντα ότι του Θορπ με τον Γκάρι Χολ στην ίδια διαδρομή το 2000 στο Σίδνεϊ ήταν λίγο καλύτερο, αφού αυτή ήταν η πρώτη ήττα των Αμερικανών στο αγώνισμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όμως δεν υπάρχει, στην ουσία της διαδρομής, καμία σύνδεση. Ο Θορπ μπαίνει σχεδόν ίσα με τον Χολ στο τελευταίο κατοστάρι για να χάσει το προβάδισμα και να το ξαναπάρει. Ο Λίζακ ξεκινάει με τον Μπερνάρ να έχει πάνω από ένα σώμα διαφορά στην πισίνα, ενώ το πιο εντυπωσιακό είναι ότι πρόκειται για τον κάτοχο του παγκόσμιου ρεκόρ.  Οι Γάλλοι είναι ήδη εριστικοί και δικαιώνουν τις προσδοκίες των εαυτών τους, ενώ ένα από τα υπέροχα κλασικά δημοσιογραφικά στιγμιότυπα είναι αυτή η περιγραφή: μέχρι και τα 60 μέτρα στην κούρσα οι δύο σχολιαστές τα έχουν παρατήσει και από τα 70 και μετά φθάνουν κλιμακωτά στην έκσταση. Η πεμπτουσία της ανταπόκρισης. Το στιβαρό επιχείρημα που έχει, ωστόσο, αυτή η κούρσα (η οποία κατά τη γνώμη μου είναι η αθλητική στιγμή του 2008, μαζί με αυτό που έγινε μετά το έβδομο χρυσό μετάλλιο του Φελπς στα 100μ. πεταλούδα με ένα δευτερόλεπτο διαφορά από τον Σέρβο Μίλοραντ Τσάβιτς, όταν το BBC και το ESPN έδειξαν καρέ καρέ τι έγινε στον τερματισμό, με τον πρώτο να έχει για νικητή τον Τσάβιτς και με το δεύτερο να στέφει νικητή τον Αμερικάνο) ήταν ότι δεν απαγόρευσε στη «Σφαίρα από τη Βαλτιμόρη» να πάει για τα 8 χρυσά μετάλλια, σπάζοντας το ρεκόρ του Μαρκ Σπιτς από το 1972 και το Μόναχο. 
 
Τέσσερα χρόνια μετά, ο Γιανίκ Ανιέλ διέλυσε τον Ράιαν Λόχτε στο τελευταίο κατοστάρι και οι Γάλλοι πήραν την εκδίκησή τους. Η κόντρα των δύο χωρών δεν αρκείται στην κολύμβηση. Οι Γάλλοι απλώς έχουν τον τρόπο τους να γίνονται κατευθείαν αντιπαθείς, αν και στην πορεία η συμπάθεια είναι που κερδίζει. Μία αναπτυγμένη χώρα, που έχει ρατσιστικά θέματα (η επίθεση στη «Charlie Hebdo» είναι ένα από αυτά), σπουδαία παραγωγή ιδεών (η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και όλες οι διεθνείς ποδοσφαιρικές διοργανώσεις είναι δική τους ανακάλυψη) και που έχουν μία σχετικά απλή γλώσσα η οποία γίνεται ακαταμάχητη λόγω της προφοράς, αποδεικνύοντας ότι το θέαμα όχι μόνο μπορεί να γεννήσει θαυμασμό αλλά και να αποπροσανατολίσει από την ουσία, χωρίς αυτό, ωστόσο, να αλλοιώνει την προτίμηση των θαυμαστών. 

—————

2015-03-12 01:28

Ο τρίτος καλύτερος παίκτης στον κόσμο

 
Ο τίτλος μπορεί να μπερδεύει, αλλά αυτό είναι το νόημά του. Ο αναγνώστης, που επιθυμεί να διαβάσει ένα μπλογκ πιο άγνωστο και από τη λέξη που δεν έχει ειπωθεί ακόμα, στο μυαλό μου θα μπει για να διαβάσει ποιος είναι ο τρίτος κορυφαίος παίκτης στον κόσμο. Αλλά αυτή η σκέψη είναι άτοπη. 
 
Πρώτον, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που έχει όντως πληκτρολογήσει στον διαθέσιμο για URL χώρο τη διεύθυνση ολόκληρη. Ούτε ο υπογράφων και αν το έκανα είμαι βέβαιος ότι θα αισθανόμουν ντροπή. 
 
Δεύτερον, αν και μου κάνει κόνξες, όταν ανεβάσω το κείμενο στο Facebook θα έχει ξεκάθαρα τη φωτογραφία του Σάμπι Αλόνσο. Με το twitter έχω κάποια μικρή ελπίδα.
 
Τρίτον, ο Σάμπι Αλόνσο;;; Τι διάολο γυρεύει αυτός σε ένα κείμενο με τίτλο «ο τρίτος καλύτερος παίκτης στον κόσμο»;
 
Η Λίβερπουλ έχει κερδίσει τους 27 από τους 33 τελευταίους διαθέσιμους βαθμούς της στο πρωτάθλημα. Είναι στην πέμπτη θέση της βαθμολογίας, μόλις 2 πίσω από την τέταρτη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, 3 πίσω από την τρίτη Άρσεναλ και 7 πίσω από τη δεύτερη Μάντσεστερ Σίτι.  Είναι μόλις 12 πίσω από την πρωτοπόρο Τσέλσι, έστω κι αν έχει ένα ματς λιγότερο. Πέρυσι έχασε το πρωτάθλημα με την ίδια ομάδα στο Στάμφορντ Μπριτζ, ενώ το 3-3 με την ΚΠΡ δραματοποιείται περισσότερο από όσο πρέπει: μπορεί το 0-3 να έγινε 3-3 μέσα σε 15 λεπτά, παρ' όλα αυτά η Σίτι νίκησε τα δύο τελευταία εντός έδρας παιχνίδια της, κάτι που αν έκανε, ακόμα και αν η Λίβερπουλ νικούσε την ΚΠΡ, θα έπαιρνε ούτως ή άλλως τον τίτλο. Αυτό το ματς έμεινε στην ιστορία για το κλάμα του Λουίς Σουάρες, που λογικά εκείνη τη στιγμή ήξερε ότι έπαιζε τα τελευταία παιχνίδια του με τη Λίβερπουλ. Το καλοκαίρι, αφού δάγκωσε τον Κιελίνι, η Μπαρτσελόνα αποφάσισε να τον περιμένει να εκτίσει την ποινή των τριών μηνών και είναι οριακά δικαιωμένη αυτήν τη στιγμή. Ο Ουρουγουανός είναι δεδομένο ότι θα βάλει σημαντικά γκολ. Και ενώ έμοιαζε βέβαιο ότι η Λίβερπουλ θα διαλυόταν μετά τη φυγή του, αυτήν τη στιγμή τουλάχιστον η χασούρα δεν είναι μεγάλη. Αν και ήταν 14η ή κάπου εκεί μετά από τις 5 πρώτες αγωνιστικές, αυτήν τη στιγμή είναι 5η, με την προοπτική για ψηλότερα. Και τουλάχιστον φαίνεται ότι η επίθεσή της λειτουργεί από αξιοπρεπώς ως πολύ καλά. 
 
Το 2010 η Λίβερπουλ ήταν έβδομη. Τελείωσε με 63 βαθμούς την περίοδο, 12 λιγότερους από αυτούς που έχει ήδη, με 10 αγωνιστικές να απομένουν για το τέλος της Premier League. Ήταν 23 βαθμούς πίσω από την Τσέλσι. Δεν είναι παράλογο να γίνει το ίδιο και φέτος. Απλώς τότε κυριολεκτικά δεν βλεπόταν, στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν. Τον Μάρτιο του 2009 νίκησε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ 1-4 στο Ολντ Τράφορντ και την πλησίασε στον ένα βαθμό, στην κορυφή της βαθμολογίας. Η Γιουνάιτεντ βρέθηκε να χάνει και στο επόμενο παιχνίδι της με την Άστον Βίλα, 0-2, αλλά ο Φεντερίκο Μακέντα στις καθυστερήσεις (όπου το λεξικό της Οξφόρδης έχει καταχωρίσει ως Squeeky Boom Time ενώ στην αγγλική ποδοσφαιρική καθομιλουμένη λέγονται Fergie Time) χάρισε στην ομάδα του Άλεξ Φέργκιουσον ένα πολύτιμο τρίποντο. Την Τετάρτη του Πάσχα του 2009 η Λίβερπουλ έφερε 4-4 με την Άρσεναλ στο Άνφιλντ και ουσιαστικά έχασε το πρωτάθλημα αφού η Γιουνάιτεντ, στο κρισιμότερο παιχνίδι της από εκεί και ύστερα, πέρασε με σκορ 0-1 από το DW, δηλαδή την έδρα της Γουίγκαν. Το καλοκαίρι η Λίβερπουλ έχασε τον Σάμπι Αλόνσο, που ήθελε να φύγει και που τον πούλησε για 41 εκατομμύρια ευρώ στη Ρεάλ Μαδρίτης. Την επόμενη χρονιά, η Λίβερπουλ κατέρρευσε και από πάρα πολύ νωρίς έμεινε εκτός διεκδίκησης πρωταθλήματος και Champions League. Η έβδομη θέση στη βαθμολογία ήταν τιμητική για τους «κόκκινους». 
 
 
Δεν λέω ότι έχει υπάρξει άλλος Λουίς Σουάρες στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Αλλά είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρεις και άλλον Σάμπι Αλόνσο. 
 
Από τη Σοσιεδάδ έως τη Λίβερπουλ και από τη Ρεάλ Μαδρίτης ως την Μπάγερν, ο σπουδαίος Σάμπι είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης της ομάδας του. Ακόμα και αν αυτό είναι ένα τέχνασμα που χρησιμοποιείται δημοσιογραφική αδεία, ο αμυντικός χαφ που είναι έτοιμος να ισοφαρίσει τον Κλάρενς Σέεντορφ ως ο πρώτος παίκτης που θα κατακτήσει Champions League με τρεις διαφορετικές ομάδες, ευθύνεται, εν τη απουσία του, για μία από τις πιο εντυπωσιακές καταρρεύσεις ομάδας μόνο και μόνο επειδή τον έχασε. Και η Ρεάλ Μαδρίτης, που δέχθηκε 4 γκολ από τη Σάλκε, που έχει καταφέρει να αποσυνδέσει τον Τόνι Κρόος από τις προοπτικές και την προσφορά του, που δεν είχε τόσο καιρό τον Λούκα Μόντριτς και που χωρίς τον Σέρχιο Ράμος χάνει πλήρως την αμυντική βαρύτητά της, βρίσκεται στο μέσο μίας χρονιάς που αν τολμήσεις να κοιτάξεις το μέλλον θα διαπιστώσεις ότι το τέλος είναι δυσάρεστο. 
 
Ο Σάμπι Αλόνσο είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης στον κόσμο, επειδή είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης των ομάδων του. Αν αθροιστούν τα Κύπελλα Πρωταθλητριών των 3 μεγάλων ομάδων που έχει παίξει, το άθροισμα κάνει 20! Η Λίβερπουλ έχει κατακτήσει 5, η Ρεάλ Μαδρίτης 10 και η Μπάγερν Μονάχου επίσης 5. Τώρα, ούτε στη Λίβερπουλ, ούτε στη Ρεάλ, ούτε στην Μπάγερν είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης ατομικά. Αλλά στην τριάδα των κορυφαίων μίας ομάδας πρέπει να μπαίνει ουσιαστικά και ο καλύτερος συμπαίκτης της. Εκείνος που δίνει σε όλους ασφάλεια, που χορεύει τάνγκο με τον ρυθμό του ματς, που κρατάει την ατομική χάρη του προς όφελος της ομαδικότητας και που όποτε πρέπει απασφαλίζει. Ο ψυχραιμότερος ποδοσφαιριστής του γηπέδου σε οποιαδήποτε ειδική συνθήκη. 
 
Εκείνος, δηλαδή, που θέλει να είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης της ομάδας. 
 
 
Αν διαλέξεις τον τρίτο καλύτερο ποδοσφαιριστή στον κόσμο με βάση την ατομική ποιότητα και τον ρωτήσεις αν είναι ο τρίτος καλύτερος ποδοσφαιριστής στον κόσμο, θα σου απαντήσει όχι. Είτε είναι ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς (ο οποίος πάντως αποβλήθηκε στο «Στάμφορντ Μπριτζ» και αυτό ήταν ευλογία για την Παρί Σεν Ζερμέν), είτε ο Άριεν Ρόμπεν, αν απαντήσουν με ειλικρίνεια ή αρχίσουν να μονολογούν στο σπίτι τους το βράδυ, θα τους ακούσεις να λένε ότι είναι οι καλύτεροι. Ο τρίτος κορυφαίος πρέπει να είναι ο κορυφαίος συμπαίκτης μίας ομάδας. Εκείνος που, αν λείπει, η ομάδα δεν θα μπορέσει να πάρει τίτλους. Που η απώλειά του θα είναι ίδια με εκείνη του κορυφαίου παίκτη της ομάδας. Ο Σάμπι δεν θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά στην Μπαρτσελόνα της πενταετίας 2009-13, διότι ο Τσάβι και ο Ινιέστα είναι δύο από τους καλύτερους συμπαίκτες στην ιστορία του ποδοσφαίρου. 
 
Η Ρεάλ Μαδρίτης έπαιξε άσχημα με τη Σάλκε. Θα μπορούσε να παίξει καλά και να νικήσει 5-2, για να πάω κι εγώ ταμείο. Αν έπαιζε ο Σάμπι, θα ήταν 3-1. Αν ήταν 5-2, θα επρόκειτο για μία θεαματική Ρεάλ Μαδρίτης που κάποιος θα την έπιανε κορόιδο πριν να φθάσει ο Μάης. Αν ήταν 3-1 θα επρόκειτο για μία ουσιαστική Ρεάλ Μαδρίτης, που λογικά θα έφθανε στον τελικό του Champions League. Αν δεν έπαιζε ο Κριστιάνο Ρονάλντο, θα επρόκειτο για μία Ρεάλ Μαδρίτης ήδη αποκλεισμένη. 
 
Για αυτό ο Κριστιάνο Ρονάλντο είναι, όπως ο Λίο Μέσι, ο τοπ παίκτης στον κόσμο. Και για αυτό ο Σάμπι Αλόνσο είναι τρίτος. Επειδή όταν λείπει ο καλύτερος παίκτης ξέρεις ότι δεν θα πάρεις τίτλους. Ενώ όταν λείπει ο καλύτερος συμπαίκτης, δεν το ξέρεις, αλλά δεν θα πάρεις τίτλους. 

—————

—————


Ό,τι του φανεί

/album/%cf%8c%2c%cf%84%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%86%ce%b1%ce%bd%ce%b5%ce%af/i-m-not-always-right-but-i-m-never-wrong-jpg/

—————