Χωρίς τελείες


Blog

2015-06-28 22:57

Καλώς ήρθατε στη χώρα των τραπεζιτών

Για να δοθεί ένα παράδειγμα: σε μία εταιρεία ο ιδιοκτήτης χρωστάει μισθούς 10 μηνών στους εργαζόμενούς του. Με τον κόμπο να φθάνει οριστικά στο χτένι, οι εργαζόμενοι πάνε στο συνδικαλιστικό όργανό τους και αποφασίζουν απεργία. Ο ιδιοκτήτης, τότε, τους διαμηνύει ότι αν κάνουν απεργία θα τους απολύσει όλους.

Και, φυσικά, η απεργία δεν γίνεται ποτέ.

Από την Παρασκευή ως την Κυριακή πάρα πολύς κόσμος βρέθηκε σε ΑΤΜ για να σηκώσει χρήματα. Ήταν ένα γελοίο σκηνικό ως εικόνα, αλλά οι άνθρωποι φοβούνται τι θα γίνει την επόμενη μέρα. Οι διοικητές των τραπεζών εκμεταλλεύθηκαν την υπάρχουσα κατάσταση. Το απόγευμα της Κυριακής ανακοίνωσαν ότι τα καταστήματα θα παραμείνουν κλειστά τη Δευτέρα. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ο Κάλχας για να καταλάβει ότι αυτή η κίνηση αποτελεί έναν στυγνό εκβιασμό προς τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, για να αποσύρει το δημοψήφισμα. Είναι μια κίνηση που επίσης έγινε ώστε αν ο Αλέξης Τσίπρας παραμείνει πιστός στην απόφαση της Παρασκευής, να σπείρουν σε δεκάδες χιλιάδες αναποφάσιστους το μικρόβιο της αμφιβολίας. Εκείνοι που σήκωσαν χρήματα από το ΑΤΜ μπορούν να γυρίσουν και να δείξουν με το δάχτυλο το κεφάλι τους σε εκείνους που τους κοροΐδευαν, λέγοντάς τους, «είδατε που σας τα λέγαμε;».

Μιλάμε, προφανώς, για πρακτικές που παραπέμπουν σε σερίφηδες, γκάνγκστερ και αφρικανούς δικτάτορες. Ανθρωποειδή που επηρεάζουν το έθνος παίρνοντας αποφάσεις που ως στόχο έχουν να σπάσουν το φρόνημα του ανθρώπου. Δεν πρόκειται να το πάω στα υπομέρη της απόφασης, διότι έχω επιθυμία για φιλοσοφία. Διότι δεν μπορεί να ζει ένας άνθρωπος σε αυτή τη χώρα και να νιώθει δυνατός μόνο όταν πάνε όλα καλά. Είναι απαράδεκτα τα μαθήματα που παίρνουν τα παιδιά αυτές τις μέρες: βλέπουν τους ενήλικους να φοβούνται, να είναι σε καταστάσεις πανικού και να αποπνέουν φόβο και συναισθήματα που είναι αντίθετα προς την ανθρώπινη αισιοδοξία. Εκτός πλαισίου συγκεκριμένου γεγονότος, η ζημία που προκαλείται στις ψυχές εκείνων που ζουν εκ των έσω αυτήν την κατάσταση, πιτσιρικιών που δεν ξέρουν ότι υπάρχουν μαυρίλα στον κόσμο και ανθρώπων που έχουν μάθει ότι εξίσου σημαντικό με τα χρήματα είναι ητο να είσαι ανεξάρτητος, ελεύθερος και να εμπιστεύεσαι τον διπλανό σου.

Μιλάμε, αναμφίβολα, για σερίφηδες, οι οποίοι έχουν το πρόσωπο του Τζορτζ Μπους τζούνιορ. Η Ελλάδα, αυτήν την ώρα που μιλάμε, είναι μια χώρα τραπεζιτών, οι οποίοι εκβιάζουν τον κόσμο και απειλούν να κρατήσουν όλα τα καταστήματα κλειστά έως την επόμενη Δευτέρα, 6 Ιουλίου. Αυτή η απόφαση από το συμβούλιο των τραπεζιτών είναι εφάμιλλη με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, ένα μισανθρωπικό εξάμβλωμα αμερικανισμού. Μιλάμε ότι εδώ πρέπει να βυθιστούμε όλοι στη λύπη για το πώς έχουμε καταντήσει, δηλαδή τι σκεφτόμαστε όταν ήμαστε μικροί και πώς το ίδιο το σύστημα μας ανδραποδίζει μεγαλώνοντας. Οι τραπεζίτες παίρνουν με πολύ μεγάλη ευκολία το μέρος του Eurogroup, ώστε να σπείρουν τρόμο. Ο μακαρίτης ο μπαμπάς μου με πείραζε πού και πού, όταν είχε όρεξη, λέγοντάς μου ότι «θα γίνει το Τέξας», αν του αντιμιλήσω. Αν κοιτάζει από κάπου τώρα, θα διαπιστώσει ότι η κατάσταση είναι χειρότερη από το Τέξας: είναι Σικάγο.

Κουμάντο στις ζωές μας κάνουν με αυταρχικό τρόπο εκείνοι που έχουν κεφάλαια και εκείνοι που μπορούν να αποφασίζουν αν θα φοβίζουν τον κόσμο. Αυτό το σκληρό πόκερ μας υποχρεώνει να ασχολούμαστε με τις λεπτομέρειες: αλλά το θέμα είναι πολύ πιο γενικό. Αφορά στον τρόπο που σκεφτόμαστε, στον τρόπο που αποφασίζουμε για τις ζωές μας, που επηρεάζουμε όποιους μπορούμε να επηρεάσουμε. Στον τρόπο που γαλουχούνται εκείνοι που έρχονται και που πολύ εύκολα τους δείχνουμε ότι το να σώσουν το τομάρι τους είναι πιο σημαντικό από μια προηγμένη κοινωνία.

Κάποτε, σε μία εφημερίδα που εργαζόμουν, ένα από τα ζητήματα που είχαν τεθεί σε μία σύσκεψη των συνεργατών ήταν να μπαίνει η υπογραφή τους στην εφημερίδα και ένα άλλο ήταν να πληρωθούν τους μήνες που χρωστούσαν τα αφεντικά. Επίσης, μία ιδέα που είχε πέσει στο τραπέζι, για να συζητήσουμε με τον εκπρόσωπο της ΕΣΗΕΑ, ήταν να υπάρξει ένα σύστημα στο οποίο ο κάθε νέος εργαζόμενος θα δοκιμαζόταν 6 μήνες και θα έπρεπε να κριθεί μετά το εξάμηνό: αν έκανε, θα έμπαινε στο προμισθολόγιο και έπειτα στο μισθολόγιο. Αν δεν έκανε, θα έφευγε από την εφημερίδα και θα ερχόταν ο επόμενος. Αυτό θα το έκριναν ο διευθυντής και ο αρχισυντάκτης.

Όταν ρωτήθηκαν οι περισσότεροι για το ποια αιτήματα θα έπρεπε να υποστηρίξουμε περισσότερο, το πρώτο και το δεύτερο ήταν η ξεκάθαρη επιλογή. Για το τρίτο ούτε λόγος. Ούτε που ένοιαζε κάποιον από όλους τους συνεργάτες να μπει σε ένα σύστημα στο οποίο θα κριθεί δικαίως και θα πρέπει να δουλέψει για να μπορεί να έχει προοπτικές σε αυτή τη δουλειά. Όλοι ήθελαν να πάρουν τα 400 ευρώ που τους χρωστούσαν (ναι, τέσσερις μήνες από 100 ευρώ) και βλέπουμε. Αυτός ο φόβος δεν έφυγε ποτέ από κοντά μας. Είναι λόγος για να θρηνείς.

Τον τελευταίο καιρό σκέφτομαι ότι δεν υπάρχουν θέσφατα. Του στυλ, αν αξίζεις θα τα καταφέρεις, ότι εκείνος που δεν προσπαθεί τιμωρείται, ότι πρέπει να ονειρεύεσαι και να παλεύεις. Υπάρχουν άνθρωποι που δουλεύουν και αμείβονται παχυλά ακόμα, χωρίς να πληρούν ουδεμία από τις προϋποθέσεις που θα έπρεπε να υπάρχουν. Η αδικία στη ζωή υπάρχει και αυτό πρέπει να το φέρνεις σιγά σιγά στα παιδιά σου, μόνο που πρέπει να τους μαθαίνεις, επίσης, ότι ο τίμιος αγώνας και η διασκέδαση, ο συναγωνισμός και το ιδεώδες είναι εξίσου σημαντικά με την προοπτική να τα καταφέρεις, διότι στην πορεία μπορεί να κριθείς να διαλέξεις πώς θέλεις να προσπαθήσεις να τα καταφέρεις.

Αλλιώς, αν ο φόβος σε διαλύει με τόσες υποχρεώσεις και τόσα προβλήματα που έχεις, για ποιο λόγο να κάνεις οικογένεια; Ανά πάσα στιγμή, σε μία χώρα δίχως δομή, τα δεδομένα αλλάζουν. Δεν μπορείς να ποντάρεις σε σταθερότητα.

Γίναμε χώρα τραπεζιτών από απόψε. Το κατάφεραν και αυτό. Μέχρι τώρα τρωγόμαστε μεταξύ μας, κάναμε απεργίες, ειρωνευόμαστε το κάθε τι και στήσαμε τη νέα κυβέρνηση στον τοίχο, περιμένοντάς την στη γωνία ό,τι και αν έκανε, λες και είναι η Μαίρη Πόπινς που θα έλεγε σουπερκαλιφρατζαλίστικεξπιαλιντόσιους και θα εξαφανίζονταν τα προβλήματα. Το χειρότερο, όμως, για όλους, είναι η επιθυμία για επιστροφή στο 1999, στο 2005 ή δεν ξέρω πού διάολο αλλού, εκεί που ήταν όλα ανθηρά. Ούτε υποπτεύεται κάποιος ότι κάθε νεοπλουτίστικη συμπεριφορά εκείνης της εποχής και κάθε βλαχοθράσος μας οδήγησε εδώ που είμαστε τώρα.

Τώρα, που επισήμως οι διοικητές των τραπεζών βάζουν κατώτατο όριο ανάληψης για να μην είναι ξεκάθαροι δικτατορίσκοι και κάνουν κουμάντο στα συναισθήματα των κατοίκων, καλώς ορίστε τους. Ό,τι υπήρχε πίσω από την κουίντα, έγινε πλέον ξεκάθαρο. Φθάσαμε στο πρώτο στάδιο της νέας εποχής του Μένουμε Ευρώπη. Ο διάολος θα μας πάρει και δεν θα μας αφήσει καν να μείνουμε νέοι.

—————

2015-06-27 04:14

Δον Κιχώτης

 

Απολαύστε πώς είναι, γραμματείς και φαρισαίοι, έναν πρωθυπουργό που εδώ και πέντε μήνες δεν έχει κάτσει σε καρέκλα. Απολαύστε, ψεύτες και υποκριτές, πώς είναι κάποιος να εμπιστεύεται τελείως έναν λαό και να ξεγυμνώνει την άγνοιά του, την άγνοια ακόμα και των διανοούμενών του που στα 50 και με κλιμακτήριο που θα απευχόταν να ζήσει μια γυναίκα, δείχνουν πόσο φασίστες είναι. Απολαύστε πώς είναι να φταίτε, να φταίμε όλοι, που πέντε μήνες μετά τις εκλογές ένας τύπος ο οποίος προσπαθεί να κρατήσει το μυαλό του, δεν μπορεί να βγάλει άκρη με αυτό το συνονθύλευμα τούρκικου σπέρματος και ελληνικής αλαζονείας που έχει μαζευτεί σε αυτήν τη γεωγραφική πουτάνα, που είναι τόσο καλλωπισμένη και που δεν χρειάζεται κανένα φτιασίδι. Αιωνίως νέα, με τον διάβολο να ζητάει την ψυχή της και με την ελπίδα ότι κάποτε θα του τη δώσει να την κρατάει νέα και σφριγηλή, αλλά ανίκανη ακόμα και να την πουλήσει, όχι αποφασισμένη να μην την πουλήσει. Αν μπορούσε η ίδια να πάρει κάποια απόφαση, θα την πούλαγε στη στιγμή.

Βγήκαν οι εξυπνάκηδες να πουν ότι πριν μια πενταετία ο Γιωργάκης ζητούσε δημοψήφισμα. Είναι το ίδιο βρε ακαμάτηδες; Το ίδιο είναι να ζητάει δημοψήφισμα κάποιος που χτυπάει τον κώλο του κάτω κάθε μέρα σαν το χταπόδι εδώ και 150 μέρες και το ίδιο είναι να το κάνει ένας τύπος που η τεμπελιά του προκύπτει από το επώνυμό του; Ο Τσίπρας είδε ότι ουδείς μπορεί να πάρει μια απόφαση. Αφήστε τον λαό να αποφασίσει, είπε. Αποχή, ψέλλισαν οι πιο ακραίοι. Τι αποχή, βρε λαμόγιο; Αφού δεν ξέρεις τι πραγματικά θα ψηφίσεις. Υποστηρίζει ο κάθε Καραγκιόζης την αποχή, επειδή μέχρι τώρα ήταν πολύ βολικό να ρίχνει το ανάθεμα στην κυβέρνηση, τη μόνη αληθινή κυβέρνηση που έχει εμφανιστεί από το 1910 από το 1981 σε αυτόν τον τόπο.

Υπάρχουν πλέον stickers, δεν χρειάζεται να στα πω εγώ. Τα βλέπεις. Τον βρίζεις ό,τι και να κάνει. Κάθεται ο ψωλαράς στον καναπέ του, ο καραδεξιός που το παίζει ανθρωπιστής, και λέει ότι ο Τσίπρας θα μας γυρίσει στη δραχμή. Και μετά λέει ότι θα υπογράψει το μνημόνιο με τα πιο σκληρά μέτρα. Και αν δεν το υπογράψει, λέει ότι θα μας γυρίσει στη δραχμή.

Ξέρεις τι είναι ρε να χρωστάς δισεκατομμύρια ευρώ σε ανδροειδή; Στον περιπτερά πας και χρωστάς 50 ευρώ και αυτός στο υπενθυμίζει κάθε μέρα. Όχι σε αυτούς, τους πουδραρισμένους, την ντροπή του ανθρώπινου είδους που σε βρήκαν μπόσικο και θέλουν να σε γαμήσουν όπως έκαναν στη Νικόλ Κίντμαν στο Dogville. Αυτούς ντε, τους κομπλεξικούς που έτρωγαν φάπες στο σχολείο και που δεν την έπεφταν καν στις γκόμενες για να μην ακούσουν το χαχανητό τους.

Ο Τσίπρας είναι Δον Κιχώτης. Κυνηγάει το απίθανο με όλες τις δυνάμεις του, εξαντλεί όλες τις πιθανότητες, χωρίς να έχει μπορέσει ποτέ να καταλάβει. Εμπιστεύεται τον λαό περισσότερο από όσο πρέπει και για αυτό δεν μπορεί να πάρει μία απόφαση. Στον προεκλογικό αγώνα του ΣΥΡΙΖΑ έγιναν λάθη, υποσχέσεις που δεν έπρεπε να δοθούν: αλλά προσπάθησαν να την κρατήσουν. Δεν κοροΐδεψαν, ενώπιον της εξουσίας, κανέναν. Ο κόσμος τους ψήφισε και αυτό παραμένει μια μεγάλη νίκη- επειδή δεν έβγαλε κανέναν που είχε ξαναβγάλει. Έστω και διστακτικά, πήγε στην ιδέα του καινούργιου.

Εμένα δεν μου καίγεται καρφίτσα για το τι είναι δεξιά, τι αριστερά και τι κομουνισμός. Δουλεύεις; Κάθεσαι κάτω να ψάχνεις για λύσεις ώρες άυπνος; Ενδιαφέρεσαι για τον κόσμο που πεινάει; Εννοείται ότι όταν είσαι 72 διαδοχικές ώρες ξύπνιος θα κάνεις λάθη. Εννοείται ότι θα κάνεις λάθη που είναι ιστορικά: εδώ ο πιο οραματιστής πρωθυπουργός στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, έδωσε εντολή στον ελληνικό στρατό να προχωρήσει προς τη Σμύρνη. Ο Βενιζέλος, που επιζούσε από μία απόπειρα δολοφονίας κάθε μέρα. Και έκανε αυτήν την γκάφα η οποία αποδείχθηκε τέτοια. Δεν ήταν, τη στιγμή της απόφασης, αλλά έγινε.

Ο Τσίπρας δεν είναι καθίκι. Δεν είπε σε κανέναν «περάστε». Χρησιμοποίησε το στοιχείο του αιφνιδιασμού, ως νέος, για να απαιτήσει. «Έκαψε» το χαρτί του Βαρουφάκη, χρησιμοποιώντας τον όπως χρησιμοποιούν οι Κενυάτες τους «λαγούς» στις κούρσες των 10.000μ. Και κυρίως προσπάθησε. Τα έβαλε με όλους. Μιλούσε για τον λαό. Το πίστευε. Δεν είπε «περάστε». Προσπαθούσε να αφουγκραστεί τι συνέβαινε. Και κάθε, μα κάθε, προσπάθειά του, έπεφτε σε αντίφαση. Δεν είχε αντίρρηση να πεινάσουμε. Όλοι. Δεν είχε αντίρρηση να χρωστάμε και να πέσουν οι μισθοί, αρκεί να το θέλουμε. Δεν μπορούσε όμως να υπογράψει μόνος του για τους μισθούς: ξέρει ότι αφού δεν γίνεται να βγάλει άκρη με αυτούς τους σκατόσοφους, πρέπει να ρωτήσει όλο τον κόσμο για να πάρει μια απάντηση.

Η Δήμητρα δεν παραδέχεται ότι εμείς είμαστε υπεύθυνοι, περισσότερο από τους πολιτικούς, για το χάλι αυτού του τόπου. Κοίτα τώρα, όμως, που ξεμπροστιαζόμαστε μέσα από τα social media, ζητώντας πρώτα το ένα, έπειτα το άλλο, δίχως τη στοιχειώδη κριτική σκέψη ότι αυτό είναι αντιθετικό. Ξεμπροστιαζόμαστε ξετσίπωτοι, επειδή, στην τελική, βρισκόμαστε σε καταστάσεις πανικού. Το τεστ στο οποίο ο άνθρωπος βγάζει τον αληθινό χαρακτήρα του, αφήνει τους περισσότερους από εμάς μετεξεταστέους.

Περίμενα όλη τη ζωή μου για αυτόν τον πολιτικό: για έναν ηγέτη που δείχνει το χάρισμά του με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο από αυτό που είχα ως ιδέα για χάρισμα. Κυνηγώντας ανεμόμυλους σε ένα μπασταρδεμένο κράτος με λιγότερα από 200 χρόνια ιστορίας. Δεν με νοιάζει τι λάθη έχει κάνει ή αν περίμενε κάποιος να περπατήσει στο νερό: δεν είναι προδότης ούτε άχρηστος. Βρίσκεται σε μία θέση που πρέπει να σκουπίσει τις κουράδες εκδοτών, επιχειρηματιών, πολιτικών που καθιέρωσαν το βύσμα, τύπων που ξέπλεναν χρήμα, τα τελευταία 30 χρόνια.

Και δεν είμαι κομματοποιημένος. Δεν ήμουν ποτέ και δεν θα γίνω. Αλλά επειδή θα τον φάει το μαύρο σκοτάδι στο τέλος, και επειδή σε 5 μήνες έδωσε αγώνα που άλλοι δεν έχουν δώσει σε δεκαετία, είναι κρίμα που η θέση του στην ιστορία είναι τόσο επισφαλής επειδή είμαστε ανίκανοι πέρα από κάθε απαισιοδοξία. Αν δεν είναι αδύνατον να το αποδεχθείς, ο λαιμός σου πρέπει να κάνει κόμπο. Ένας τίμιος πρωθυπουργός στο βασίλειο της λαμογιάς να περνάει τα πάνδεινα, είναι η εβδομάδα που αρχίζει από την Κυριακή των Βαΐων και τελειώνει Μεγάλη Παρασκευή. Δυστυχώς, σε αναστάσιμες ακολουθίες δεν μπαίνουμε, διότι δεν θα υπάρξει ούτε ένας γαμημένος απόστολος, ένας ευαγγελιστής, για να καταγράψει πόσο λάθος είμαστε. 

—————

2015-06-26 14:14

Περί Αρκά

 

Οι δημοσιογράφοι καμώνονται ότι ξέρουν τι γίνεται εν γένει. Αυτό είναι το χειρότερο, το κατευθείαν ξεκατίνιασμα σε μία κατάσταση πολύ λιγότερο σοβαρή από εκείνη που υφίσταται.

Επειδή έχω μία ιδέα, από το πόλο, για το τι συμβαίνει όταν εκτίθεσαι και γράφεις τη γνώμη σου, κάποιος που παραδείγματος χάρη υποστηρίζει τη Βουλιαγμένη μπορεί να με βρίσει σε ένα σχόλιό του για το γεγονός ότι κρίνω τη Βουλιαγμένη. Αυτό δεν αφορά στη Βουλιαγμένη ούτε είναι επίσημη θέση της: απλώς υπάρχει κάποιος που δεν συμφωνεί και ξεσπάει, είναι μία νομιμοποιημένη καφρίλα που επιτρέπει η διαδικτυακή κοινότητα.

Από τις 25 Ιανουαρίου, που βγήκε ο ΣΥΡΙΖΑ, και έπειτα, βρισκόμαστε σε μία περίοδο που ο καθένας γράφει ό,τι να ‘ναι. Το γεγονός ότι τα μπλογκ και τα σάιτ είναι πολλά (ένα, άλλωστε, βρίσκεται εδώ, για να δημοσιευθεί αυτό το κείμενο) επιτρέπει την αναπαραγωγή πληροφοριών χωρίς επιβεβαίωση και τσεκάρισμα. Αυτό, βεβαίως, είναι μισή ντροπή εκείνου που αναπαράγει και μισή ντροπή του ίδιου του συστήματος, που επιβάλλει με τον τρόπο του την ταχύτητα στην οποία πρέπει να μπαίνουν οι ειδήσεις. Όταν κάποιος, όμως, είναι δημοσιογράφος, πρέπει να τσεκάρει την είδηση πρωτίστως και, έπειτα, δεν πρέπει να λειτουργεί αυθαίρετα. Θα καταλάβω ότι, πράγματι, κάποιες φορές ακόμα και ο δημοσιογράφος θα αναγκαστεί να λειτουργήσει ταχέως και χωρίς τους κανόνες σε μία κατάσταση πανικού: αυτός είναι ο λόγος που έχουν δουλειά πολλοί στον χώρο, αλλά που πληρώνονται λίγοι και ακόμα λιγότεροι καλά.

Η σελίδα του Αρκά στο Facebook κατέβηκε επειδή ο τύπος δέχθηκε απειλές για τη ζωή του. Από κάποιον άσχετο, ο οποίος μπορεί να πάρει τηλέφωνο στο αεροδρόμιο και να πει ότι υπάρχει βόμβα και τότε θα καθυστερήσουν οι πτήσεις μέχρι να έρθει μία ομάδα και να ψάξει τον χώρο με ειδικά μηχανήματα, οι άνθρωποι θα βγουν έξω από τις αίθουσες και θα περιμένουν μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα και να πουν ότι όλα είναι καθαρά ώστε να επιστρέψουν. Αυτό μπορεί να πάρει ώρες, αλλά η ζωή στο αεροδρόμιο θα συνεχιστεί, σε αντίθεση με ένα γκρουπ στο Facebook που ένας κρετίνος ο οποίος κρατάει μπαλτά και φοράει κουκούλα στη φωτογραφία προφίλ του θα πει ότι «θα σε τεμαχίσω» σε οποιονδήποτε είναι επικίνδυνος και πρέπει τουλάχιστον να ανησυχήσεις λίγο. Δεν ξέρω αν είναι αρκετά σοβαρό ώστε να κατεβάσεις μία σελίδα η οποία για χιλιάδες κόσμου αποτελεί την απόλυτη ψυχαγωγία, αλλά από την άλλη μεριά μια απειλή για τη ζωή σου είναι το πιο ανησυχητικό θεωρητικό πράγμα που μπορεί να σου τύχει.

Εννοείται ότι μου άρεσαν και οι δύο φωτογραφίες του Αρκά. Και οι δύο είναι παραφρασμένοι ανορθόδοξοι αφορισμοί: αυτή που λέει, «έχω εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Είναι άνθρωποι που πατάνε γερά με τα δύο τους πόδια στον αέρα» είναι ένας ανορθόδοξος αφορισμός που αφορά στον ιδεαλισμό και ανήκει στον Φραγκλίνο Ρούζβελτ,  πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ. Το άλλο, που λέει «ηγέτης είναι αυτός που μπορεί να αποτρέψει μία καταστροφή η οποία δεν θα ερχόταν αν δεν κυβερνούσε», είναι ένας αφορισμός που έχει να κάνει με τον γάμο.

Προσωπικώς, ουδεμία εκ των δύο φράσεων θεωρώ ότι συνιστά μομφή για την κυβέρνηση. Η πρώτη είναι σημαντική, διότι κατά τον Αρκά αποδεικνύεται ο ιδεαλισμός της κυβέρνησης και η δεύτερη δείχνει την αδυναμία των προηγούμενων κυβερνήσεων να φέρουν τη ρήξη και να κοιτάξουν κατάματα την καταστροφή. Οι αντιδράσεις είναι κάτι περισσότερο από υπερβολικές: είναι ανόητες. Και επειδή η ανοησία δεν έρχεται ποτέ μόνη της, εκείνοι που νομίζουν ότι είναι καπάτσοι πήραν το γεγονός και το ξέσκισαν, κάνοντας αναφορά ακόμα και σε Χούντα από την πλευρά της κυβέρνησης. Λες και κάποιο στέλεχός της ή κάποιο κομματικό μέλος της υπέγραψε κάτω από το σχόλιο ή απείλησε τον Αρκά με αφανισμό. Εδώ δεν πρόκειται απλώς για απύθμενη βλακεία: πρόκειται για επικίνδυνη προσέγγιση και μάλιστα από φαινομενικά μάχιμους δημοσιογράφους στα ΜΜΕ, οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία να επικρίνουν την κυβέρνηση επειδή οπαδοί της κράζουν τον Αρκά απειλώντας τον για τη ζωή του. Ήδη υπάρχει αντεπιχείρημα, υποθέτω, το οποίο θα είναι κάτι σαν «αυτοί οι άνθρωποι τους ψηφίζουν». Όμως αυτό είναι ακόμα πιο αηδιαστικό, τη στιγμή που στις εκλογές του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 149 έδρες.

Αυτή η εγγενής ανωμαλία δεν είναι πρωτόγνωρη: ήδη βρισκόμαστε σε μία εποχή αδιεξόδου. Αν ο Τσίπρας καμωθεί ότι θα υπογράψει το μνημόνιο θα τον περάσουν γενεές 14 οι ίδιοι άνθρωποι που θα τον κράξουν έτσι και δεν το υπογράψει. Είναι κρίμα που αυτή η λαμπρή κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει κουμάντο σε μία εποχή η οποία είναι γεμάτη από Ταλιμπάν του καναπέ, με την υπερπληροφόρηση να είναι το μεγαλύτερο καρκίνωμα στην ιστορία της ενημέρωσης από την εποχή των ελληνικών lifestyle περιοδικών.

Ο Αρκάς πρέπει να πληρώσει το κόστος της έκθεσης και της δημιουργικότητάς του, όπως πρέπει όσοι έχουν μια καθαρή θέση, έστω κι αν δεν μπορούν να την αποτυπώσουν ακριβώς με επιχειρήματα, αθλητικά, πολιτικά, πολιτιστικά και κοινωνικά. Όμως το πιο εντυπωσιακό είναι η ανάγκη των ανθρώπων να δηλώνουν πρόβατα. Από όσο μπορώ να ξέρω, σε διάφορες συνδικαλιστικές διαστάσεις κομματικά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ ανήκουν σε άλλες παρατάξεις, κάτι που είναι το πιο δημοκρατικό πράγμα που έχω ακούσει να συμβαίνει από την πορεία του Αλατιού του Γκάντι το 1930. Ο πρωτόγνωρος εκχυδαϊσμός των συντηρητικών (που, για να δανειστώ έναν αφορισμό, «συντηρητικός είναι κάποιος που είναι πολύ δειλός για να δώσει μάχη και πολύ χοντρός για να το βάλει στα πόδια») απέναντι σε μία κατάσταση την οποία, εκείνοι που ελέγχουν, προσπαθούν να κάνουν να λειτουργήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια και με δικαίωμα κάποιου στην ελευθερία του λόγου- Μανώλης Γλέζος, Ζωή Κωνσταντοπούλου- μη γελιέστε, αναδεικνύει την αξία της σημερινής κυβέρνησης. Όπως αποτυπώνεται στην ικανότητά της να διεκδικεί. Και ενώ τον 21ο αιώνα οι άνθρωποι έχουν ξεφύγει από την πίστη στον Θεό ως καθεστώς και το έχουν γυρίσει στην πίστη στον Άνθρωπο, στην προκειμένη περίπτωση δεν παραχωρούν δράμι σε εκείνους που τους σκέφτονται έστω και λίγο, που όταν αναφέρονται στη «λαϊκή απαίτηση» το κάνουν με ειλικρίνεια, έστω και αν παραγνωρίζουν ότι σε αυτήν τη σχιζοφρενή χώρα δεν μπορεί να υπάρχει απαίτηση, διότι υπάρχει γνώμη χωρίς γνώση. Και αυτό, ενώ είναι ζήτημα παιδείας, δεν είναι θέμα μόρφωσης. Είναι θέμα κριτικής σκέψης: οπότε εκείνος που επικρίνει κάθε κίνηση δεν μπορεί να είναι απόγονος του Πλάτωνα: είναι απόγονος του Αιώνου Ηλίθιου, και όχι του πρίγκιπα Μίσκιν από το βιβλίο του Ντοστογέφσκι. 

—————

2015-06-22 04:47

Αχ, καημένε μπαμπά

 

Αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο στον φίλο μου τον Γιάννη, ο οποίος όταν με ρώτησε αν έγραψα κάτι για τη μέρα του πατέρα και τον ρώτησα αν νομίζει ότι πρέπει να γράψω, μου απάντησε, «θα ήθελα πολύ».

Η μέρα του πατέρα υστερεί δικαίως της μέρας της μητέρας διότι δεν έχει όλο αυτό το απόθεμα σε ευαίσθητα κλισέ. Ο πατέρας είναι ένας φαινομενικά ανταγωνιστικός ρόλος αν είσαι αγόρι και, μερικές φορές, γίνεται τύραννος αν είσαι κορίτσι. Για κάποιο λόγο το όνομα και το επώνυμό του είναι η τιμή του. Η πρώτη σκέψη που έκανα σήμερα, μετά την κουβέντα για το κείμενο, για τον πατέρα μου, ήταν να τον δω να μπαίνει με τα ψώνια στο σπίτι. Και να τον θεωρώ παντοδύναμο.

Αυτό δεν ήταν καλό. Παντοδύναμος σήμαινε ότι κάποια στιγμή θα τον έβλεπα να μπαίνει με τα ψώνια στο σπίτι, να ξεχνάει κάτι, να πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ, να τρέχει να προλάβει τυριά, να βάζει ιδιαίτερα μαθήματα ανάμεσα και ταυτοχρόνως να μου κάνει παρατηρήσεις για το γεγονός ότι δεν διαβάζω. Να γίνεται νευρικός και μέσα στο σπίτι να έχει μόνο επικριτές. Τη μάνα μου να του κάνει παρατηρήσεις για το γεγονός ότι είναι νευρικός και ότι περνάει τα νεύρα του στα παιδιά του. Πράγματι, αυτό έκανε, χωρίς σοβαρή αιτιολογία. Η πιο σοβαρή αιτιολογία ήταν εκείνη που δεν καταλαβαίναμε: η ανηλεής μάχη με τη ζωή.

 Ο πατέρας μοιάζει με έναν άλυτο γρίφο, ιδιαιτέρως αν είσαι αγόρι: με ένα πλάσμα αναίσθητο σε ό,τι αφορά τις ευαισθησίες σου, που όμως σε καθορίζει.

Και δεν είναι καθόλου αναίσθητος.

Ένας άντρας, ακόμα και εργατικός, έχει την προδιάθεση να τη βολέψει. Αυτό, βεβαίως, εξαρτάται και από παράγοντες που αφορούν στην καταγωγή, στην ανατροφή και στο κλίμα. Το βόλεμα είναι περίπου σαν την αστρονομία: η ημερομηνία γέννησης και η ώρα φαίνεται στα άστρα και η κίνηση των πλανητών, η θέση που ήταν την ώρα που είδες το πρώτο φως φέρνουν μαζί κάποιες ενδείξεις. Όμως αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι της μοίρας και των κλίσεων, το υπόλοιπο μέρος είναι το πιο καθοριστικό, αυτά που κάνεις για να αποφύγεις το συμπαντικό δεδικασμένο, αυτό που λέμε μοίρα. Η προδιάθεση του άντρα για το βόλεμα δεν είναι ίδια με την προδιάθεση για το άραγμα: το ζητούμενο είναι να μην μπλέξει σε ζητήματα πολύπλοκα, που θα φανερώσουν την αδυναμία και την ανικανότητα για να τα ξεδιαλύνει. Εκεί έρχεται η παρουσία της γυναίκας για να απορρίψει άπαξ και διά παντός το γεγονός ότι τα πράγματα θα μείνουν απλά. Η ανδρική ευαισθησία στηρίζεται στα κρυστάλλινα συναισθήματα και η γυναικεία σε ένα βάθος, που περισσότερο φτιάχθηκε για να προστατέψει τη δυσχερή κοινωνική θέση της. Η γυναικεία ευαισθησία, ωστόσο, είναι εκείνη που προελαύνει, για να αντικαταστήσει την ανδρική απλότητα και έναν συναισθηματικό κόσμο γεμάτο απορίες, οι οποίες επειδή ακριβώς θεωρούνται εύθραυστες δεν βρίσκουν ποτέ τη θέση τους ανάμεσα στη μυική δύναμη και τα ανδρογόνα, τις ορμόνες που καταδικάζουν τον άνδρα στην αιώνια ανωριμότητα. Κι ενώ το βάθος δεν συνεπάγεται περισσότερα δικαιώματα στην ψυχική ευφράδεια από την απλότητα, η δεύτερη αντιμετωπίζεται με ρατσισμό αμετροεπή, λες και η ίδια αποτελεί τη βάση του ακαταλαβίστικου.

Ο μπαμπάς είναι αυτό το πράγμα. Γίνεται περήφανος για τα παιδιά του, ενώ η μαμά είναι ήδη. Το πρόβλημα είναι στην κατανόηση: και ο μπαμπάς είναι ήδη αλλά με τη μαμά είναι τόσο άδολο και εμφανές που πάντα υπερκαλύπτει την πατρική εκτίμηση και υπερηφάνεια. Και ενώ δεν υπάρχει μόνο ό,τι δεν βλέπουμε, αφού το μόνο που μπορούμε να διακρίνουμε είναι οι πατρικές φιλοδοξίες, τότε πρέπει να αναρωτιόμαστε για την εκτίμησή του.

Υπάρχει ήδη μία φυσική ήττα στο πατρικό αξίωμα, κάποια που δεν βλέπουμε. Μόνο όταν χάνουμε αντιλαμβανόμαστε την ειρωνεία: να είσαι ένας Άτλας, που σηκώνεις μία οικογένεια στους ώμους σου και πρέπει να την κρατήσεις αρραγή, αντιλαμβανόμενος και τελικώς αποδεχόμενος τον κυνισμό της κοινωνίας και της ίδιας της ζωής. Ξεπουλώντας την ψυχή σου για μερικές στιγμές οικογενειακής σταθερότητας που είναι συνώνυμο της ευτυχίας, τις αξίες που ορκιζόσουν ότι θα υπερασπιστείς για πάντα όταν ήσουν νέος. Με παιδιά που είναι πολύ νωρίς για να συνειδητοποιήσουν τον αγώνα που κάνεις και που, όταν μεγαλώνουν τελικώς, και ενώ συνειδητοποιούν τον αγώνα, δεν μπορούν να σου πουν πλήρως ευχαριστώ διότι είναι υποχρεωμένα να κοιτάξουν τον εαυτό τους και τη ζωή τους και να τα κοιτάς να φτιάχνονται ενώσο εσύ γερνάς και μετράς τα χρόνια που σου απομένουν.

Αχ, καημένε μπαμπά. Σπατάλησες χρόνια από τη ζωή σου στα οποία αποφάσισες να μην είσαι ο εαυτός σου, να είσαι ο σκληρός τύπος που οι γιοι σου ανταγωνίζονται και που οι κόρες σου φοβούνται. Και δεν θα μάθει ποτέ κανείς, όσα χρόνια και αν περάσουν, ότι τους αγάπησες το ίδιο και ίσως με περισσότερη ένταση, με περισσότερο πάθος και έρωτα (από εκείνα που σε κάνουν άρρωστο, που κάνουν την καρδιά σου να πονάει) με τη μαμά.

Αλλά ας είναι: ποτέ δεν το διεκδίκησες. Στον θαυμαστό κόσμο σου τα παιδιά σου είναι το νούμερο ένα. Η ανιδιοτέλειά σου δεν στηρίχθηκε στα λόγια, αλλά στις πράξεις. Το να μην το εισπράξεις, όπως αναφέρει ο νόμος της αγοράς, είναι το τελευταίο που σε απασχολεί και, εδώ που τα λέμε, δεν σε απασχολεί καν.

Είσαι η πιο αδικημένη φυσιογνωμία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Και τι σαρκασμός, να μη σε νοιάζει.

—————

2015-06-19 17:07

Η στιγμή των φετινών πλέι οφ

 

Αφού το ΝΒΑ τελείωσε και τα πλέι οφ πέρασαν σε μία ιστορία που δεν ήταν ακριβώς μυθιστορία και αφού οι Γουόριορς πήραν το πρωτάθλημα σε ένα φεστιβάλ επιβίωσης, στο οποίο ήταν οι τελευταίοι που έμειναν όρθιοι. Έμοιαζε με διαγωνισμό ποτού στο οποίο έχανες μόνο αν λιποθυμούσες. Οι Γουόριορς ήταν τυχεροί, καθώς οι ομάδες με τις οποίες έπαιξαν για να φθάσουν στην κορυφή του πρωταθλήματος αντιμετώπισαν προβλήματα τραυματισμού. Αλλά τυχερές είναι οι περισσότερες ομάδες που κατακτούν το τρόπαιο.

Οι τελικοί ήταν κάπως άσχημοι. Οι Γουόριορς νίκησαν τους Καβαλίερς χωρίς να μπορέσουν να βρουν ρυθμό στο παιχνίδι τους, παρά μόνο στα διαστήματα που το Κλίβελαντ έμεινε από βενζίνη. Η στιγμή των πλέι οφ δεν τους ανήκει.

Θα το πω όπως το λένε στο χωριό του Κόρεϊ Τζόζεφ: God, I miss the Spurs.

Η μεγαλύτερη στιγμή των πλέι οφ είναι μακράν το καλάθι του Κρις Πολ στο τελευταίο δευτερόλεπτο του έβδομου ματς για τον πρώτο γύρο των πλέι οφ στη Δύση. Εκεί σταμάτησαν τα πλέι οφ για μένα, υπό την έννοια της πωρωμένης παρακολούθησης.

Τι εννοώ;

Οι τελικοί του 2013 είναι από τους καλύτερους που έχουν γίνει ποτέ και το έκτο παιχνίδι τους είναι το κορυφαίο σε συγκεκριμένη σειρά, κατά τη γνώμη μου, από τότε που οι Φοίνιξ Σανς νίκησαν στο Σικάγο σε τρίτη παράταση στον τρίτο τελικό του 1993. Ακόμα και το έβδομο ματς, που έχασε το ταπ ιν ο Τιμ Ντάνκαν, ήταν απίστευτο. Και πέρυσι έγινε το θαύμα. Όχι η επικράτηση των Σπερς στους τελικούς με σκορ 4-1, αλλά το μπάσκετ που έπαιξαν, που μέσα σε ένα τρίλεπτο μπορούσαν να πετύχουν 15 διαδοχικούς πόντους και να νικήσουν με περίπατο. Που σούταραν με σχεδόν 70% ποσοστό ευστοχίας στο πρώτο δωδεκάλεπτο του τρίτου τελικού. Που διέλυσαν τους Χιτ μέσα στην έδρα τους με το passing game. Που είχαν τον Μπορίς Ντιό.

Πω πω. Ο Μπόρις Ντιό. Να βάλω κρασάκι;

Σε κάθε έννοια ψυχαγωγίας, που αφορά στον θεατή, δεν πρέπει να εκλείπει η διάσταση που θα τον διασκεδάσει. Μπορεί ο αθλητισμός να είναι από μόνος του εχέγγυο για τη διασκέδασή του, αλλά για φανταστείτε το: να κάθεσαι μπροστά σε έναν υπολογιστή στις 4 το πρωί, με τα μάτια να ψιλοκλείνουν από τη νύστα για να παρακολουθήσεις κάτι που μπορεί να είναι άσχημο; Δε μετανιώνεις στο τέλος, παρ’ όλα αυτά την επόμενη φορά το σκέφτεσαι πριν το κάνεις. Τα stream μοιάζουν περίπου με λοταρία. Μπορεί να παίξουν, αλλά μπορεί και να μην παίξουν. Μπορεί να σπαταλήσεις ένα τέταρτο για να ψάξεις να βρεις στο ίντερνετ μία εικόνα που δεν θα κολλάει, που δεν θα ακούγονται ήχοι από άλλη εκπομπή που παίζει εκείνη την ώρα, που δεν θα σου σπάσουν τα νεύρα οι διαφημίσεις που εμφανίζονται μπροστά στην οθόνη, με τα 20 δευτερόλεπτα αντίστροφης μέτρησης για να περάσουν ή με την ανυπομονησία σου να εκδηλώνεται πατώντας ένα χ, που ως αποτέλεσμα έχει να ανοίγουν νέες σελίδες.

Υπάρχουν προτεραιότητες, ακόμα και στον θαυμαστή των σπορ. Αν δεν σε ξέρεις, σε μαθαίνεις μέσα από τέτοιες διαδικασίες οι οποίες είναι ψυχοφθόρες. Είδα ένα ημίχρονο του δεύτερου τελικού φέτος, όλο τον πέμπτο τελικό και βρέθηκα σε θέση να παρακολουθήσω τον έκτο ενθουσιασμένος, διότι είχε προηγηθεί το Αργεντινή-Ουρουγουάη για το Κόπα Αμέρικα (μία από τις πέντε ειδικές αθλητικές καταστάσεις- πέραν των Ολυμπιακών Αγώνων και των παγκόσμιων διοργανώσεων- που θα ήμουν διαθέσιμος να μείνω άυπνος για να παρακολουθήσω ή έστω να κοιμηθώ ελάχιστα. Έψαξα το κανάλι που θα έδειχνε τον πέμπτο τελικό και κάθε πέντε δευτερόλεπτα κολλούσε. Δεν μπορούσε κανένα να δείξει το παιχνίδι χωρίς κάποια διακοπή που θα κρατούσε σχεδόν μισό λεπτό. Και ενώ είμαι γενικώς υπάκουος στα παιχνίδια του ίντερνετ, στο ημίχρονο έκλεισα τον υπολογιστή και πήγα να κοιμηθώ. Δεν κοιμήθηκα κατευθείαν, συνδέθηκα με μία ιστοσελίδα που είχε ζωντανή ενημέρωση και τελικά το παράτησα όταν σιγουρεύτηκα ότι οι Γουόριορς είχαν εξασφαλίσει το πρωτάθλημα και δεν γινόταν να απειληθούν από τους Καβαλίερς. Το επόμενο μεσημέρι μπήκα απλώς για να το επιβεβαιώσω, δίνοντας μία πιθανότητα στον ΛεΜπρόν να έχει ανατρέψει την κατάσταση, αλλά πάντως χωρίς το στοιχείο της αγωνίας που έχω σε ανάλογες περιπτώσεις.

Ας πούμε ότι πρόπερσι και πέρυσι δεν επρόκειτο να φύγω στο ημίχρονο. Ήμουν διατεθειμένος να βγάλουν φουσκάλες τα δάχτυλά μου για να παρακολουθήσω τους Σπερς να παίζουν με τους Χιτ και όλο αυτό μπορεί να γινόταν για μία ευθεία πάσα του Μάνου Τζινόμπιλι από τη μία γωνία στην άλλη (είναι εκπληκτικό πόσες γκραβούρες του Αργεντινού δεν έχουν ξαναγίνει στην ιστορία του μπάσκετ) ή μία πιρουέτα του Ντιό που με έκπληξη, κάθε φορά, παρατηρούσα ότι τον έβγαζε μόνο του κάτω από το καλάθι. Ο Μπόρις ήταν ένας μελαψός Μπαρίσνικοφ με μπόλικη χοληστερίνη. Πρόπερσι και πέρυσι είδα 12 τελικούς ΝΒΑ και μπόλικα παιχνίδια των πλέι οφ, κάτι που έχω να κάνω χρόνια.

Φυσικά, δεν μπορείς να μείνεις ασυγκίνητος μπροστά στον Κάρι ή στον τρόπο που έδινε τον αγώνα επιβίωσής του ο Τζέιμς, ο οποίος κέρδισε ένα κλικ συμπάθειας από το πρόσωπό μου (αλλά όχι κάποιο που δεν είχα πρόχειρο). Αλλά οι Γουόριορς δεν μπορούσαν να κινήσουν την μπάλα όπως οι Χιτ: ο Κάρι ήταν χορευτής από τη Λίμνη των Κύκνων αν αυτή γινόταν παιχνίδι στο κινητό και μπορώ να πω ότι κάποια στιγμή περίμενα τον Κλέι Τόμπσον να πάρει μπροστά και να βάλει 10 διαδοχικούς πόντους: αλλά η αλήθεια είναι ότι νίκησε η ομάδα που ήταν πιο υγιής και που προϊόντος του χρόνου επωφελούνταν από την τακτική της.

Θα ήθελα να είμαι ο Στιβ Κερ. Να μην είμαι εγώ και να είμαι ο Στιβ Κερ. Φυσικά θα ήθελα να είμαι καμιά πεντακοσαριά άνθρωποι ακόμα, οπότε για ποιο λόγο να σπαταληθώ για να γίνω ο Κερ; Μόνο που να είμαι παίκτης που έχει κατακτήσει πρωτάθλημα με τους Μπουλς και τους Σπερς, να έχω βάλει νικητήριο σουτ σε έκτο τελικό- το τελευταίο καλάθι του πρωταθλήματος- να έχω θητεύσει δίπλα στον Φιλ Τζάκσον και τον Γκρεγκ Πόποβιτς, να είμαι σχολιαστής δικτύων και μετά να είμαι ρούκι προπονητής που κατακτά το πρωτάθλημα στην πρώτη χρονιά του; Εννοείται. Εδώ, να μου πεις, θα μπορούσα κάλλιστα να αλλάξω ρόλους με τον Όμηρο Σίμπσον.

Απλώς, ως θεατής, δεν τρελαινόμουν κιόλας. Οι Σπερς πέρυσι διέλυσαν τους Χιτ: θα έβλεπα και τα τέσσερα παιχνίδια στα οποία νίκησαν σε επανάληψη, από την αρχή ως το τέλος. Με διαφημίσεις, δεν έχω αντίρρηση. Θα αγωνιούσα για το σερί και θα απολάμβανα την κάθε στιγμή του, από τότε που δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι θα υλοποιούνταν έως τη στιγμή που οι αντίπαλοι θα έμεναν κατάκειτοι στο τερέν και η παρέα του Ντάνκαν θα προέλαυνε για την τελική νίκη.

Οι Κλίπερς ήταν αρκετά ηλίθιοι ώστε να χάσουν το προβάδισμα του 3-1 με τους Ρόκετς για να τους αφησουν να προκριθούν: σε σημείο που σκεφτόμουν ότι παρά το γεγονός ότι είχαν ευκαιρία να νικήσουν, έπρεπε να αφήσουν τους Σπερς να περάσουν. Μετά θα νικούσαν στα 5 τους Ρόκετς και θα έπαιζαν με τους Γουόριορς στους τελικούς της Δύσης, οπότε και αυτά θα ήταν παιχνίδια που θα άξιζε να παρακολουθήσεις, ό,τι ώρα κι αν ήταν.

—————

2015-06-14 15:26

Για το '87

 

Όταν πηγαίναμε στην Φραγκόκκλησα για να δούμε τους συγγενείς μας, περνούσαμε από το ΟΑΚΑ. Πήγαμε εκεί το Πάσχα, δύο μήνες πριν, και θυμήθηκα την πρώτη φορά που βρέθηκα εκεί: ήταν τον Ιούνιο του 1991. Μας είχε πάει ο πατέρας μου, αλλά δεν θυμάμαι τίποτα από εκείνη την επίσκεψη. Αυτό που μου έχει μείνει είναι να περνάμε μπροστά από το Ολυμπιακό Στάδιο και να σφυρίζω το «Final Countdown». Το γεγονός ότι το Ευρωμπάσκετ του 1987 έγινε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας ήταν από ήσσονος έως μηδαμινής σημασίας για ένα αγόρι 10 χρονών, που το μόνο που το ένοιαζε τότε ήταν τα σπορ και η έλξη προς τα κορίτσια.

(Είναι εκπληκτικό πώς, 24 χρόνια μετά, δεν έχει αλλάξει κάτι δραματικά. Φυσικά υπάρχουν προβλήματα βιωσιμότητας και ανησυχία για το μέλλον, αφού με εντυπωσιακό τρόπο όλα βρίσκονται στο μηδέν, αλλά η βάση είναι τα σπορ και τα κορίτσια. Οποιοδήποτε κι αν είναι το status quo).

Όλοι περνάμε τις καψούρες μας.

Γεννήθηκα και ο Νίκος Γκάλης έπαιζε στον Άρη. Μάλιστα, τη χρονιά που γεννήθηκα, ο Άρης είχε πάρει για προπονητή τον Ντούσαν Ίβκοβιτς. Η αυτοκρατορία του δεν είχε αρχίσει ακόμα. Ο Αντρέας ήταν προφανώς εκείνος ο τύπος που θα άλλαζε την Ελλάδα (και την άλλαξε, έστω κι αν δεν έγινε με τον τρόπο που κάποιος φανταζόταν). Το 1987, στην έκτη χρονιά διακυβέρνησής του, ο Αντρέας είδε τον Γκάλη να του παίρνει την πρωτοκαθεδρία στη δημοφιλία. Ήταν ο πιο διάσημος Έλληνας εκείνου του έτους. Και η Ελλάδα ήταν στην κορυφή της Ευρώπης.

Ο Γκάλης ήταν Μάγος. Δεν υπήρχε τίποτα που να μην μπορεί να κάνει. Ήταν βγαλμένος από τη συνομοταξία του Χάρι Πότερ, λες και η Τζέι Κέι Ρόουλινγκ ήξερε τον Γκάλη αλλά προτίμησε για ήρωά της τον Χάρι, διότι το ζητούμενο ήταν να υποφέρει αυτός από τον Βόλντεμορτ και όχι να γίνει το ανάποδο. Ο Γκάλης δούλευε πολύ, δούλευε εξωγήινα πολύ, δούλευε όπως δεν είχε δουλέψει ξανά μπασκετμπολίστας στην ιστορία. Κατά τη γνώμη μου, το χρυσό μετάλλιο της Εθνικής στο Ευρωμπάσκετ του 1987 είναι τρίτο μέσα στις 10 κορυφαίες στιγμές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού*.

-Το Euro 2004 (σόρι, αλλά μακράν).

-Το ασημένιο στο Μουντομπάσκετ του 2006 (είναι στη δεύτερη θέση λόγω της νίκης επί των Αμερικάνων).

-Το Ευρωμπάσκετ του 1987.

-Τα τέσσερα μετάλλια του Πύρρου.

-Το triplete του Κεντέρη σε Σίδνεϊ, Έντμοντον και Μόναχο από το 2000 έως το 2002.

-Η συμμετοχή του Παναθηναϊκού στα προημιτελικά του Champions League του 2002 (καλύτερο από το 1996, διότι έπρεπε να προκριθεί από 2 ομίλους για να φθάσει εκεί και τρόμαξε την Μπαρτσελόνα στο «Καμπ Νου» με τρόπο πραγματικά αξιομνημόνευτο).

-Τα διαδοχικά μετάλλια της Χρυσοπηγής Δεβετζή στους Ολυμπιακούς του 2004 και του 2008, αλλά και το χάλκινο στο Παγκόσμιο του 2007.

-Τα διαδοχικά χρυσά του Γιαννιώτη στα 10 χλμ. Παγκόσμιου ανοικτής θάλασσας, το 2011 και το 2013 με τη «σφήνα» της τέταρτης θέσης στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου του 2012 και την κατάκτηση της πρώτης θέσης στο Παγκόσμιο Κύπελλο της FINA εκείνη τη χρονιά.

-Το χρυσό της Πατουλίδου στα 110μ. με εμπόδια στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης το 1992, το πρώτο γυναικείο χρυσό μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες.

-Η τριετία της εθνικής πόλο Γυναικών από το 2009 έως το 2011 και εκείνη της εθνικής πόλο Ανδρών από το 2003 έως το 2005 (μισή μονάδα το καθένα· θα έπρεπε να τα χωρίσω, αλλά δεν θα χωρούσαν και τα δύο στη δεκάδα, οπότε η δολιοφθορά το επιτάσσει).

*Εδώ πρέπει να γίνει αναφορά και στις κατακτημένες Ευρωλίγκες του 2002 από τον Παναθηναϊκό και του 2012 από τον Ολυμπιακό. Ένα ποδοσφαιρικό κατόρθωμα σαν αυτό που πέτυχαν οι «πράσινοι» του 2002 δεν μου φαίνεται ανώτερο, αλλά είναι 12 παιχνίδια σε ομίλους με ομάδες όπως η Άρσεναλ και η Ρεάλ Μαδρίτης και νίκη επί της Μπαρτσελονά στη Λεωφόρο στον πρώτο προημιτελικό.

Για μένα, ο Γκάλης είναι στους 10 κορυφαίους αθλητές στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Τον έχω πρώτο στη λίστα μου.

-Νίκος Γκάλης.

-Πύρρος Δήμας.

-Κώστας Κεντέρης.

-Πηγή Δεβετζή.

-Σπύρος Γιαννιώτης.

-Γιώργος Καραγκούνης.

-Παναγιώτης Γιαννάκης.

-Κωνσταντίνος Τσικλητήρας.

-Νίκος Κακλαμανάκης.

-Γιώργος Αφρουδάκης.

Τα κριτήρια, ασφαλώς, είναι υποκειμενικά και οι λίστες αφήνουν μία μεγάλη περίοδο του ελληνικού αθλητισμού απ’ έξω. Θα μπορούσαν να χωρέσουν ιστιοπλόοι, κωπηλάτες και γυμναστές, αληθινοί αθλητές που δεν παίρνουν ούτε μέρα ρεπό. Εκείνοι οι τύποι που ξυπνούν στις 6 το πρωί και ντύνονται για να μπουν στην οκτάκωπο στην Καστοριά την 1η Γενάρη, με τη θερμοκρασία του νερού κάτω του μηδέν. Θα μπορούσα να έχω τον Ιωάννη Μελισσανίδη ή τον Δημοσθένη Ταμπάκο, τον Βασίλη Πολύμερο ή τη Σοφία Μπεκατώρου, τον Τάσο Μπουντούρη ή τον Στέλιο Μιγιάκη. Ακόμα και τον Ακάκιο Καχιασβίλι. Ίσως να έπρεπε να το σκεφτώ ξανά για τον Μίμη Δομάζο, τη Βούλα Πατουλίδου, τον Ανδρέα Μουράτη, τον Φαίδωνα Ματθαίου και τον Γιώργο Κούδα ή τον Παναγιώτη Γκιώνη. Τι να πω: είμαι ρηχός. Το πρώτιστο κριτήριο είναι η διάρκεια, οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Οι υπερβάσεις του αθλητή σε κακομαθαίνουν και ο ελληνικός αθλητισμός μπορεί να βρίσκεται σε άσχημο φεγγάρι, αλλά πλέον ξέρουμε καλύτερα από κάθε άλλη εποχή τι κάνουν αυτά τα παιδιά για να μπορούν να διακρίνονται. Κυρίως, τι κάνουν οι άλλοι μεγάλοι αθλητές από άλλες χώρες που τους ανταγωνίζονται. Ίσως αβαντάρω την εποχή μου, αλλά από την πλευρά της ενημέρωσης είναι η πληρέστερη. Αν ζούσα τη δεκαετία του ’50, μπορεί να είχα πρώτο κάποιον παίκτη του Πανελλήνιου. Είναι πού σε βρίσκει η πετριά, αν και νομίζω ότι η επιλογή του Γκάλη πρέπει να βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους ανθρώπους. Μαζί με τον Γιαννάκη έβαλαν τη γυμναστική στο μπάσκετ: ήταν πιονέροι από αυτήν την άποψη και παρά το γεγονός ότι το έκαναν μόνοι τους, έφεραν την εξέλιξη που αυτήν τη φορά ήταν και πρόοδος.   

Έχουν περάσει 28 χρόνια από την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του ’87. Από την ψυχραιμία του Ανδρίτσου, από τις βολές του Καμπούρη, από τα ανοσιουργήματα του Γκάλη, που θα έκαναν έξαλλους τους Ιταλούς μαστροπούς ιεροεξεταστές του 15ου αιώνα μετά Χριστόν. Αθλητικούς θριάμβους θα ζήσουμε ξανά: ήδη, στις 25 Απρίλη του 2015 πρωτόγνωρα συναισθήματα με κατέκλυσαν και για πάνω από ένα τριήμερο ο κόσμος ήταν διαφορετικός, ζούσα μέσα σε ένα μιλφέιγ παρέα με την Τίνκερμπελ. Και υπό αυτήν την έννοια, το 1987 ήταν κάτι άλλο. Θυμάμαι πράγματα από αυτό, να βγαίνω στο μπαλκόνι για να δω τον κόσμο και ο πατέρας μου να με μαζεύει έξαλλος, να πηγαίνουμε σε ξενοδοχείο για να κοιμηθούμε αφού οι γονείς μου δεν ήξεραν πώς να λειτουργήσουν τον κλιματισμό και να νομίζω ότι είναι το Χίλτον μέχρι που προσφάτως έμαθα (χωρίς να το θέλω διότι ήξερα ότι δεν πρέπει να το μάθω) ότι ήταν ένα φτηνό στην πλατεία Αμερικής. Το λόμπι που κάθισα με τον μπαμπά μου για να δούμε το χαμένο ματς με την Ισπανία, ωστόσο, μου φαινόταν τεράστιο και για αυτό θα επιμείνω σε ό,τι αφορά το Χίλτον.

Όσοι μπορούν να θυμηθούν κάτι από εκείνη την εποχή έχουν αντίστοιχη εμπειρία. Η πρώτη σπουδαία σύναξη μετά τη μεταπολίτευση ήρθε τον Ιούνιο του ’87. Ονόματα όπως Γιουγκοσλαβία και Σοβιετική Ένωση έμοιαζαν με ιστορίες του Ουμπέρτο Έκο. Το υπόβαθρο ήταν θρησκευτικό. Και αν και αυτό όντως ήταν αμφιλεγόμενο, η μετάδοση του σπουδαίου Φίλιππου Συρίγου στην ΕΡΤ ήταν ο πρώτος οδηγός αισιοδοξίας που είχα για αυτό που πραγματικά ήθελα να κάνω.    

—————

2015-06-13 16:14

Τα μεγαλύτερα αλάνια στην Αθήνα

Λογικά ήμουν μέσα στους 10 γηραιότερους ανθρώπους χθες το βράδυ στην Κωλέττη, στα Εξάρχεια. Όλος ο πεζόδρομος ήταν γεμάτος αφού ο «Καραγκιόζης» γιόρταζε τα 4 χρόνια του και είχαν κληθεί οι Χατζηφραγκέτα να κάνουν live. Και ήταν ποιοτικό, ασφαλώς, διότι με στίχους όπως το «κάνε ενδοφλέβεια, πρέζακά μου τρομερέ, σε πάω, είσαι τοξικομανής, είσαι ζέος ολικής μα πολύ σε αγαπάω», στον ρυθμό του «πήρα κόκκινα γυαλιά», δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.

Από το πρώτο τραγούδι τους που άκουσα ήμουν απολύτως συνειδητοποιημένος για ποιο λόγο μου άρεσαν σε σημείο να πάω μόνος, τουλάχιστον στην αρχή και πριν έρθει η Σοφία, και να είμαι σε ένα κοινό περίπου 200 ανθρώπων, για να τους ακούσω ζωντανά. Ήταν από την αρχή ξεκάθαρο ότι παρά το γεγονός πως δεν ταίριαζαν στον τρόπο ζωής που κάνω, προκαλούσαν μία ευθυμία η οποία γίνεται να εξηγηθεί.

Πριν επιστρέψετε στο κείμενο, πατήστε πάνω σε αυτή τη διεύθυνση για να ακούσετε το έκτο καλύτερο κουπλέ και το δεύτερο καλύτερο ρεφρέν όλων των εποχών, στην ιστορία της παγκόσμιας ανθρωπότητας που λέει και ο φίλος μου ο Αντώνης. Αυτό το βίντεο παίζει να είναι το χειρότερο από εκείνα που τραβήχθηκαν στη συγκεκριμένη συναυλία και από εκείνα που τραβήχθηκαν σε όλες τις προηγούμενες συναυλίες στον Milky Way τα προηγούμενα 62 χρόνια.

www.youtube.com/watch?v=3F3RXP-F4F0&feature=youtu.be

Είχα πάντα πρόβλημα με τις βρισιές. Ειδικά όταν έβγαιναν από το στόμα κοριτσιών. Τώρα τελευταία, βεβαίως, πληροφορούμαι ότι είμαι σεξιστής και πρέπει να το κόψω. Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει να βρίζει ένα κορίτσι μια στο τόσο: ας πούμε, μία φορά στις 10 μέρες, ώστε να έχει νόημα αυτό που κάνει και θέλει να περάσει. Κι από την άλλη μεριά, δεν μπορούσα τα μπινελίκια στα τραγούδια. Εκτός από εκείνα των Χατζηφραγκέτα, που αποδείχθηκαν η εξαίρεση της δικής μου ανοχής απέναντι στα βρισίδια.

Οι τύποι έπαιξαν μιάμιση ώρα για τα παιδιά που ήρθαν. Μπορούσες να παρακολουθήσεις τη συναυλία με μηδέν ευρώ: να πας να μπαστακωθείς στον χώρο που τραγουδούσαν και να σταθείς για να απολαύσεις κάποια από τα κομμάτια τους. Δεν είχε εισιτήριο και δεν ήσουν υποχρεωμένος να πάρεις ποτό ή μπύρα (προσωπικώς, ποτέ δεν είμαι υποχρεωμένος να πάρω μπύρα: πάντα θέλω να το κάνω). Όπως έγραψα και προσφάτως, κάποιος θα ίδρωνε, κάποιος θα έλεγε για ποιο λόγο έπαιξαν τόσο λίγο, λες και έδωσε τα μαλλιοκέφαλά του για το εισιτήριο και ήθελε να τραγουδάνε ένα τρίωρο. Εγώ λέω, όπως ο Λούι Σί Κέι, ότι ένας τύπος ανακάλυψε ότι του χρωστάνε κάτι σε ένα χώρο στον οποίο μπορούσε να βρίσκεται τζάμπα και στον οποίο η μπύρα κόστιζε 1,5 ευρώ.

Η αληθινή αίσθηση που μου άφηναν οι Χατζηφραγκέτα και η οποία δε με εγκατέλειψε, ήταν εκείνο το ψυχικό αγαθό που θα ήθελα πραγματικά να αποκτήσω: το γεγονός ότι δεν παίρνουν στα σοβαρά τον εαυτό τους. Όλη η ανθολογία των στίχων, ακόμα και των κινήσεων, ξεπηδάει από το πάνθεον του σαρκασμού, μοιάζουν με τους Έλληνες μουσικούς Μόντι Πάιθον, αλλά με τρόπο που όλοι μπορούν να καταλάβουν τα αστεία τους. Είχαμε δει κάποτε με την Έλενα ένα έργο των Μόντι Πάιθον, τους Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης, και γελούσε ασυγκράτητα σε κάθε σκηνή της ταινίας. Πάει πολύς καιρός, βεβαίως, πραγματικά πολύς, όσο κι αν δεν φαίνεται.

Καμιά φορά θα τους βγει κάποια ευαισθησία όπως στο τελευταίο κουπλέ του «Η Φράπα είναι Ντόπα» ή στο «Σχολείο», αλλά στη δεύτερη περιπτώση προλαβαίνουν να τη διακορεύσουν πριν καν ξεμυτίσει. Η σάτιρά τους είναι εκπληκτική: ακούς το κοινό να ουρλιάζει «δεν παίζω μπάλα σαν τον Οφορίκουε», ή το «ό,τι μυρίζει να γυρίζει και ας είναι Αλβανός». Είναι ανεκτίμητο, διότι όντως σε κάνουν, αφού σου αρέσει η παραγωγική διαδικασία, να θέλεις να τραγουδήσεις με όλη την καρδιά σου.

Μετά το «ό,τι μπαίνει και δεν μπαίνει βάλτο στο σακβουαγιάζ», που επιμένω ότι είναι ο καλοκαιρινότερος στίχος όλων των εποχών*, υπάρχει τώρα ένας άλλος που παίρνει τη θέση του: «Είσαι σαν ποίημα σουρεάλ και σαν χηνάρι της Ρεάλ μέσα στο “Μπερναμπέου”».

Θυμάμαι τους «γκαλάκτικος» να φέρνουν «Χ» στο «Μπερναμπέου» με τη Μαγιόρκα ή τη Ράγιο Βαγιεκάνο. Να παίζει ο Ζιντάν, ο Φίγκο, ο Μπέκαμ, ο Ρονάλντο απέναντι σε μία ισπανική ομάδα που δεν θα έβγαινε στην Ευρώπη ή θα πάλευε για να μην υποβιβαστεί και θα ερχόταν 1-1 ή 2-2. Και πάντα θα μου άφηνε ένα κενό, μία αίσθηση ότι η Ρεάλ έκανε φάρσες σε όλους, όσους, εν πάση περιπτώσει, περίμεναν ότι θα ήταν κάπως σοβαρή. Και ενώ ποτέ δεν ήταν μία στιβαρή ομάδα, εκείνες τις χρονιές είχε κάτι το πολύ μελαγχολικό που ταυτοχρόνως ήταν ειρωνικό: οι παίκτες της δεν νοιάζονταν, ήταν με τις μέρες τους. Και ενώ ο Κασίγιας έχει κατακτήσει τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών με τη Ρεάλ, δεν έχω ξαναματαδεί τερματοφύλακα μεγάλης ομάδας να υποφέρει τόσο πολύ όσο ο ίδιος στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του μιλένιουμ και για σχεδόν... 10 χρόνια. Με κάποιον τρόπο, ο συγκεκριμένος στίχος μοιάζει εξαιρετικά ταιριαστός, πόσω μάλλον όταν δίνουν στους ακροατές το πάτημα για να ουρλιάξουν, «μέσα στο Μπερναμπέου».

Δεν μπορώ να δώσω συγκεκριμένη απάντηση στη μουσική που ακούω, πέραν του να είμαι θαυμαστής του Φοίβου Δεληβοριά, μία κατάσταση που θα συνεχιστεί στο διηνεκές. Όταν όμως οι Χατζηφραγκέτα ραπάρουν, σε ελάχιστες περιπτώσεις, και παραδέχονται ότι για να ρίξουν την γκόμενα αναγκάζονται να «αντιγράφω τον Μεντζέλο», όταν αποθεώνουν την Τσαπανίδου, όταν ειρωνεύονται τον κόσμο «κράζοντας» σε τραγούδι τον Τσίπρα, είναι τα μεγαλύτερα αλάνια στην Αθήνα. Μπορεί να έχω ροπή προς το να βρίσκω δικαιολογίες, αλλά η ταχύτητα με την οποία εξαπολύουν τα κωμικά τερτίπια τους είναι δεδομένο ότι θα οδηγήσει σε παρεξηγήσεις, είναι αυτή άλλωστε μία σημαντική διάσταση της κωμωδίας. 

—————

2015-06-12 16:31

Το έσχατο σημείο

Η φίλη μου η Κατερίνα λέει ότι το ταλέντο μου στην αντιμετώπιση των γυναικών ως ερωτικά στοιχεία είναι κάπως αμφιλεγόμενο. Η πρώτη φορά που αναφέρθηκε σε αυτό ήταν το 2008. Έπειτα δεν αναφέρθηκε ξανά. Αλλά ήταν σαν να το έλεγε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, διότι έπαιζε στο μυαλό μου. Εξ ου και η χρήση του ενεστώτα στην πρώτη πρόταση.

Ο κάθε ένας από εμάς έχει υπερβατικές στιγμές: αν για κάποιον είναι εύκολη μία κίνηση και για κάποιον άλλο όχι, η υπερβατική στιγμή του δεύτερου είναι καθημερινότητα για τον πρώτο. Τούτο φέρνει μία στιγμιαία ανωτερότητα. Αν πολλές καθημερινές στιγμές του πρώτου γίνονται υπερβάσεις για τον δεύτερο, τότε υπάρχει μία δομική ανωτερότητα. Οι άνθρωποι ασχολούνται με αυτά, κυρίως εκείνοι που (νομίζουν ότι) είναι ανώτεροι από τους περισσότερους στην καθημερινή ρουτίνα τους. Εκείνοι που δεν ασχολούνται και θεωρούν ότι όλο αυτό είναι μία ανοησία, έχουν εν μέρει δίκιο: είναι, όντως, μία ανοησία, αλλά από την άλλη πλευρά μάλλον ανήκουν στην πρώτη κατηγορία. Είναι και αυτός ένας τρόπος για να συντηρείται ο καπιταλισμός, ένα σύστημα το οποίο είναι κυρίαρχο στον κόσμο και το οποίο βασίζεται στην ψευδαίσθηση της δύναμης του ανθρώπου να φτιάχνει τη μοίρα του. Ό,τι δημιουργεί θέμα δύναμης, φτιάχνει την ανισότητα. Σίγουρα δεν είναι μόνο μυικό ζήτημα, αλλά χρειάζεται και ψυχική, πνευματική δύναμη. Και αυτό μοιάζει να είναι κάπως δίκαιο, όσο κι αν ένας κόσμος γεμάτος ειρήνη και ισότητα θα παραμείνει το απόλυτο όραμα για τους ιδεαλιστές.   

Το θέμα με τα κορίτσια είναι το εξής: ψάχνεις λίγη αύρα και λίγη εύνοια που θα μπορούσαν να υφάνουν ένα πέπλο προστασίας. Και μετά την καταστρέφεις, επειδή δεν νιώθεις τυχερός που σου συνέβη. Μοιάζεις με τσιφλικά που περνάει από τα χωράφια για να πάρει την αμοιβή του από τον αγρότη. Αλλά δεν είσαι. Στην πραγματική ζωή ουδείς είναι ελεύθερος (με πρώτη αιτία τον φόβο μπροστά στην ελευθερία), αλλά ο καθένας είναι ελεύθερος να φεύγει από οποιαδήποτε δεσμά. Η ψυχολογική βία, η εξάρτηση, η συνήθεια που απορρέει από ορισμένες καθημερινές κινήσεις είναι σίγουρα ένα τείχος που πολύ δύσκολα διαβαίνεται, αλλά είναι εκπληκτικό, όταν το κάνεις, το στοιχείο με το οποίο φτιάχθηκε: ένα ιλαρό τείχος από καουτσούκ, από ελαφρόπετρα.

Όταν παίρνω την απόφαση να μιλήσω σε ένα κορίτσι νιώθω εντάξει: πριν την κίνηση μοιάζει να μην έχει σημασία τι θα γίνει παρακάτω. Η ίδια η κίνηση από μόνη της έχει δύναμη, είναι στέρεη, μοιάζει να προέρχεται από εκείνα που έχω μάθει. Μόλις γίνει η κίνηση, πρέπει να παραμείνω στην προτέρα κατάσταση: να αδιαφορήσω για ό,τι γίνει παρακάτω και να είμαι ευχαριστημένος για τον εαυτό μου. Και είμαι, μέχρι που διαπιστώνω έντρομος ότι ό,τι έχω κάνει μπορεί να είναι το έσχατο σημείο στη ζωή μιας γυναίκας.

Μου έχει τύχει, για παράδειγμα, το εξής: να στείλω αίτημα φιλίας στο Facebook σε κάποια που είναι θαμώνας στο μαγαζί μου είμαι κι εγώ. Που δεν την έχω παρατηρήσει, δηλαδή, μία φορά, αλλά που έρχεται στο μαγαζί και δεν μοιάζει να είναι κάποια που δεν... παίζει στη λίγκα μου. Αυτό, με μία αλληλουχία γεγονότων η οποία δεν ενέχει στοιχεία δράματος, καταλήγει στο εξής σκηνικό: να μπαίνω στο ίδιο μαγαζί που είναι παρούσα. Να αλλάζει θέση με μία φίλη της προκειμένου να κρυφτεί από την οπτική γωνία μου. Και όταν είναι να φύγουν, να κάνει σχέδιο δράσης προκειμένου να αποφύγει την οποιαδήποτε επαφή μαζί μου. Να βγαίνει από το μαγαζί η πρώτη, να βγαίνει η δεύτερη κοιτάζοντας πίσω της με την ελαφριά απορία για ποιο λόγο έπρεπε να συμβεί αυτό και η ίδια, ερχόμενη από την τουαλέτα, να φεύγει με βήμα γοργό και ταχύ, δήθεν ότι την περιμένουν. Από εκεί και ύστερα όλα συνέβησαν γρήγορα: μπήκαν στο αυτοκίνητο με πρωτοφανή βιασύνη, αν και ήταν 2 τη νύχτα και το αμάξι κινούνταν λες και ήταν βγαλμένο από κόμικ. Το βλέπω μπροστά μου, σαν να συνέβη χθες. Και ακόμα αναρωτιέμαι για ποιο λόγο έχουμε μπει στην ενηλικίωση αν δεν μπορούμε να είμαστε ειλικρινείς τουλάχιστον σε αντιδράσεις για τις οποίες δεν έχουμε ενοχές και άρα δεν έχουν βάθος.  

Προφανώς, σε σχέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, δεν έχω καμία αντίρρηση να παραδεχθώ ότι ήμουν χαμένος χρόνος, μία φράση που χρησιμοποιούν οι γυναίκες για οτιδήποτε δεν καταλήγει κάπου. Αλλά σε μία τέτοια περίπτωση πρέπει να παραδεχθώ ότι για το συγκεκριμένο κορίτσι, που χωρίς να με γνωρίζει σπεύδει να απομακρυνθεί τρέχοντας από οποιοδήποτε πεδίο έχω δημιουργήσει (και χωρίς να έχω δημιουργήσει κανένα είδος πίεσης όπως, τουλάχιστον, γνωρίζω ότι υπάρχει), πρέπει να ήμουν το πιο ανάλαφρο έσχατο σημείο στη ζωή της. Το rock bottom, που λένε και οι Αμερικανοί. Φυσικά δεν διεκδικώ με αξιώσεις το να είμαι όντως, διότι αυτό προϋποθέτει κάποια αναθεματισμένη επαφή.

Είναι απίστευτο πόσο λιγότερα πράγματα γνωρίζω κάθε μέρα από την προηγούμενη. Η εμπειρία και οι καταστάσεις, λένε, σε κάνουν σοφότερο. Αυτό που θα ήμουν πρόθυμος να μοιραστώ ως γνώση είναι ότι το μπέρδεμα με τη σοφία έχει να κάνει με τη σύστασή της. Ανέκαθεν σκεφτόμουν ότι η σοφία είναι αέρας που γίνεται νερό και με τη σειρά του μετατρέπεται σε στέρεο. Ωστόσο θεωρώ ότι ο δρόμος είναι αντίθετος. Πρώτα υπάρχει ως στέρεο, μετατρέπεται σε ρευστό και μετά γίνεται αέρας, πριν ακολουθήσει ξανά, μάλλον, την αντίστοιχη διαδρομή όταν πραγματικά δεν έχει καμία σημασία: όταν είσαι γέρος θα δώσεις συμβουλές στους νεότερους που θα μοιάζουν με χρισμούς και ο καθένας θα κάνει αυτό που θέλει: οι δικές μας αποφάσεις και επιθυμίες είναι το τίμημα που πληρώνουμε για να διασχίσουμε αυτόν τον δρόμο. Αν ακούγαμε τους ανθρώπους που έπρεπε θα βρίσκαμε έναν τρόπο για να ζήσουμε με εσωτερική γαλήνη. Αλίμονο, όμως: αυτό είναι πιο σπάνιο από το να πιάσεις το τζόκερ των 9,5 εκατομμυρίων ευρώ και να μην μπορείς να εισπράξεις τα χρήματα.

—————

2015-06-10 16:12

Το χονδροειδές της αχαριστίας

Ο μικρόκοσμος του Facebook δεν είναι μικρόκοσμος. Οι χρήστες του μπαίνουν, άθελά τους, σε ένα παιχνίδι υποκρισίας. Αυτό υπαγορεύει τη δυνητικά αρχική θέση της «καλής» χρήσης και ενός μέσου ενημέρωσης, μόλια ταύτα καταλήγει σε ένα ηδονοπτικό παιχνίδι, σαν να έχει επιτραπεί από νόμο το να κοιτάζεις μέσα από την κλειδαρότρυπα, αν και δεν ήταν ποτέ τυπικά παράνομο. Η πρώτιστη «δήλωση» είναι ότι έχει πλάκα: μπορείς να ανεβάζεις φωτογραφίες, να ακολουθείς μεγάλα δίκτυα και να ενημερώνεσαι. Άνθρωποι με ταλέντο, όπως είναι ο Sombrero ή εκείνοι οι τύποι που έχουν το «Κουλούρι» και αυτή τη σελίδα με τις φωτογραφίες που λέγεται «ο Τοίχος έχει τη δική του υστερία», γίνονται κατευθείαν «sensations», που λένε οι Αμερικάνοι, δηλαδή αποκαλύψεις. Ή εκείνος ο τύπος που βρίσκεται πίσω από το ψεύτικο προφίλ του Πέτρου Γαϊτάνου.

Ωστόσο, υπάρχει ένα πελώριο ψέμα σε ό,τι αφορά το πώς οι άνθρωποι συνηθίζουν να εκφράζονται για το συγκεκριμένο μέσο διαδικτυακής κοινότητας. Η θέση της πλειοψηφίας αναφέρει ότι δεν επηρεάζει τη ζωή τους: αυτό είναι άτοπο εξ ορισμού. Οποιαδήποτε χρήση πραγμάτων επηρεάζει τη ζωή σου διότι καταλαμβάνει χώρο σε όλες τις διαστάσεις της. Παρ’ όλα αυτά, τούτο αποτελεί γενίκευση. Συγκεκριμένα, η χρήση του Facebook επηρεάζει τις προσωπικές σχέσεις, αναδεικνύει τις ελλείψεις των προσωπικοτήτων, εννοείται τη ματαιοδοξία, αλλά κυρίως δημιουργεί πεδία τσακωμών. Ο άνθρωπος είναι αρκετά χαζός ώστε να νομίζει ότι στον αβυσσαλέο κόσμο του feed, εκεί που 10 λεπτά μετά την τοποθέτηση οποιουδήποτε status σου ό,τι έχεις γράψει αποτελεί παρελθόν*, έχει σημασία η απήχηση που έχει η δήλωσή του. Όπως έχει πει και η Έιμι Πόουλερ για το ανδρικό μόριο στο σκετς «Really» του Saturday Night Live, που έγραφε ο Σεθ Μέγερς, «μη σας νοιάζει για το μέγεθος. Οι γυναίκες ενδιαφέρονται μόνο αν είναι πολύ μεγάλο ή πολύ μικρό».

*Θέλω να σου πω: ξέρω ότι το status σου είναι πολύ σημαντικό για σένα. Αλλά αυτό σημαίνει ότι είναι σημαντικό ακόμα και αν δεν είχε απήχηση ή δεν το έγραφες καν. Αν σε νοιάζει μόνο να έχει απήχηση; Δεν είναι σημαντικό. 

Οπότε ένα σχόλιο μπορεί να προκαλέσει τριβή ανάμεσα σε φίλους. Μία φωτογραφία μπορεί να γίνει αφορμή χωρισμού (δεν το δέχομαι ότι μπορεί να είναι η αιτία: ο άνθρωπος είναι χαζός γενικώς, αλλά δεν είναι τόοοσο χαζός). Ζευγάρια τσακώνονται μέσα στο Facebook, εκεί που δεν μπορεί να έχεις ποσοστό άνω του 80% επιτυχίας στο να καταλάβεις το ύφος του άλλου. Τσακώνονται στο τηλέφωνο για κάτι που έγινε στο Facebook. Επίσης, στο σημείο της απόλυτης παράκρουσης, τσακώνονται για κάτι που δεν έγινε σε αυτό (ρωτήστε την πρώην μου). Αλλά όλα αυτά, αγαπητέ αναγνώστη- που θα μου κάνεις τη χάρη να διαβάσεις το κείμενο αυτό, ε; Ένα like ίσως; Τι; Share;  Ωωωω, αυτό περιποιεί τόση τιμή για μένα· να κεράσω καφέ, σλουρπ- ωχριούν μπροστά στην αληθινή μάστιγα του Facebook, που είναι τα σχόλια για τον καιρό.

Ο άνθρωπος είναι αρκετά αφελής για να ασχολείται με τον καιρό ούτως ή άλλως, λες και είναι κάτι που μπορεί να βάλει το χέρι του και να αλλάξει. Επειδή, όμως, ασχολείσαι και με άλλες καταστάσεις που ουσιαστικά δεν μπορείς να επέμβεις- ωστόσο αυτές αφορούν στη γη, σε κάτι που επειδή ο άνθρωπος έχει ενέργεια και δημιουργεί πεδίο είναι δυνατόν να επηρεάσει έστω και ελάχιστα- ο καιρός είναι η μεγαλύτερη ανοησία που έχω ακούσει. Σούπερ ντούπερ ούλτρα κουαντρούπερ μπόνους ενάντια σε αυτήν την επιχειρηματολογία; Κάποιοι έγιναν ζευγάρια και ο πρώτος λόγος του άντρα προς τη γυναίκα ήταν «ωραίος καιρός σήμερα». Διάολε, κάποιοι είναι παντρεμένοι 50 χρόνια με αυτόν τον τρόπο.

Τον τελευταίο καιρό, με τον Ιούνη να κάνει στην Αθήνα τη χάρη να είναι γαμάτος, οι Αθηναίοι παραπονιούνται ότι αργεί το καλοκαιράκι. Για ποιο λόγο παραπονιέται ο Πατησιώτης για αυτό; Επειδή θέλει να κάνει μπάνια; Αν δουλεύεις, εργάζεσαι 471 ώρες τη μέρα και αν είσαι άνεργος δεν έχεις λεφτά. Πώς ακριβώς θα κάνεις μπάνιο στη Βουλιαγμένη; Για ποιο λόγο θέλεις να κάνει ζέστη και να έχει 35 βαθμούς Κελσίου αν δουλεύεις στην Πειραιώς;  

Ωστόσο, είναι ένα σπουδαίο παράδειγμα για να φανεί η Αχαριστία. Η οποία είναι το νόθο παιδί της Περιέργειας στο one night stand που έκανε μια φορά στην Ποντγκόριτσα με τον Εγκέφαλο.

Η αχαριστία δεν είναι, κατά τον Δάντη, η μητέρα όλων των κακών. Αλλά είναι η ετεροθαλής αδελφή της Αλαζονείας, του παιδιού του Εγκεφάλου από τον γάμο του με την Αδηφαγία (η οποία είναι καταφερτζού και κτητική) στο Λεσότο.

Ο Λούι Σι Κέι είναι ένας Αμερικάνος κωμικός, και μάλιστα από τους πολύ ποιοτικούς που διαθέτουν αυτήν τη στιγμή οι ΗΠΑ. Η ρουτίνα του προκαλεί σαγήνη, διότι καταπιάνεται με πράγματα που συμβαίνουν στην καθημερινότητα και εξάγει φιλοσοφικά συμπεράσματα από αυτά. Η φιλοσοφία, στον σύγχρονο κόσμο, δεν είναι ένας δρόμος προς την ελευθερία όπως συνέβαινε τον Μεσαίωνα: αρκείται σε δύο καταστάσεις. Η πρώτη είναι «το έχω σκεφτεί και δεν το έχω εκφράσει έτσι» και η δεύτερη, «θα μπορούσα να το έχω σκεφτεί κι εγώ».

Εξάλλου, μία ανάλυση του Λούι Σι Κέι είναι ο λόγος που προέβην σε αυτό το κείμενο για την αχαριστία, αν και, προφανώς, υπάρχουν πάρα πολλές αιτίες για αυτό. Έγινε στην εκπομπή με τον Κόναν Ο’ Μπράιεν και μου το θύμισε η αδελφή μου, που μπήκε από το λαπ τοπ στο ίντερνετ στο κτελ που την έφερε από την Πάτρα, με αποτέλεσμα, την ώρα που το κτελ ήταν σε κίνηση, να μπορεί να σχολιάζει στο Facebook. Φυσικά, η Κατερίνα δεν είναι αχάριστη, τουλάχιστον στο μέγεθος που μπορείς να μην είσαι. Απλώς το ανέφερε, πάνω στην κουβέντα.

Εκείνος ο εκπληκτικός μονόλογος του Λούι Σί Κέι άρχισε με τη φράση «όλα είναι εκπληκτικά και ουδείς είναι χαρούμενος». Φυσικά, περιείχε στοιχεία νοσταλγίας, παρ’ όλα αυτά επιτρέπονται, διότι καταλήγει σε συμπεράσματα που μπορεί να μοιάζουν ανάλαφρα, αλλά είναι συγκλονιστικά. Ούτως ή άλλως, η σύγκριση έγινε αναπόφευκτη και τα νοσταλγικά στοιχεία ήρθαν να αναδείξουν για ποιο λόγο είμαστε τόσο μίζεροι μαλάκες. 

«Όταν ήμουν μικρός είχαμε καρτοτηλέφωνα, που έπρεπε να στριφογυρίζεις τα νούμερα. Θα μισούσες τους ανθρώπους που είχαν πολλά μηδενικά στον αριθμό τους, επειδή η κίνηση θα ήταν μεγαλύτερη. Αν σε καλούσαν και δεν ήσουν σπίτι το τηλέφωνο θα χτυπούσε μοναχικό. Και όταν ήθελες χρήματα θα έπρεπε να πας μέσα στην τράπεζα, να περιμένεις τρεις ώρες και να υπογράφεις μία επιταγή σαν τον ηλίθιο. Και έπειτα, όταν ξέμενες από χρήματα, έλεγες, “αυτό ήταν, δεν μπορώ να κάνω άλλα πράγματα τώρα. Αυτό ήταν". Και όταν είχες πιστωτική κάρτα βασάνιζες τον υπάλληλο, που έφερνε έξω ένα τεράστιο μηχάνημα και έπαιρνε τον πρόεδρο στο τηλέφωνο για να εγκριθεί το αίτημά σου»....

...» Τώρα ζούμε σε έναν εκπληκτικό, εκπληκτικό κόσμο, που έχει σπαταληθεί στην πιο άγαρμπη γενιά κακομαθημένων ηλίθιων που δεν τους νοιάζει. Τώρα βλέπουν το τηλέφωνό τους να κολλάει και κάνουν γκριμάτσες απέχθειας. Δώστου λίγα δευτερόλεπτα! Πάει στο διάστημα! Μπορείς να του δώσεις λίγο χρόνο να επιστρέψει από το διάστημα;;;»...

...» Βρισκόμουν σε ένα αεροπλάνο και είχε μέσα ίντερνετ υψηλής ταχύτητας. Ήταν το νεότερο πράγμα που ήξερα ότι υπάρχει. Καθόμουν μέσα στο αεροπλάνο και μας είπαν, “ανοίξτε τα λαπ τοπ σας, μπορείτε να μπείτε στο ίντερνετ”. Είναι γρήγορο και βλέπω βίντεο στο youtube, εννοώ είμαι στο αεροπλάνο. Και μετά χαλάει. Ζητούν συγγνώμη για αυτό και ο τύπος που είναι δίπλα μου κάνει, “πφφφ, αυτά είναι βλακείες”. Πόσο γρήγορα χρωστάει ο κόσμος σε αυτόν τον τύπο κάτι που έμαθε ότι υπάρχει μόλις πριν 10 δευτερόλεπτα! Το να πετάς είναι το χειρότερο, επειδή οι άνθρωποι επιστρέφουν και σου λένε τις ιστορίες τους, που μοιάζουν με ιστορίες τρόμου, σαν να είσαι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, τόσο άσχημα ακούγονται. “Ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου. Πρώτα δεν βαριόμασταν για 20 λεπτά. Και μετά μπήκαμε στο αεροπλάνο και μας έβαλαν να κάτσουμε εκεί! Στον αεροδιάδρομο! Για 40 λεπτά!”. Αλήθεια; Και τι έγινε μετά; Πέταξες στον αέρα συναρπαστικά, σαν πουλί; Πήρες μέρος στο θαύμα της ανθρώπινης πτήσης στο οποίο έχεις προσφέρει μηδέν. Γιατί; Είναι εκπληκτικό! Ο κάθε ένας σε κάθε αεροπλάνο πρέπει να λέει, “Θεέ μου! Γουάου”. Πετάς! Κάθεσαι σε μία καρέκλα στον ουρανό»...

...» Εδώ υπάρχει κάτι άλλο. Οι άνθρωποι παραπονιούνται ότι υπάρχουν καθυστερήσεις στις πτήσεις. Καθυστερήσεις; Αλήθεια; Κάνεις 5 ώρες να πας από τη Νέα Υόρκη στην Καλιφόρνια. Κάποτε έκανες 30 χρόνια να φθάσεις εκεί. Μπορεί να πέθαινες στη διαδρομή ή να γεννήσεις και την ώρα που θα έφθανες εκεί να ήσουν ο γηραιότερος άνθρωπος στην Καλιφόρνια. Τώρα βλέπεις μία ταινία και φεύγεις λίγο από το σπίτι».

Και κάπως έτσι σιχαίνομαι τον εαυτό μου και όλους σας. Νευριάζω όταν κάποιος μου πει ότι «έχω το δικαίωμα να παραπονιέμαι για πράγματα που πάνε στραβά». Δηλαδή όταν χάλασε το λαπ τοπ στο σπίτι έπρεπε να παραπονεθώ που θα έπρεπε να κάνω 30 μέτρα για να πάω στο πλησιέστερο ίντερνετ καφέ ή που θα είχα χρόνο για να διαβάσω δύο τρία βιβλία και δεν θα ήμουν αναγκασμένος να κολλάω τη μούρη μου στον υπολογιστή. Όπως εκείνη η χορεύτρια σε ένα μπαρ που ένα παλικάρι την έβγαλε φωτογραφίες- για αυτό την έχουν εκεί- και εκείνη κατέβηκε, δυνητικά γυμνή, να παραπονεθεί για αυτό, για κατάχρηση δηλαδή των δικαιωμάτων του. Είναι 200 άτομα σε ένα μαγαζί που έχει σελίδα στο Facebook, θα δει χιλιάδες κόσμος τις φωτογραφίες της και την... πυγή της και εκείνη νοιάζεται για έναν τύπο που τη φωτογράφισε για δική του χρήση ή και απλώς για πλάκα. Τι θα κάνει, θα σε βγάλει στο youporn το οποίο δέχεται εκατομμύρια επισκέψεις κάθε μέρα;

Δεν μπορείς να αποφύγεις την αχαριστία. Αλλά αν είναι συνδυασμένη με βλακεία...

https://www.youtube.com/watch?v=uEY58fiSK8E

—————

2015-06-08 18:43

Το Ανεπαίσθητο Σημειωτόν

 

Η δυσκολία να περιγραφεί μία κατάσταση δεν είναι απαραιτήτως σημάδι ότι η ίδια αποτελεί ένα ψυχωτικό βίωμα που σε καθιστά ανήμπορο να βρεις τις λέξεις. Οι λέξεις υπάρχουν και όταν τις βάζεις δίπλα δίπλα δημιουργούν ένα όμορφο αποτέλεσμα, μπορεί και να μη βγάζεις άκρη, πάντως τις βρίσκεις. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο είναι να σχεδιάσεις την αρχή ώστε να αρχίσουν να βγαίνουν χωρίς να νιώθεις ότι συμβαίνει άγαρμπα, ότι καταχράζεσαι την αύρα και την αρμονία.

Υποθέτω ότι ξεκινά όταν τα βλέμματά σας συναντιούνται.

Η ίδια η συνάντηση αποτελεί ένα ανεπαίσθητο σημειωτόν. Για μισό δευτερόλεπτο ανθρώπινου χρόνου και για περίπου 25 μέρες εγκεφαλικού χρόνου. Συμβαίνει τυχαία και ξαφνικά και σε πιάνει απροετοίμαστο, και ποιος ξέρει ακριβώς τι μετράς όταν παρατηρείς τον κερατοειδή χιτώνα, την κόρη και την ίριδα. Τη διαφορά στην οποιαδήποτε περίπτωση δεν την κάνει κάτι άλλο από τα μάτια ή, για την ακρίβεια, το βλέμμα. Δεν έχει σημασία αν είναι ωραία, γαλάζια ή πράσινα: στο σημειωτόν δύο βλεμμάτων που συναντιούνται δεν υπάρχει νόημα στο να ψάξεις να βρεις την ομορφιά. Τα μάτια γίνονται όμορφα επειδή υπάρχει η ένταση που, επειδή συμβαίνει τυχαία και μοιάζει με κάτι που θα μπορούσε να γίνει με οποιαδήποτε, τα μετατρέπει σε κάτι που μοιάζει με πάγιο, αλλά δεν είναι. Προφανώς τα υποκειμενικά κριτήρια σταθεροποιούνται από την εμφάνιση, από το όλο και το συνολικό κάλλος, αλλά η εκκίνηση γίνεται με τα βλέμματα που συναντιούνται.

Αυτό ισχύει ακόμα και να μην προκύπτει αμοιβαιότητα. Για εσένα, που το παθαίνεις χωρίς να το καταλαβαίνεις, αλλά και για εκείνη, που δεν του δίνει και μεγάλη σημασία. Όταν έρχεται προς το μέρος σου, είναι πιθανό για ένα δευτερόλεπτο να πιστέψεις ότι κάτι θα γίνει, σαν σε σκηνή από σινεμά που η κάμερα ζουμάρει στα πρόσωπά τους, κάτι που μοιάζει απίθανο να συμβεί, αν το σκεφτόσουν σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη. Εδραιώνεται μία ταραχή που ξεπερνά τα τετριμμένα και τους λογικούς τρόπους συμπεριφοράς, εκείνους που δημιουργούν τα δεδομένα και που, όταν είσαι στο σπίτι, αντιλαμβάνεσαι ότι οι καταστάσεις έχουν ένα όριο- και ότι καλό θα ήταν να είσαι αρκετά γενναιόδωρος ώστε να βρίσκεσαι μέσα σε αυτό. Απλώς βρίσκεσαι σε ένα εκστατικό πρελούδιο, ώστε να θεωρείς ότι υπάρχουν πιθανότητες. Όταν μπαίνεις στη διαδικασία των πιθανοτήτων σε ένα φαντασιακό περιβάλλον, που το μόνο που έχει να επιδείξει είναι αυτό το ανεπαίσθητο σημειωτόν, τότε βρίσκεσαι σε ένα σημείο να πολλαπλασιάζεις τις πιθανότητές σου. Είναι μία εξελιγκτική νοητική μέθοδος, περίπου αναπόφευκτη.

Και μετά έρχεται η πραγματικότητα. 

Όταν ο Ανδρέας συνάντησε τη Σοφία για πρώτη φορά ήταν ξημερώματα. Για κάποιον λόγο, που δεν θυμάται, η νύχτα είχε πάει πολύ καλά. Για να πηγαίνουν πολύ καλά οι νύχτες δεν χρειάζεται να υπάρχει κέρδος: το μόνο που χρειάζεται είναι να μην χαλάει η συνοχή τους. Φυσικά ήταν μία από εκείνες τις νύχτες που υπολόγιζαν να φύγουν πολύ νωρίτερα από την ώρα που τους έβρισκε ακόμα στο ίδιο μαγαζί, στην μπάρα, από την ώρα που τελικώς έφυγαν πραγματικά ευχαριστημένοι. Δεν θυμόταν τι φουρούσε ο ίδιος και οποιοσδήποτε άλλος ή η Σοφία. Έφθασε στην μπάρα με δύο αγόρια, αλλά αυτό, όσο αποθαρρυντικό κι αν ήταν, δεν φαινόταν τέτοιο. Το σημειωτόν είχε ήδη γίνει, ωστόσο οι κανονιές πιθανότητες, αν δεν βρίσκονταν στον δρόμο να καταστρατηγηθούν, είχαν αρχίσει να αντικαθίστανται από τις ουτοπικές πιθανότητες.

Χωρίς κάποια αληθινή αλληλουχία γεγονότων, ο Ανδρέας σκιαγραφούσε τη Σοφία στο μυαλό του σχεδόν κάθε μέρα, δίχως να γνωρίζει οτιδήποτε που θα τον έκανε να νιώθει λίγο πιο στέρεος. Και ενώ η ζωή συνεχιζόταν κανονικά, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα συνέχιζαν να υφίστανται, οι ορμόνες έκαναν το ταξίδι τους προς το φως ή το σκοτάδι, επαίτες ή ορμητικές και θριαμβεύτριες, ζητιάνες ή αυτοκράτειρες, σε ένα μέρος των 250 εγκεφαλικών γραμμαρίων και των 13 εκατομμυρίων κυτάρρων σε κάθε ένα από αυτά, η τοποθέτηση αλλόκοτων γραμμών στην έλξη για το συγκεκριμένο Θηλυκό, την αποτρόπαιη Ναστάσια Φιλίποβνα, υπήρχε ως καθεστώς η ανώφελη ζωγραφική η οποία πάσχιζε για επιβίωση: ήθελε να κατακτήσει κι άλλα μέρη του μυαλού, του νοητικού μέρους της ψυχής, εκείνου που είναι αθάνατο. Δεν φαινόταν, αλλά η ζωή θα έδινε την απάντηση.

Ο Ανδρέας είχε την ικανότητα να σχηματίζει συμπεράσματα για τους ανθρώπους: αυτό υπάρχει ως ικανότητα είτε έβρισκε τον τρόπο για να το κάνει σωστά, είτε λανθασμένα. Αλλά σε ό,τι αφορά τη Σοφία υπήρχε κενό. Ήταν σαν τη σκηνή στον Σέρλοκ, όταν ο Χολμς συνάντησε την Αϊρίν Άντλερ και, προσπαθώντας να καταλάβει περί τίνος επρόκειτο, υπήρχαν μόνο ερωτηματικά.  Δεν μπόρεσε να βγάλει κάποιο συμπέρασμα ούτε τις επόμενες φορές, οι οποίες όχι μόνο επίσης δε δημιούργησαν κάποια αλληλουχία γεγονότων, αλλά η πρώτιστη επαφή, το ζουμ δύο βλεμμάτων που έμοιαζε με θέσφατο η συνάντησή τους- έστω κι αν πρόκειται για τον έναν από τους δύο μόνο, οι περιπτώσεις που ο έρωτας αφορά σε μονόπρακτο είναι συντριπτικά περισσότερες από εκείνες που αφορά σε δίπρακτο- ήταν η πιο κοντινή που είχαν.

Βρήκε τον εαυτό του να αναρωτιέται. Η κοπέλα δεν είχε ηλικία, δεν είχε καν σώμα, δεν αποτελούνταν από ύλη εκτός κι αν αυτή ήταν σκοτεινή. Θα το έλεγες περίεργο. Η απόσταση, ωστόσο, βοηθούσε σε αυτό. Η καθημερινότητα δεν θα ήταν βοηθός στην ολότητα, έτσι όπως δημιουργήθηκε στο μυαλό. Παρέμενε μυστηριώδης. Δεν υπήρχε τίποτα να καταλάβει, ο Ανδρέας, για αυτή. 

Όπως στη «Σονάτα του Κρόιτσερ» του Τολστόι, η ιστορία δεν τελειώνει σε συμπεράσματα. Όχι εδώ, γενικώς. Βρίσκεται στο πρώιμο στάδιο της ανθρώπινης ύφανσης, αλλά σε ένα όψιμο ψυχονευρωτικό. Αυτό το άνευ σημασίας ταξίδι έχει κρατήσει μήνες και είναι μία ωδή στην Ακινδυνότητα της Ουτοπίας. Μία πολύ μικρή συνάντηση με μία εξομολόγηση δεν αποτελούσε καν το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, έστω και αν ο Ανδρέας ήταν ένας τρακαρισμένος δυσλεκτικός τύπος, μία γελοιογραφία ενός ανθρώπου με αυτοπεποίθηση: το ανθρώπινο σώμα μπορεί με ταχύτητα να γιατρεύει τις πληγές και η ψυχή μπορεί να κάνει το ίδιο με τα δικά της μεροκάματα του τρόμου: απλώς ο χρόνος στον οποίο κινείται είναι πολύ διαφορετικός και η μέρα είναι μεγαλύτερη και η νύχτα επίσης. Αν κάτι πρόκειται να γίνει, δεν μπορεί να αναιρέσει τη διαδικασία στην οποία περνάς: ο δικός σου αρνητισμός μπορεί να την καθαιρέσει, να την καταστήσει εκπρόθεσμη ακόμα και αν συνέβη στο παρελθόν. Αλλά θα υπάρχει. Δεν πρέπει να αναρωτιέσαι για την επόμενη επίσκεψη. Η ζωή σε κάθε διάστασή της- και ειδικά σε εκείνη που δεν φαίνεται- δίνει δανεικά. Με υψηλό τόκο.

—————

—————


Ό,τι του φανεί

/album/%cf%8c%2c%cf%84%ce%b9-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%86%ce%b1%ce%bd%ce%b5%ce%af/i-m-not-always-right-but-i-m-never-wrong-jpg/

—————